MUHTESEM YUZYIL ΠΕΡΙΛΗΨΗ 129 ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΥ
1ο ΜΕΡΟΣ
Βλέπουμε την Χουριτζιχάν ακόμα ξαπλωμένη στο έδαφος. Στο χαρέμι , έχει ανακοινωθεί η Χιουρρέμ και ακολουθείται από την Μιχριμά. Παίρνουν τις θέσεις τους και η γιορτή συνεχίζεται. Η Μιχριμά ρωτά τη μητέρα της αν μίλησε με τον Μπεγιαζίτ και η Χιουρρέμ γνέφει. Η Μιχριμά της λέει ότι έκανε το σωστό.
Στη συνέχεια, βλέπουμε την Nουρμπανού φρικαρισμένη να φτιάχνει τα ρούχα της και να επιστρέφει στο χαρέμι όπου παίρνει τη θέση της, γεμάτη ταραχή. Βλέπουμε τα δάχτυλα της Χουριτζιχάν να κινούνται. Ο Μπεγιαζίτ βλέπει τον αδελφό του Σελίμ να μιλα στον πατέρα του και ο Σουλεϊμάν το παρατηρεί. Στο χαρέμι η διασκέδαση συνεχίζεται και η Τζανφεντα λέει στη Nουρμπανού αν είναι εντάξει και την ρωτά: «Μιλήσατε στον Γκαζανφερ , τι ήταν τόσο σημαντικό;» Nουρμπανού : «Όχι τώρα Τζανφεντα , αργότερα.»
Βλέπουμε την Χιουριτζιχάν , αποπροσανατολισμένη με πόνους να περπατά στον διάδρομο . Φτάνει στο χαρέμι και βλέπει τριγύρω. Η Χιουρρέμ την βλέπει: «Χιουριτζιχάν, τι συνέβη;» Η Χιουριτζιχάν σωριάζεται στο έδαφος. Η Φαχριγε δείχνει ότι υπάρχει αίμα στο κεφάλι της και η Χιουρρέμ γυρνά προς την Nουρμπανού.
Εν τω μεταξύ, ο Σουλεϊμάν είναι με τους γιους του. Λέει: «Είναι καιρός να επιστρέψετε στην σαντζάκια σας. Θα πρέπει να αρχίσετε τις προετοιμασίες αμέσως.» Σελίμ: «Όπως διατάζετε , Μεγαλειότατε.» Ο Σουλεϊμάν γυρίζει στον Μπεγιαζίτ που γνέφει συγκαταβατικά. Ο Ρουστέμ λέει: «Μεγαλειότατε, σύμφωνα με το διάταγμα, το φορολογικό ζήτημα που προέκυψε από την Αίγυπτο έχει ρυθμιστεί. Το επιπλέον ποσό δεν θα εισπραχθεί το επόμενο έτος και με αυτόν τον τρόπο, θα έχει λυθεί το θέμα της αδικίας που έγινε.» Σουλεϊμάν: «Έξοχα. Οι άνθρωποι είναι μια παρακαταθήκη σε μας από τον Αλλάχ. Αν δεν ασχοληθούμε πώς μπορούμε να απαντήσουμε στον Θεό;» Σοκολλού: «Ένας αγγελιοφόρος έχει σταλεί στην Προύσα, οι διαταγές σας για την Μαχιντεβραν Σουλτάνα θα εκτελεστούν σύντομα.» Σουλεϊμάν: «Έξοχα.» Μπεγιαζίτ: «Συγχωρήστε μου την περιέργεια, Μεγαλειότατε , τι απόφαση πήρατε για την Σουλτάνα μας;» Σουλεϊμάν: «Η Μαχιντεβραν Σουλτάνα χρησιμοποίησε την περιουσία που της είχα παραχωρήσει για την υποστήριξη των ανταρτών. Ό, τι έχει στην κατοχή της, θα επιστραφεί και δεν θα πάρει ούτε ένα νόμισμα από δω και πέρα από το θησαυροφυλάκιο.» Μπεγιαζίτ: «Πώς ξέρετε ότι ήταν αλήθεια, Μεγαλειότατε; Ίσως εκείνοι που με κατηγόρησαν ήθελαν να ρίξουν τις ευθύνες σε εκείνη.» Ρουστέμ: «Είναι βέβαιο, έχουμε αδιάσειστες αποδείξεις στην κατοχή μας, Πρίγκηπά μου. Κι εκείνη, όπως ο Αχμέτ Πασάς, υποστήριξε, δυστυχώς, τους αντάρτες.» Ο Λοκμαν φτάνει και λέει: «Μεγαλειότατε, η Χουριτζιχάν Σουλτάνα έχει πέσει στη μέση της σάλας του χαρεμιού και έχει μεταφερθεί για νοσηλεία.» Σουλεϊμάν: «Τι της συνέβη;» Λοκμαν: «Δεν ξέρω, αλλά είναι προφανές ότι η κατάστασή της δεν είναι καθόλου καλή.» Ο Σουλεϊμάν γνέφει στον Μπεγιαζίτ να πάει.
Οι γιατροί είναι με τη Χουριτζιχαν, ενώ οι γυναίκες, συμπεριλαμβανομένης της Νουρμπανου, περιμένουν έξω. Η Χιουρρεμ αντιλαμβανεται ότι η Νουρμπανου ειναι εξαιρετικά νευρική και της γνέφει να πλησιάσει. Χιουρρεμ: «Τι συνέβη Nουρμπανου; Τι άγχος είναι αυτό;" Nουρμπανου: «Δεν εχω κατι, είμαι απλά ανησυχη για την κατάσταση της Χουριτζιχαν.» Ο Μπεγιαζίτ ανακοινώνεται και έρχεται κατ 'ευθείαν στη μητέρα του. Μπεγιαζίτ: «Μητέρα, πού είναι η Χουριτζιχαν, τι της συνέβη;» Χιουρρεμ: «Μην ανησυχείς, Πρίγκιπά μου, οι γιατροί είναι μαζί της και κάνουν ό, τι χρειάζεται.» Μπεγιαζίτ: «Τότε τι συνέβη;» Χιουρρεμ: «Εμείς δεν ξέρουμε τι συνέβη, κατέρρευσε στο πάτωμα και έτρεχε αίμα από το κεφάλι της. Πιθανότατα έχει χτυπήσει το κεφάλι κάπου.» Ο Μπεγιαζίτ πηγαινει κοντα στην Χουριτζιχαν και η μητέρα του τον ακολουθεί. Μπεγιαζίτ: «Χουριτζιχαν !! Πώς είναι η κατάσταση της;» Γιατρός: «Έχει τραυματιστεί στο κεφάλι αρκετά άσχημα, Πρίγκιπα μου.» Χιουρρεμ: «Θα ανακάμψει ;» Γιατρός: «Είναι δύσκολο να πω ακομα, θα προσευχόμαστε και ο Θεός είναι μεγάλος.» Μπεγιαζίτ: «Πώς θα μπορούσε να έχει συμβεί το περιστατικό, γιατρέ; Πώς θα μπορούσε να έχει χτυπήσει το κεφάλι της;» Γιατρός: «Δεν ξέρω πώς συνέβη Πρίγκιπα μου, μόνο που αυτό δεν είναι ατύχημα.»
Η Νουρμπανου ορμά εν τω μεταξύ στο δωμάτιό της και η Τζανφεντα ακολουθεί λέγοντας: «Σουλτανα μου , είναι προφανές ότι κάτι συνέβη. Σας παρακαλώ μην το κρύβετε από μένα, πείτε μου ίσως θα μπορούσα να βοηθήσω.» Νουρμπανου: «Είναι λόγω του Γκαζανφερ! « Τζανφεντα: «Τι σας έκανε;» Nουρμπανου: «Διακήρυξε την αγάπη του για μένα και ακριβώς τη στιγμή που ήμουν έτοιμη να φωνάξω όπως του άξιζε, είδα την Χουριτζιχαν Σουλτανα ...Με είχε ακολουθήσει και μας είδε ... Την ακολούθησα, με απείλησε. Επρόκειτο να με συκοφαντήσει. Ηθελε να πει ότι υπήρχε σχέση μεταξύ μου και του Γκαζανφερ. Αλλάχ, τι κακό έχω κάνει!» Μια υπηρετρια ενημερώνει τη Νουρμπανου ότι έχει έρθει ο Σελιμ. Η Νουρμπανου προσπαθεί να στεγνώσει τα δάκρυά της και στη συνέχεια παρατηρεί ότι της λείπει το ένα από τα σκουλαρίκια της. Βγαζει το άλλο. Ο Σελιμ μπαίνει στο δωμάτιο και οταν κάθεται τον ρωτά : «Σελίμ, πώς είναι η κατάσταση της Χουριτζιχαν Σουλτάνας;» Σελιμ: «Είναι αναίσθητη, όμως, λέγεται ότι κάποιος προσπάθησε να την στραγγαλίσει.» Νουρμπανου: «Πως;’» Σελιμ: «Έχει σημάδια πάλης στο σώμα της ... και στραγγαλισμού. Θεού θέλοντας όταν συνελθει, το συντομότερο δυνατό, θα επιλυθεί αυτό το ζήτημα. Ας μην μιλαμε γι 'αυτό τώρα.» Nουρμπανου: «Πρέπει να δώσουμε τα συλλυπητήριά προς τον Μπεγιαζίτ ... Νομίζω ότι πρέπει να τον επισκεφτείς. Θα ευχαριστήσει αυτό τον Μεγαλειότατο μας.» Ο Σελίμ γνέφει.
Η Χιουρρεμ πλένει τα χέρια της στο δωμάτιό της και η Mιχριμα λέει: «Καθως όλα μας τα προβλήματα τελείωναν, επρεπε να συμβεί αυτο; Ποιος νομίζετε ότι το έχει κάνει, έχετε καποιες εικασίες;» Χιουρρεμ: «Δεν ξέρω, δεν θέλω να κατηγορήσω κανέναν άδικα.» Η Φατμα μπαίνει. Φατμα: «Ακριβώς όπως ειχες κάνει τον κόσμο ένα δυσβάσταχτο μερος για τη μητέρα και τον πατέρα της, δεν έδειξες επίσης κανένα έλεος σε αυτήν χωρίς να διστάσεις. θέλησες να την σκοτώσεις ετσι;» Mιχριμα: «Σουλτανα μου, προσέξτε τα λόγια σας. Χωρίς να γνωρίζετε...» Η Χιουρρεμ την διακόπτει: «Μιχριμα...» Χιουρρεμ: «Σουλτανα μου, ακόμη και αν μια πέτρα χτυπήσει το πόδι σας, θα με κατηγορήσετε. Και κατά τη γνώμη σας, εγω ευθύνομαι για όλους τους θανάτους και τα κακά πράγματα, ενώ όλοι θυσίαστηκαν για τις δικές τους φιλοδοξίες και εχουν καταστραφεί. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία καμια, αυτό θα είναι το τέλος σας.» Φατμα: «Έχετε χάσει πραγματικά τον εαυτό σας, Χιουρρεμ ... παίζετε με τη φωτιά.» Χιουρρεμ: «Ακόμα δεν εχεις καταλάβει; ΕΓΩ είμαι ότι η φωτιά.»
Βλέπουμε τη Φαριγιε που λέει στους αγάδες να ανακρίνουν κάθε μεμονωμένο άτομο και ότι θα υπάρχει σίγουρα κάποιος που θα έχει ακούσει ή δει κάτι. Ο Σουμπουλ της λέει ότι αν ξέρει κάτι που δεν ξέρει αυτος να του το πει (υπονοώντας ανάμιξη της Χιουρρεμ), αλλά η Φαριγιε λέει ότι δεν εχει να κάνει με «αυτούς» και η Χιουρρεμ σουλτανα είναι έκπληκτη και σοκαρισμένη για το όλο θέμα . Ο Σουμπουλ ρωτα τότε για την περίπτωση που θα μπορούσε να τολμήσει να κάνει ένα τέτοιο πράγμα. Η Φαριγιε κουνάει το κεφάλι της,πως δεν ξέρει. Ενας αγάς λέει ότι δεν έχει βρει κατι στη σκηνή του συμβάντος. Τους δείχνει το δάπεδο της αίθουσας και επισημαίνουν οτι «δεν υπάρχει πάρα πολύ αίμα.» Ο Σουμπουλ λέει στην Φαριγιε να ενημερώσει τον Μπεγιαζίτ.
Η Τζανφεντα περιμένει. Εν τω μεταξύ, έξω από το δωμάτιό του Σελίμ, η Νουρμπανου βγαίνει και την πλησιάζει: «Ένα από τα σκουλαρίκια μου λείπει. Έπεσε όταν πάλευα με την Χουριτζιχαν. Πρέπει να το βρεις και να μου το φέρεις πίσω, Τζανφεντα, θα πρέπει να το κανεις.» Τζιανφεντα: «Πού είναι, Σουλτάνα μου;» Εν τω μεταξύ ο Μπεγιαζίτ έχει φτάσει στον χωρο που είχε πέσει η Χουριτζιχαν. Βλέπει το αίμα. Σουμπουλ: «Πρίγκιπα μου, οι Αγάδες βρήκαν αυτο ( εχει ενα πέπλο στα χέρια ) και σύμφωνα με τη Φαριγιε, ανήκει στην Χουριτζιχαν σουλτανα.» Μπεγιαζίτ: «Κοίταξες προσεκτικά;Υπαρχει κάτι άλλο;» Σουμπουλ: «Ψάχνουμε, ήθελα να σας ενημερώσουμε.»
Η Τζανφεντα πλησιαζει τον χωρο και βλέπει τους Αγάδες, κοιταει γύρω και βρίσκει την Φαριγιε η οποία λέει: «Τι κάνεις εδώ;» Τζανφεντα: «Είχα κάτι να κάνω στο πλυσταριό , ήμουν επικεφαλής σχετικά με την Νουρμπανου Σουλτανα.» Φαριγιε: «Μην κατασκοπεύεις τριγυρω, αλλιώς θα εχεις πρόβλημα.» Μόλις η Φαριγιε πάει στον Μπεγιαζίτ, η Τζανφεντα γυρναει πίσω και κρύβεται στη γωνία. Ο Μπεγιαζίτ στην Φαριγιε: «Να μάθετε για κάθε άτομο που περπάτησε εδώ σήμερα.» Φαριγιε: «Όπως επιθυμείτε, θα αρχίσουμε ακόμη και με τους Αγάδες.» Μπεγιαζίτ: «Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο η Χουριτζιχαν ήταν εδώ. Γιατί να έρθουν εδώ;» Σουμπουλ: «Ίσως ήρθε από τον κυρίως κηπο, Πρίγκιπα μου, ή πήγαινε εκεί, όμως, γιατί να πάει την ωρα των εορτασμών;» Ο Μπεγιαζίτ βλέπει το σκουλαρίκι. Η Τζανφεντα κρυφοκοιτάζει από τη γωνία.
Η Νουρμπανου είναι με το γιο της, ο οποίος λέει: «Μητέρα …», αλλα αντιλαμβανεται πόσο νευρική είναι. «Τι έπαθες; Φαίνεσαι τόσο λυπημένη.» Nουρμπανου: «Είμαι καλά , γιε μου, δεν υπάρχει τίποτα να ανησυχείς. Υπήρξαν κάποια θλιβερά επεισόδια στο χαρέμι, το μυαλό μου είναι σε αυτά.» Η Τζανφεντα φτάνει. Nουρμπανου: «Τι συνέβη Τζανφεντα, το βρήκες;» Τζανφεντα: «Δυστυχώς δεν μπόρεσα να φτάσω εκεί έγκαιρα. Ο πρίγκιπας Μπεγιαζίτ βρήκε το σκουλαρίκι» Nουρμπανου: «Τι είναι αυτά που λες, Τζανφεντα; Αν βρουν την αλήθεια, δεν θα με αφήσουν να ζήσω!!!!»
Η Χιουρρέμ στέκεται πάνω από την Χουριτζιχαν η οποία εξακολουθεί να είναι αναίσθητη. Χιουρρεμ: «Δυστυχώς, η κατάσταση συνεχίζει να είναι σοβαρή και η ζωή της Σουλτανας μας κρέμεται από μια λεπτή κλωστή. Από τη μια πλευρά ο θάνατος, από την άλλη η ζωή. Οι γιατροί έχουν κληθεί και ελπίζουμε ότι θα κερδίσουν αυτή τη μάχη και θα μας κάνουν να χαμογελάσουμε και πάλι.» Σουλεϊμάν: «Ποιος θα τολμούσε να το κάνει αυτό;’’ Χιουρρεμ: ‘ «Η έρευνα συνεχίζεται, Μεγαλειότατε και όποιος και αν είναι , θα τον τιμωρήσω με τα χέρια μου.» Σελιμ: «Σε τι κατάσταση βρίσκεται το φτωχό κορίτσι.» Μπαίνει ο Μπεγιαζίτ. «Μεγαλειότατε, μητέρα , βρήκα αυτό το σκουλαρίκι, ήταν εκεί που βρεθηκε η Χουριτζιχαν.» Χιουρρεμ: «Είναι δικό της;» Μπεγιαζίτ: «Όχι, δεν είναι δικό της, μητέρα. Όποιος είναι ο ιδιοκτήτης αυτού του σκουλαρικιού, είναι αυτός που έφερε την Χουριτζιχαν σε αυτή την κατάσταση.» Ο Σουλεϊμάν πλησιάζει και παίρνει το σκουλαρίκι και στη συνέχεια λέει: «Σουμπουλ, να διερευνήσεις, θα κοιτάξεις κάτω από κάθε πέτρα και θα βρεις ποιος είναι ο προδότης, ποιος έφερε την ανιψιά μου σε αυτή την κατάσταση.» Σουμπουλ: «Όπως διατάξετε, Μεγαλειότατε.» Σουλεϊμάν: «Μπεγιαζίτ, οι γιατροί θα κάνουν ό, τι είναι απαραίτητο, θα πρέπει να προσεύχεστε και με την βοηθεια του Αλλάχ , θα αναρρώσει.» Μπεγιαζίτ: «Θεού θέλοντος, Μεγαλειότατε.» Σελίμ: «Εύχομαι να είναι περαστικά , Μπεγιαζίτ.»
Στην Προύσα η Νεργκισαχ λέει στον Γιουσουφ να βαλει μερικά λουλούδια Νάρκισσους: «Ο πατέρας μου τα αγαπούσε πολυ. Και, επίσης, βολβούς τουλίπας. Όλα θα πρέπει να φυτευτούν γύρω από το συγκρότημα, στον κήπο του τάφου του πατέρα μου.» Γιουσουφ: «Μην ανησυχείτε, Σουλτανα μου , όπως εσείς το θέλετε, ετσι θα γίνει.» Nεργκισαχ: «Ποιοι είναι αυτοί οι άντρες, Γιουσουφ;» Γιουσουφ: «Θα μάθω αμεσως.» Γιουσουφ: «Αγάδες , τι συμβαίνει , ποιοι είστε; Για ποιο λόγο έχετε έρθει;» Αντρας: «Είμαι ο Λοχίας Νουμαν. Έρχομαι με εντολη του Μεγαλειοτάτου μας από την πρωτεύουσα . Πρέπει να δω την Μαχιντεβραν Σουλτανα.»
Εν τω μεταξύ, βλέπουμε την Μαχιντεβραν να κάθεται και η Φινταν να λέει ότι δεν έχει φάει και αν συνεχίσει ετσι θα αρρωστήσει . Η Μαχιντεβραν λέει ότι εφαγε αρκετά και να ενημερώσει να τα μαζέψουν. Η Νεργκισαχ φτάνει : «Βαλιδέ, Σουλτανα μου, ένας λοχίας έχει έρθει από την Πρωτεύουσα, θέλει να σας δει και λέει ότι έχει σημαντικές ειδήσεις.» Μαχιντεβράν: «Ας έρθει.» Λοχίας Νουμαν: "Εξοχότατη Μαχιντεβραν Σουλτανα, είμαι ο προσωπικός αγγελιοφόρος του Ρουστεμ Πασά.» Mαχιντεβραν: «Μην λέτε το όνομά αυτου του άνδρα στο παλάτι μου. Δεν απομακρύνθηκε από τη θέση του; Γιατί ακόμα τον αποκαλούν Μεγάλο Βεζίρη;" Νουμαν: «Ο Καρά Αχμέτ Πασάς έχει εκτελεστεί για εγκλήματα δωροδοκίας και αποστολή χρημάτων στους αντάρτες. Ο Μεγαλειότατός μας έχει διορίσει εκ νέου τον Ρουστεμ Πασά, σε αυτή τη θεση.» Μάχιντεβραν: «Τον είχε παύσει μόνο για το φόβο των στρατιωτών ούτως ή άλλως - ειχε ‘’θυσιαστεί’’ - και , το συντομότερο δυνατό , τον έφεραν και πάλι πίσω.» Nουμαν: "Εγώ δεν γνωρίζω για όλα αυτά, Σουλτανα μου, ήρθα εδώ για να εκτελέσω τις διαταγές του Μεγαλειοτάτου μας.» Μαχιντεβραν: «Λες και δεν είναι αρκετό που πηρε τον γιο και τον εγγονό μου, θέλει και τη ζωή μου τώρα;" Nουμαν: «Εχει μαθευτει ότι έχετε υποστηρίξει τους αντάρτες του ψευδο- Μουσταφά στην Αδριανούπολη και τη γύρω περιοχή. Για το λόγο αυτό , όλο τον πλούτο σας, εκτός από το παλάτι που μένετε, θα πρέπει να επιστραφεί στο δημόσιο ταμείο. Επίσης , το μηνιαίο εισόδημά σας από το ταμείο έχει καταργηθεί. Από τώρα και στο εξής δεν θα λαμβάνετε ουτε μια δεκάρα από το ταμείο.» Φινταν: «Πώς μπορεί να γινει αυτό;» Nεργκισαχ: «Σουλτανα μου...» Mαχιντεβραν: «Πήγαινε πες στον Βασιλιά σου και ο πλούτος και το παλάτι του ας θαφτούν στο χώμα. Τι καλό έχουμε δει από το παλάτι του μέχρι σήμερα; Εμείς δεν το χρειαζόμαστε. Μηπως δεν είναι αυτός ο λογος που σκότωσε τον γιο μου; Για τον πλούτο και το κράτος , για τη γη; Σκέφτεται ότι αυτός ο κόσμος θα είναι δικός του για πάντα. Να είναι η κάθε του μπουκιά δηλητήριο. Τώρα πηγαινε να του τα πεις όλα αυτά , αν δεν τα λάβει υπόψη του από εσάς, θα τα πω εγω. Τώρα χάσου από μπροστά μου.» Nουμαν: «Συγχωρέστε με, Σουλτανα μου, αλλά υπάρχει άλλο ένα σημαντικό θεμα. Ο Μεγαλειότατος μας θα παντρέψει τη Νεργκισαχ σουλτανα με τον Μπεηλέρμπεη της Ανατολίας. Πρέπει να πάει αμέσως στην Άγκυρα.» Nεργκισαχ: «Όχι, όχι Σουλτανα μου, δεν θέλω να παντρευτώ.» Μάχιντεβραν: «Χαθείτε…. Πηγαίνετε στην κόλαση…. Γιουσουφ πάρτον από εδώ.» Ο Γιουσουφ παίρνει τον λοχία έξω και η Nεργκισαχ πέφτει στην αγκαλιά της γιαγιάς της ... Η Μαχιντεβραν προσεύχεται στο Θεό για δικαιοσύνη…. τιμωρώντας αυτούς που έκαναν όλο αυτό το κακο σε εκείνη και την οικογένειά της.
Εν τω μεταξύ η Τζανφεντα είναι με τη Nουρμπανού και ρωτάει τι πρέπει να γίνει. Η Nουρμπανού της λέει ότι δεν ξέρει και ότι αν ήξερε, δεν θα ήταν σιωπηλή όπως τώρα. Ακούγεται ένα χτύπημα και μπαίνει η Φαριγέ. «Συγχωρέστε με, Σουλτάνα μου, αλλά πρέπει να ψάξουμε το δωμάτιο.» Nουρμπανού: «Είσαι στο δωμάτιο μιας Σουλτάνας! Ποια είσαι εσύ; Με ποιο δικαίωμα το κάνεις αυτό;» Φαριγε: «Είναι εντολή του Μεγαλειοτάτου μας, Σουλτάνα μου. Γι’ αυτό το λόγο, μην κάνετε τα πράγματα δύσκολα.» Nουρμπανού: «Έχει να κάνει με την Χουριτζιχάν Σουλτάνα;» Φαριγε: «Τι συμβαίνει Σουλτάνα μου; Έχετε κάτι να κρύψετε; « Nουρμπανού: «Δεν έχω τίποτα να κρύψω από κανέναν.» Φαριγε: «Ας ελπίσουμε. Κοιτάξτε παντού ! Ψάξτε σπιθαμή προς σπιθαμή !» Ψάχνονται τα πάντα και οι παλλακίδες. Nουρμπανού: «Όπως είδατε, αυτό που ψάχνετε δεν είναι εδώ. Δεν έχω καμία σχέση με την Χουριτζιχάν Σουλτάνα.» Φαριγε: «Το χαστούκι που σας έδωσε η Χουριτζιχάν είναι στο μυαλό μου, ακριβώς σαν να ήταν χθες. Ποιος μπορεί να πει ότι δεν ενεργήσατε έτσι από μίσος;» Nουρμπανού: «Ποια είσαι εσύ που θα με κατηγορήσεις; Είναι προφανές ποιος είναι ο πραγματικός εχθρός της Χουριτζιχάν Σουλτάνας. Θα έπρεπε να το γνώριζες αυτό καλύτερα από εμένα.» Φαριγε: «Το έκανε η Χιουρρέμ Σουλτάνα; Αυτό θέλετε να πείτε;» Nουρμπανού: «Δεν είπα κάτι τέτοιο, τώρα, εάν η δουλεία σας τέλειωσε, να βγείτε αμέσως έξω από το δωμάτιό μου.»
Όταν μένουν πάλι μόνες η Nουρμπανού λέει στην Τζανφεντα : «Είναι στο κατόπι μου, Τζανφεντα , είναι προφανές.» Τζανφεντα: «Πού είναι Σουλτάνα μου; θα πρέπει να απαλλαγούμε από αυτό αμέσως.» Nουρμπανού: «Είναι στο δωμάτιο του πριγκηπα Σελίμ, πάνω στο άγχος μου απλά το πέταξα κάπου. Τζανφεντα: «Το κρύψατε σε καλό μέρος, δόξα τω Θεώ, κανείς δεν θα κοιτάξει στο δωμάτιό του Πριγκηπα μας. Αλλά και πάλι, πριν πέσει στα χέρια κάποιου θα πρέπει να απαλλαγούμε από αυτό.» Η Nουρμπανού κοιτάζει γύρω στο δωμάτιο του Σελίμ και δεν μπορεί να το βρεί. Τζανφεντά: «Θεέ μου, πού είναι; Είστε σίγουρη ότι το βάλατε εδω; Ίσως πάνω στον πανικό σας να το βάλετε κάπου αλλού.» Nουρμπανού: «Θεέ μου, τι θα κάνω τώρα; Τζανφεντα, έλα ας συνεχίσουμε να ψάχνουμε.»
Ο Μπεγιαζίτ είναι με την Χουριτζιχάν όταν φτάνει η μητέρα του. Χιουρρέμ: «Πώς είναι η κατάσταση της;» Μπεγιαζίτ: «Το ίδιο. Δεν υπάρχει καμία αλλαγή.» Χιουρρέμ: «Είσαι πολύ κουρασμένος, πήγαινε στο δωμάτιο σου, ξεκουράσου. Θα την φροντίζουν.» Μπεγιαζίτ : «Ποιος το έκανε αυτό, μητέρα; Δεν μου κρύβετε κάτι έτσι;» Χιουρρέμ: «Μπεγιαζίτ , εσύ κι εγώ, είμαστε τώρα στο ίδιο μονοπάτι ... ορκίστηκα να σε προστατεύω καθώς και όλους όσους αγαπάς. Όσο είμαι ζωντανή , κανείς δεν θα σε βλάψει πάλι. Δεν θα το επιτρέψω.»
Ο Σελίμ είναι με την Nουρμπανού. Nουρμπανού: «Τι σκέφτεσαι;» Σελίμ: «Αν η Χουριτζιχάν πεθάνει, αυτό το θέμα δεν θα τελειώσει εδώ. Δεν θα αφήσουν.» Nουρμπανού: «Έψαξαν ακόμη και το δωμάτιό μου. Λες και το είχα κάνει εγώ. Δεν μπορώ να σου πω σε πόσο δύσκολη θέση βρέθηκα.» Σελίμ: «Nουρμπανού, πες μου την αλήθεια , δεν έχεις καμία σχέση με αυτό το θέμα, έτσι δεν είναι;» Nουρμπανού: «Πώς μπορείς να ρωτάς Σελίμ, φυσικά όχι. Αλλά αν θέλουν να βρουν κάποιον να κατηγορήσουν, θα ψάξουν κάποιον να θυσιάσουν, κι αν γίνω εγώ το θύμα; Ο καθένας ξέρει ότι δεν τα πήγαινα καλά με την Χουριτζιχάν Σουλτάνα.» Σελίμ: «Μην ανησυχείς, όσο είμαι μαζί σου, κανείς δεν μπορεί να αγγίξει. Δεν θα τους αφήσω.» Προσπαθεί να απομακρυνθεί από αυτόν, έτσι ώστε να μην δει τα σημάδια στο σώμα της, αλλά τα βλέπει στον καθρέφτη. «Nουρμπανού, τι είναι αυτές οι πληγές;» Nουρμπανού: «Δεν το είχα προσέξει, ίσως όταν φρόντιζα τα παιδιά.» Σελίμ: «Τι έκανες;»
Βλέπουμε τον Μπεγιαζίτ στο προσκεφάλι της Χουριτζιχάν.
Στην επόμενη σκηνή, η Nουρμπανού λέει στον Σελίμ: «Δεν είχα άλλη επιλογή, μου επιτέθηκε. Δεν μου άφησε άλλη επιλογή. Αναγκάστηκα να προστατέψω τον εαυτό μου.» Σελίμ: «Γιατί σου επιτέθηκε; Σίγουρα θα πρέπει να έκανες κάτι που την ενόχλησε.» Nουρμπανού: « Επειδή αυτή είναι μια Σουλτάνα σωστά; Οπότε αυτή δεν μπορεί να έκανε λάθος. Πόσο λυπηρό είναι που στα ματια σου δεν εχω τόση αξία όση εκείνη.» Σελίμ: «Nουρμπανού, μην το γυρίζεις σε μένα , ξέρω τι προσπαθείς να κάνεις. Θα σου επιτίθονταν η Χουριτζιχάν χωρίς λόγο; Σίγουρα κάτι συνέβη.» Νουρμπανού: «Καλά, θα σου πω την αλήθεια. Η Χουριτζιχάν Σουλτάνα με ζήλευε γιατί δεν μπορούσε να χαρίσει στον πριγκηπα ένα παιδί. Όταν της το θύμισα, μου επιτέθηκε ξανά. Έσωσα τον εαυτό μου με δυσκολία. Αν δεν προστάτευα τον εαυτό μου από εκείνη τώρα, θα ήμουν εγώ στη θέση της.» Σελίμ: «Σε Τι μπελάδες μας έβαλες! Αν η Χουριτζιχάν συνέρθει και πει ό,τι συνέβη δεν ξέρω τι θα κάνουμε τότε. Θα μου δημιουργήσεις και μένα πρόβλημα.» Nουρμπανού: «Σελίμ …Εγώ…» Σελίμ: «Μην τολμήσεις, Nουρμπανού! Μην βγάλεις λέξη. Τράβα στο δωμάτιο σου. Βγες έξω , Nουρμπανού !»
Στην επόμενη σκηνή , βλέπουμε τον Μπεγιαζίτ στο πλευρό της Χουριτζιχάν. Της λέει: «Χουριτζιχάν, Σουλτάνα μου, εδώ είμαι…» Βλέπουμε την Τζανφεντα και την Nουρμπανού στο διάδρομο. Nουρμπανού: «Ο πρίγκηπας Σελίμ ανακάλυψε τα πάντα ... Ω Θεέ μου σε παρακαλώ βοήθησε με, χρειάζομαι ένα θαύμα!» Τότε εμφανίζεται ο Σουμπούλ κοντά τους και της λέει ότι η Χιουρρέμ Σουλτάνα την περιμένει, της λέει ότι δεν ξέρει γιατί την κάλεσε, αλλά και οι δύο πρέπει να έρθουν μαζί του αμέσως. Πίσω στο δωμάτιο της Χουριτζιχάν ο Μπεγιαζίτ την ρωτάει ποιος της το έκανε αυτό... Εκείνη αρχίζει να αναπνέει πιο βαριά και της λέει να μην τον εγκαταλείψει, γιατί είναι το μόνο πρόσωπο που έχει μείνει στη ζωή του. Η Χουριτζιχάν δεν αναπνέει. Η γιατρός προσπαθεί να την σώσει , αλλά τελικά τον πληροφορεί ότι πέθανε. Τότε εκείνος την τραβά στην αγκαλιά του και βαθιά θλιμμένος ξεσπά σε κλάματα.
Η Νουρμπανού και η Τζανφεντά μπαίνουν στο δωμάτιο της Χιουρρέμ και η Χιουρρέμ λέει: «Σε επέλεξα να προσέχεις τον Πρίγκηπά μου, σου έδωσα ακόμη και το όνομά σου. Αυτή ήταν μία χειρονομία της καλής μου θέλησης. Τι έκανες; Ξεπέρασες τα όριά σου, σε μεγάλο βαθμό!» Νουρμπανού: «Αν το θέμα είναι η Φατμά Σουλτάνα, εγώ δεν σας πρόδωσα ποτέ....Όπως ξέρετε, δεν μπορώ να λάβω κάποιον από τη Δυναστεία σαν εχθρό.» Χιουρρέμ: «Τώρα έχεις εμένα μπροστά σου. Αν κατάφερες να είσαι τόσο θαρραλέα, τότε ποια είναι η Φατμά Σουλτάνα; Ας έρθουμε στο θέμα μας τώρα....Ένα από αυτά τα σκουλαρίκια βρέθηκε στο σημείο που δέχθηκε επίθεση η Χουριτζιχάν και το άλλο βρέθηκε στο δωμάτιο του Πρίγκηπα Σελίμ. Δεν σκέφτηκες ότι εγώ θα κοίταζα εκεί, σωστά; Ποια νομίζεις πως είσαι; Κανείς δεν μπορεί να πάρει ανάσα σ’αυτό το παλάτι χωρίς την άδειά μου, δεν το ξέρεις αυτό;» Νουρμπανού: «Σουλτάνα μου, ήταν ατύχημα...Σας ορκίζομαι στον Αλλάχ, ότι δεν θα κάνω πια τίποτα χωρίς την άδειά σας! Σας παρακαλώ, συγχωρήστε με, σας παρακαλώ μην με εγκαταλείπετε, για χάρη των εγγονιών σας, για χάρη του Πρίγκηπα Σελίμ!» Χιουρρέμ: «Θα έπρεπε να τα είχες σκεφτεί νωρίτερα αυτά! Ούτε και να χαστουκίσεις μία Σουλτάνα! Η τιμωρία είναι θάνατος και θα πληρώσεις με τη ζωή σου γι’αυτό, και συ επίσης, χάτουν (Τζανφεντά).» Η Τζανφεντά εξηγεί ότι δεν φταίει γι’αυτό. Η Χιουρρέμ διατάζει τον Σουμπούλ να τις πάει και τις δύο στη φυλακή. Νουρμπανού: «Θα με προστατέψετε και αυτό θα μείνει κρυφό ανάμεσά μας. Αν με εκθέσετε, θα πω όλα όσα κάνατε....Χρόνια πριν, με είχατε διατάξει να σκοτώσω μία Σουλτάνα και το έκανα. Είμαι σίγουρη ότι δεν ξεχάσατε τη Ναζενίν Σουλτάνα.» Χιουρρέμ: «Με απειλείς;» Νουρμπανού: «Δεν μου αφήσατε άλλη επιλογή...» Σουμπούλ: «Ποιος θα πιστέψει τα λόγια σας εναντίον της Χιουρρέμ Σουλτάνας;» Νουρμπανού: «Όλοι θα πιστέψουν το γράμμα της Χιουρρέμ Σουλτάνας, όλα είναι καθαρά γραμμένα εκεί. Έχω δέκα γράμματα από σας. Αν με ρωτήσουν γιατί σκότωσα τη Χουριτζιχάν, θα πω ότι εσείς με διατάξατε, καθώς όλοι ξέρουν ότι με διατάζετε, καθώς και όλοι ξέρουν ότι την μισείτε!» Η Φαριγέ μπαίνει στο διαμέρισμα και ενημερώνει την Σουλτάνα ότι η Χουριτζιχάν πέθανε και ο Μπεγιαζίτ είναι στο θεραπευτήριο και δεν είναι καλά. Η Χιουρρέμ διατάζει τη Νουρμπανού να πάει στο διαμέρισμά της και να μη βγει χωρίς την άδειά της. Η Νουρμπανού φαίνεται ανακουφισμένη.
2ο ΜΕΡΟΣ
Η Χουριτζιχαν είναι νεκρη και το πρόσωπό της καλύπτεται. Ο Μπεγιαζίτ, η Φατμα και η Γκιουλφεμ είναι εκει και η Χιουρρεμ φτανει. Ο Μπεγιαζίτ αγκαλιάζει τη μητέρα του. Όταν φεύγουν από το δωμάτιο, ο Σελίμ δίνει τα συλλυπητήριά του στον Μπεγιαζίτ και η Μιχριμα με την Ρανα κάνουν το ίδιο. Στη συνέχεια η Φατμα λέει: «Συγχαρητήρια. Ξεφορτώθηκες την Χουριτζιχαν». Mιχριμα: «Σουλτανα μου, δεν είναι το μέρος, σας παρακαλώ.» Φατμα: «Όποιος πήρε τη ζωή της, θα αποκαλυφθεί και ακόμα και αν αφήσουν το θέμα αυτό, δεν θα το αφήσω εγω.» Σελίμ: «Ο Μπεγιαζίτ αγαπούσε πολύ την Χουριτζιχαν.» Χιουρρεμ: «Αν δεν ήταν ετσι δεν θα την ειχε παντρευτεί και να πάει ενάντια τον Μεγαλειότατο; Ο Αλλάχ να οδηγήσει τα πάντα για το καλύτερο, ακόμα και την αγάπη.»
Εν τω μεταξύ, ο Σουλεϊμάν βρίσκει τον γιο του στη βεράντα και πηγαίνει κοντα του. Ο Σουλεϊμάν τον αγκαλιάζει : «Ο Αλη ( ο ξάδερφος του Προφήτη ) είπε ότι η ζωή είναι δύο ημέρες, μια που μας χαμογελά και η άλλη που είναι γεμάτη θλίψη. Μην εισαι αλαζόνας στην πρώτη και μην εγκαταλείπεις την ελπίδα στην δευτερη.» Μπεγιαζίτ: «Αν είναι ετσι, Μεγαλειότατε μου, τότε εγω έχω ξεκινήσει τη ζωή μου στην δεύτερη ημέρα, επειδή δεν ελειψε ποτε η θλίψη από τη ζωή μου.» Σουλεϊμάν: «Πάντα είναι θέλημα Θεού γιε μου. Η ζωή και ο θάνατος. Ο,τι μας συμβαίνει πρεπει να εχουμε εμπιστοσύνη σ 'Αυτόν. Ο θάνατος είναι το τέλος σε αυτή τη μεταβατική ζωή. Ο θάνατος είναι το άνοιγμα της πόρτας στην αιώνια ζωή.»
Η Ρανα είναι με τους γιους της που λένε ότι θέλουν να δουν τον πατέρα τους και η Ρανα τους λέει ότι δεν μπορουν τώρα , αλλά θα το δουν αργότερα. Καθως περπάτα η Φαριγε την πλησιάζει και η Ρανα της λέει:«Ήμουν έτοιμη να έρθω να σε δω, ήθελα να δω την Χιουρρεμ Σουλτάνα και να της δώσω τα συλλυπητήριά μου.» Φαριγε: « Πρώτα να απαντήσεις για τις πράξεις σου, χατουν.» Ρανα: «Τι εκανα;" Φαριγε: «Σκότωσες την Χουριτζιχαν Σουλτάνα!» Η Ρανα ορκίζεται ότι δεν το εχει κάνει αυτή και η Φαριγε την ρωτα τι είναι αυτό το σκουλαρίκι που βρεθηκε στο δωμάτιό της. Η Ρανα λέει ότι τα σκουλαρίκια δεν είναι δικά της . Η Φαριγε λέει στους αγάδες να την πάρουν στο δωμάτιό της και της λέει «μπορείτε να απαντήσετε στον πρίγκιπα μας !» Η Ρανα φωναζει κλαιγοντας ότι δεν το εχει κάνει αυτη.
Εν τω μεταξύ, ο Σουλεϊμάν είναι με τους γιους του και λέει: «Πόσος καιρός έχει περάσει που δεν έχουμε πάει για κυνήγι. Μπορούμε να πάμε στην Αδριανούπολη και να βγούμε για κυνήγι.» Σελίμ: «Αυτό είναι μια περίφημη ιδέα, Μεγαλειότατε, ο Μπεγιαζίτ είναι πεσμένος και ο φρέσκος αέρας θα του κάνει καλό.» Μπεγιαζίτ: «Μεγαλειότατε, αν επιτρέπετε, θα ήθελα να επιστρέψω στο σαντζάκι μου. Μπορείτε να πάτε με τον Σελίμ αν θέλετε. Δεν θέλω να δυσαρεστήσω κανένα με την μελαγχολική παρουσία μου.» Φτάνει ο Σουμπούλ: «Μεγαλειότατε , βρέθηκε τελικά ο δολοφόνος.» Σουλεϊμάν: «Ποιος είναι αυτός ο προδότης;» Σουμπούλ: «Δυστυχώς, πίσω από όλο αυτό είναι η Γκιοσδε του Πριγκηπα ...Ρανα χατούν.» Μπεγιαζίτ: «Τι είναι αυτά που λες, αυτή είναι η μητέρα των Πριγκηπων μου! Έχετε αποδείξεις;» Σουμπούλ: «Βρήκαμε το σκουλαρίκι που ψάχναμε στα υπάρχοντά της. Είναι στο δωμάτιό σας και περιμένει να την ανακρίνουμε.»
Η Nουρμπανού είναι στο δωμάτιό της και φτάνει η Τζανφεντα: «Η Ρανα Σουλτάνα βρέθηκε νεκρή στο δωμάτιό της, όλοι την θεωρούν ως δολοφόνο της Χουριτζιχάν τώρα. Σωθήκαμε.» Η Nουρμπανού απαντά ότι μπορεί να απαλλάχτηκαν από αυτό το πρόβλημα, αλλά υπάρχει ένα μεγαλύτερο πρόβλημα που τους περιμένει – η Χιουρρέμ δεν θα ξεχάσει και είναι βέβαιο ότι αυτή (Nουρμπανού)θα καταλήξει όπως η Ρανα.
Η Νεργκισαχ εν τω μεταξύ λέει στη γιαγιά της ότι δεν θέλει να πάει στην Άγκυρα και «σας παρακαλώ μην επιτρέψετε με χωρίσουν από εσάς.» Μαχιντεβραν: «Ίσως αυτό είναι καλύτερο ... μένοντας εδώ μαζί μου θα συνεχίσεις να θρηνείς και το πένθος δεν θα σε αφήσει ποτέ.» Nεργκισαχ: «Όχι, είμαι ευτυχισμένη που είμαι μαζί σας. Και εδώ είναι οι τάφοι του πατέρα μου και του αδελφού μου. Δεν θα τους αφής.» Μαχιντεβραν: «Νεργκισαχ , όμορφη μου εγγονή, στην άνοιξη της ζωής σου, μέσα στην ομορφιά της νιότης σου, δεν μπορώ επιτρέψω να μαραθείς μαζί μου. Η μόνη επιθυμία που έχω από τον Κύριο είναι να είσαι χαρούμενη στο σπίτι σου και να βρεις την ευτυχία στο σύζυγο σου και τα παιδιά σου. Ίσως κάνεις έναν γιο και τον ονομάσεις Μουσταφά. Και θα μπορούσε να είναι γενναίος και πολεμιστής σαν τον πατέρα του.» Φινταν: «Έχει δίκιο η Σουλτάνα μας, αν όχι σήμερα ή αύριο θα παντρευτείτε έτσι κι αλλιώς.» Nεργκισαχ: «Και τι θα κάνετε; Δεδομένου ότι το επίδομα σας έχει κοπεί και θα παραδώσετε ό, τι έχετε. Και ξέρω πόσο χρέος έχετε, λόγω του μνημείου του πατέρα μου.» Μαχιντεβραν: «Μην ανησυχείς για αυτά τα πράγματα, όμορφο κορίτσι μου, τι να τον κάνω εγώ τον πλούτο; Εφ 'όσον έχω μέρος για να ζω αυτό είναι αρκετό για μένα.»
Το πρωί βλέπουμε ότι ο Ατματζά έχει έρθει να δει τον Γιουσούφ που λέει: «Ατματζά, εσύ;» Ατματζά: «Όπως βλέπεις είμαι ακόμα ζωντανός. Θα σου πω τα πάντα.» Γιουσούφ: «Όχι, μή μου πεις. Δεν θέλω να ακούσω. Όλα αυτά τα χρόνια ήσουν ζωντανός και δεν ήρθες να με επισκεφθείς ούτε και τη Μαχιντεβράν Σουλτάνα. Ούτε έστειλες μία λέξη. Τώρα τι θα μπορούσα να πω;» Ατματζά: «Γιουσούφ, ηρέμησε.» Γιουσούφ: «Πώς να ηρεμήσω; Μας άφησες μόνους απροστάτευτους, πήραν μακριά τον Πρίγκηπα Μεχμέτ και η Μιχρουννισά χάτουν αυτοκτόνησε. Πληγωθήκαμε, τόσο που δεν μπορείς να φανταστείς! Δεν ήσουν εδώ τότε, γι’αυτό μην μείνεις εδώ, προχώρησε το δρόμο σου.» Ατματζά: «Γιουσούφ, άσε με να σου εξηγήσω.» Γιουσούφ (με γροθιά): «Έχασες αυτή την ευκαιρία καιρό πριν. Φύγε από δω. Όπου ήσουν όλα αυτά τα χρόνια, πήγαινε πάλι εκεί.»
Χιουρρέμ: «Πώς είναι ο Μπεγιαζίτ μου σήμερα;» Φαριγέ: «Είναι καλύτερα, είναι δυνατός, θα αντέξει.» Χιουρρέμ: «Μετά τον θάνατο του Μεχμέτ και του Τζιχανγκίρ, η καρδιά μου έχει τώρα τρία κομμάτια. Τον Σελίμ, τον Μπεγιαζίτ και τη Μιχριμά, και οι τρεις τους είναι πολύ πολύτιμοι....Αυτό το φίδι που το λένε Νουρμπανού, που είναι αυτή;» Φαριγέ: «Δεν βγαίνει από το δωμάτιό της. Προφανώς έχει φοβηθεί.» Χιουρρέμ: «Έβαλα αυτό το φίδι δίπλα στο γιο μου με τα ίδια μου τα χέρια, μεγάλωνε ήσυχα και αθόρυβα και ούτε καν το ήξερα! Πόσο λυπηρό, μπορώ μόνο να δω την κατάσταση που βρίσκεται τώρα! Αυτή ήταν που ενθάρρυνε τον Σελίμ, θα έσπερνε την έχθρα ανάμεσα στους Πρίγκηπές μου.» Φαριγέ: «Τι περιμένουμε, Σουλτάνα μου; Δώστε εντολή και ας της πάρουμε το κεφάλι.» Χιουρρέμ: «Μη βιάζεσαι, όλα στην ώρα τους.»
Ο Σελίμ παίζει σκάκι με τον γιο του και μετά λέει: «Πατέρα, η σειρά σου.» Ακουγεται ένα χτύπημα στην πόρτα και μπαίνει η Νουρμπανού: «Πρίγκηπά μου, άφησέ μας μόνους με τον πατέρα σου.» Μουράτ: «Μα δεν τελειώσαμε, μητέρα.» Νουρμπανού: «Τελειώνετε αργότερα.» Η Νουρμπανού λέει: «Μήπως σκέφτεσαι να με παραδώσεις με τα ίδια σου τα χέρια;» Σελίμ: «Δεν σκέφτομαι, αυτό που έκανες είναι απαράδεκτο. Αλλά δεν θέλω να έρθω αντιμέτωπος με τον Μπεγιαζίτ και τη μητέρα μου άλλο πια.» Νουρμπανού: «Μόνο γι’αυτό το λόγο; Η αγάπη σου για μένα δεν παίζει ρόλο στην απόφασή σου;» Σελίμ: «Νουρμπανού, αν δεν σ’αγαπούσα θα τους είχα δώσει το όνομά σου (θα σε είχα μαρτυρήσει) χωρίς καν να το σκεφτώ. Δεν θα έμενα σιωπηλός. Πρέπει να το μάθεις αυτό. Είμαι ακόμα θυμωμένος μαζί σου. Δεν ξέρω πώς θα ξεπεράσουμε αυτό το τελευταίο συμβάν.» Νουρμπανού: «Εγώ θα σε κάνω να τα ξεχάσεις όλα. Ο χρόνος θα μας βοηθήσει να γιατρευτούμε.»
Ο Σελιμ πηγαίνει να επισκεφθεί τον Μπεγιαζίτ: «Μπορώ να περάσω; Εξακολουθείς να σκέπτεσαι την Χουριτζιχαν έτσι;» Μπεγιαζίτ: «Τον τελευταιο καιρο έχω ζήσει με πολλούς νεκρούς μιλώντας τους. Με εχει κουράσει πολύ το να κουβαλώ τον αδελφό μου Μουσταφά και τον Τζιχανγκιρ στην καρδιά μου. Τώρα μαζί τους κουβαλώ και την Χουριτζιχαν.» Σελιμ: «Δεν υπάρχει τρόπος να τους αφήσεις πίσω;» Μπεγιαζίτ: «Όχι , δεν μπορώ, θέλεις να μάθεις γιατί; Επειδή άφησαν αυτόν τον κόσμο πολύ νωρίς, άφησαν πολλά πράγματα στην μεση ... μας άφησαν την έλλειψη τους και γι 'αυτό πάντα θα μας ακολουθουν.»
Στο παλάτι της Μιχριμα, ο Ρουστεμ είναι με τη σύζυγό του και την Χιουρρεμ. Ρουστεμ: «Ξέρετε όλα τα πράγματα που έχουμε περάσει πρόσφατα και όλα οσα συνέβησαν εγιναν λογω του Σελιμ. Αν δεν είχαμε αναμιχτεί, ο πρίγκιπας Μπεγιαζίτ δεν θα ειχε παθει τιποτα ουτε ο Σελίμ θα ειχε πληγεί. Από αυτό το σημείο δεν μπορούμε να αφήσουμε τιποτα στην τύχη.» Μιχριμα: "Ο Ρουστεμ είναι σωστός, μητέρα , δεν μπορούμε να εμπιστευθούμε τον Σελίμ πια , είναι απαραίτητο για εμάς να λάβουμε προληπτικά μέτρα.» Χιουρρεμ: «Είναι προφανές ότι έχετε κάτι στο μυαλό σας." Ρουστέμ: "Ναι, Σουλτανα μου. Πρέπει να στείλουμε κάποιον στην Μανισα που δεν θα κάνει πράγματα με δική του πρωτοβουλία. Χρειαζόμαστε κάποιον που να μπορεί να κουμαντάρει τον Σελιμ." Χιουρρεμ: "Συμφωνώ. Ποιον θα στείλουμε έχετε σκεφτεί αυτό;» Ρουστεμ: «Φυσικά ... Αγάδες……» Τότε βλέπουμε τον Λαλα του Μπεγιαζίτ να μπαινει.
Βλέπουμε τον Ατματζα να κοιτάζει τον τάφο του Μουσταφά που χτίζεται και την Μαχιντεβραν να εχει ερθει στον χωρο. Γιουσουφ: «Δεν σου είπα να μας αφήσεις και να φύγεις; Τι κάνεις ακόμα εδώ;» Μάχιντεβραν: «Γιουσουφ ... πηγαινε με τη Νεργκισαχ και την Φινταν να φυτέψετε τα λουλούδια που φέρατε. Πήγαινε τώρα.» Μαχιντεβραν: «Σοκαρίστηκα όταν άκουσα από τον Γιουσουφ ότι εισαι ζωντανός και ότι έχεις έρθει στην Προύσα. Τοσα χρόνια πέρασαν και ούτε ένα νεο ή μια είδηση δεν ήρθε από σένα. Πρέπει να έχεις μια εξήγηση για αυτό.»
Ο Ρουστέμ λέει εν τω μεταξύ: «Σε απολύω από την Κιουτάχεια, Μουσταφά Λάλα. Από αυτό το σημείο και μετά δεν είσαι ο Λάλα του Μπεγιαζίτ.» Λάλα: «Συγχωρήστε με, Πασά, και Σουλτάνα μου, αν έχω κάνει κάποιο λάθος, σας εκλιπαρώ να με συγχωρήσετε.» Ρουστέμ: «Περίμενε, μην ανησυχείς, σε μεταθέτω από την Κιουτάχεια στην Μάνσα. Από δω και πέρα, θα είσαι ο Λάλα του Πριγκηπα Σελίμ.» Λάλα: «Μήπως έχει παράπονο ο Πρίγκηπας Μπεγιαζίτ από μένα; Είχαμε τις διαφορές μας κάποιες στιγμές, αλλά εγώ νοιαζόμουν πάντα για την ασφάλειά του.» Χιουρρέμ: «Θα ισχύει ακόμα αυτό, Λάλα Μουσταφά. Το καθήκον σου δεν θα αλλάξει έτσι κι’αλλιώς. Ο Πρίγκηπας Σελίμ επιθυμεί το αδερφός του να τραβήξει λάθος μονοπάτι, γι’αυτό το λόγο, θα πας. Για να τον εμποδίσεις. Καταλαβαίνεις το καινούργιο σου καθήκον, Λάλα Μουσταφά;» Ο Λάλα το δέχεται και λέει ότι να μην έχουν την παραμικρή αμφιβολία ότι θα κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για όφελος του Μπεγιαζίτ. Ακούγεται ένα χτύπημα στην πόρτα και η παλλακίδα ανακοινώνει την άφιξη του Μπεγιαζίτ.
Η Μαχιντεβράν εν τω μεταξύ λέει στον Ατματζά: «Αυτό σημαίνει ότι ο Μουσταφά σε έκανε έμπιστο του Μπεγιαζίτ, σωστά;» Ο Ατματζά γνέφει:
«Όπως ξέρετε, αυτός ήταν πιστός και αγαπούσε τον Πρίγκηπά μας.» Μαχιντεβράν: « Αυτό είναι σαφές. Αλλά, όπως και να’χει, είναι γιος της Χιουρρέμ, Ατματζά.» Ατματζά: «Το σκέφτηκα κι’εγώ αυτό, αλλά γνωρίζοντας τον Πρίγκηπα Μπεγιαζίτ, είδα ότι ο Μπεγιζαίτ δεν μοιάζει στη Χιουρρέμ Σουλτάνα.» Μαχιντεβράν: « Σε ποιον μοιάζει τότε; Στον Σουλτάνο Σουλεϊμάν; Σ’αυτή την περίπτωση είναι το χειρότερο.» Ο Ατματζά γνέφει αρνητικά: «Όχι, είναι δυνατός και έξυπνος όπως ήταν και ο Πρίγκηπάς μας. Έστειλε τα σέβη του και χαιρετίσματα σε σας. Και μάλιστα, έστειλε χρυσάφι στον μνήμα του Πρίγκηπά μας.» Μαχιντεβράν: «Δεν το χρειάζομαι. Δεν χρειάζομαι κανενός τη φιλανθρωπία.» Ατματζά. «Σουλτάνα μου, αυτό είναι ένα δώρο. Ήθελε να δείξει την αγάπη του και το σεβασμό του προς τον Πρίγκηπά μας.» Μαχιντεβράν: «Γιατί δεν λες καλύτερα ότι ντρέπεται μ’αυτό που έκανε ο πατέρας του. Μου πήρε όλο τον πλούτο και τη γη μου και μου έκοψε το επίδομα.» Ατματζά: «Αυτό το ακούω πρώτη φορά από εσάς. Σ’αυτή την περίπτωση πρέπει να δεχθείτε το χρυσάφι.» Μαχιντεβράν: «Στείλ’το πίσω. Έχω ένα γερό ποσό από χρυσό που θα μου φτάσει. Έτσι κι’αλλιώς πόσο θα ζήσω ακόμα;»
Ο Μπεγιαζίτ ρωτά: «Τι συμβαίνει , γιατί είστε έτσι συγκεντρωμένοι;» Λάλα: « Πρίγκηπά μου, για όλα αυτά τα χρόνια που ήμουν κοντά σας, ξέρω ότι, ό,τι έκανα το έκανα για να σας προετοιμάσω για το θρόνο , επειδή ξέρω, ότι ο θρόνος είναι το μελλοντικό σας δικαίωμα.» Μπεγιαζίτ: «Είμαι περίεργος, τι συμβαίνει πραγματικά.» Ρουστέμ: «Διορίζω τον Λάλα Μουσταφά κοντά στον Πρίγκηπα Σελίμ. Μ’ αυτόν τον τρόπο, δεν θα τολμήσει να κάνει πράγματα πίσω από την πλάτη σας, όπως έκανε με το θέμα των επαναστατών του ψευδο-Μουσταφά.» Μπεγιαζίτ: «Καλά το σκέφτηκες. Είναι δύσκολο να ξέρω ποιο θα είναι το επόμενο βήμα του Πρίγκηπα Σελίμ. Για δικό του όφελος θα έκανε όλων των ειδών τα τεχνάσματα και ψέματα.» Χιουρρέμ: «Είμαι σίγουρη ότι ο Πρίγκηπας Σελίμ έχει ηρεμήσει και θα είναι σωστός. Η παρουσία του Λάλα Μουσταφά θα είναι απλά μία προφύλαξη.» Ρουστέμ: «Όσο ο Λάλα Μουσταφά θα είναι εκεί, ο Πρίγκηπας Σελίμ θα ξέρει ότι η σκιά μας θα τον ακολουθεί πάντα.»
Τη νύχτα, η Χιουρρέμ περιμένει μπροστά από την πόρτα του διαμερίσματος του Σουλεϊμάν και όταν βγαινει τον φωνάζει με το όνομά του: «Ήρθα από το παλάτι της Μιχριμά, ο Μπεγιαζίτ ήταν ακόμα εκεί.» Σουλεϊμάν: «Πώς είναι ο Μπεγιαζίτ;» Χιουρρέμ: «Θα χρειαστεί χρόνο να συνέλθει, αλλά είναι δυνατός όπως ξέρεις, θα συνέλθει.» Σουλεϊμάν: «Πότε θα επιστρέψουν οι Πρίγκηπές μου στα Σαντζάκια τους;» Χιουρρέμ: «Σε λίγες μέρες, πρώτα ο Θεός....Σουλεϊμάν.....ο Μπεγιαζίτ και ο Σελίμ είναι πολύτιμοι σε μας. Είναι η ελπίδα μας. Είναι και οι δύο έξυπνοι, γενναίοι, αλλά είναι ακόμα άπειροι. Μπορεί να κάνουν λάθη, αλλά είναι στο χέρι μας να τα αποτρέψουμε. Δεν πρέπει να πάρουμε τα μάτια μας από πάνω τους. Πρέπει να τους δείξουμε την υποστήριξή μας και το ενδιαφέρον μας.» Σουλεϊμάν: «Έχεις δίκιο, όποτε κάνουν κάτι μόνοι τους, έρχονται άσχημα νέα.» Χιουρρέμ: «Για να το αποτρέψουμε αυτό, σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να στέλναμε την Φαριγέ στη Μάνισα και τον Λοκμάν στην Κιουτάχεια, φυσικά αν το βρίσκεις κι εσύ σωστό.» Σουλεϊμάν: «Η Φαριγέ και ο Λοκμάν είναι έμπειροι σε θέματα σχετικά με το παλάτι και θα είναι ικανοί να διατηρήσουν τη γαλήνη στο χαρέμι των Πριγκήπων μου. Καλά το σκέφτηκες.» Μετά εκείνος απομακρύνεται.
Πίσω στο δωμάτιο του Σελίμ, η Νουρμπανού του λέει ότι είχε ετοιμάσει ορτύκια, επειδή του αρέσουν....του λέει ότι θα ήταν ωφέλιμο και για τους δυο αν πήγαιναν στη Μάνισα. Η Φαριγέ μπαίνει και τους λέει ότι σε δύο μέρες, θα φύγουν και εκείνη θα τους ακολουθήσει, κατόπιν εντολής της Χιουρρέμ Σουλτάνας και την έγκριση του Μεγαλειότατου. Αφού φεύγει, η Νουρμαπνού λέει ότι η Χιουρρέμ Σουλτάνα την βλέπει σαν εχθρό πια. Ο Σελίμ της λέει να μην το κάνει τόσο μεγάλο θέμα και ότι η μητέρα του πρέπει να έχει βάλει κάποια σοφία πίσω από την απόφασή της.
Στην επόμενη σκηνή, βλέπουμε τον Γιουσούφ να πλησιάζει τον Ατματζά και να τον ρωτά αν φεύγει. Ο Ατματζά το επιβεβαιώνει. Γιουσούφ: «Η Μαχιντεβράν Σουλτάνα μου είπε όσα πέρασες, αλλά δεν μπορώ ακόμα να σε συγχωρήσω.» Ατματζά: «Μακάρι να μπορούσα να είχα κάνει περισσότερα...» Γιουσούφ: «Θα επιστρέψεις, έτσι δεν είναι; Δεν θα με αφήσεις μόνο εδώ...» Ατματζά: «Φυσικά θα γυρίσω. Μέχρι τότε, η Σουλτάνα μας και το παλάτι είναι στα χέρια σου.» Γιουσούφ: «Δεν μπορείς να μείνεις λίγο παραπάνω;» Η Μαχιντεβράν, παρακολουθώντας αυτή τη σκηνή, έρχονται μνήμες από τον δικό της γιο και εγγονό.
Η Φιντάν λέει στη Μαχιντεβράν ότι η κατάστασή τους δεν είναι καλή, ειδικά από τότε που δεν δέχθηκε το χρυσό που της δόθηκε. Η Μαχιντεβράν την ρωτά πόσο αντέχουν ακόμα οικονομικά και η Φιντάν λέει ότι αντέχουν για ένα χρόνο περίπου ακόμα με το κεφάλαιο που τους έχει απομείνει, καθώς έχει εκατοντάδες ανθρώπους στην υπηρεσία της. Μαχιντεβράν: «Φύγε κι’εσύ. Μπορείς να προσέχεις τον εγγονό μου.» Φιντάν: «Όχι. Καλύτερα να πέθαινα παρά να σας εγκαταλείψω....»
Στην Κωνσταντινούπολη, οι δύο Πρίγκηπες παίρνουν την ευχή των γονιών τους και τους φιλούν το χέρι από σεβασμό. Η Χιουρρέμ κοιτάζει τον Σουλεϊμάν, ο οποίος δεν κοιτά πίσω.
Στο χαρέμι, ο Σουμπούλ λέει στον Λοκμάν και στη Φαριγέ ότι δεν ξέρει τι θα κάνει χωρίς αυτούς. Λοκμάν: «Δε θα σε βάλουν να σφουγγαρίσεις το πάτωμα, μη στενοχωριέσαι.» Σουμπούλ: «Να θυμάστε πάντα τις οδηγίες της Χιουρρέμ Σουλτάνας, να έχετε τα μάτια σας δεκατέσσερα, η δουλειά σας είναι σημαντική, ειδικά εσένα, Φαριγέ...αυτή η Βενετσιάνα θα σε πονοκεφαλιάσει!» Φαριγέ: «Δεν χρειάζεται ανησυχία. Ο Αλλάχ θα με βοηθήσει.»
Στη βεράντα, η Χιουρρέμ λέει στον Σουλεϊμάν ότι τώρα έχουν μείνει μόνοι και οι φωνές των Πριγκήπων τους και των εγγονών τους σιγά σιγά απομακρύνονται. Χιουρρέμ: «Αν θέλεις, μπορώ να ετοιμάσω ένα γεύμα για μας. Μπορούμε να φάμε μαζί και να μιλήσουμε....έχουμε καιρό να.....»Σουλεϊμάν: «Όχι τώρα. Άφησέ με μόνο.»
Η Χιουρρέμ βγαίνει από το δωμάτιο και λέει στον Σουμπούλ ότι ο Μεγαλειότατος έχει χτίσει τοίχους γύρω του. Ό,τι και να κάνει εκείνη, δεν μπορεί να γκρεμίσει αυτούς τους τοίχους.» Σουμπούλ: «Η απώλεια ενός παιδιού είναι μεγάλη....» Χιουρρέμ: «Όχι μόνο αυτό, αλλά οι τύψεις του μαυρίζουν την καρδιά.» Σουμπούλ: «Σουλτάνα μου, σας παρακαλώ, μην τον αφήνετε μόνο του στον πόνο του. Όπως ξέρετε, όταν ένας άνθρωπος κλείνεται στον εαυτό του, είναι πιο εύκολο γι’αυτόν να καταρρεύσει.» Χιουρρέμ: «Θεός φυλάξοι. Είναι πολύ δυνατός, αλλά εγώ σίγουρα θα είμαι στο πλευρό του. Δεν υπάρχει άλλη γιατρειά εκτός ο ένας τον άλλον....»
Στη συνέχεια, βλέπουμε την Nουρμπανού φρικαρισμένη να φτιάχνει τα ρούχα της και να επιστρέφει στο χαρέμι όπου παίρνει τη θέση της, γεμάτη ταραχή. Βλέπουμε τα δάχτυλα της Χουριτζιχάν να κινούνται. Ο Μπεγιαζίτ βλέπει τον αδελφό του Σελίμ να μιλα στον πατέρα του και ο Σουλεϊμάν το παρατηρεί. Στο χαρέμι η διασκέδαση συνεχίζεται και η Τζανφεντα λέει στη Nουρμπανού αν είναι εντάξει και την ρωτά: «Μιλήσατε στον Γκαζανφερ , τι ήταν τόσο σημαντικό;» Nουρμπανού : «Όχι τώρα Τζανφεντα , αργότερα.»
Βλέπουμε την Χιουριτζιχάν , αποπροσανατολισμένη με πόνους να περπατά στον διάδρομο . Φτάνει στο χαρέμι και βλέπει τριγύρω. Η Χιουρρέμ την βλέπει: «Χιουριτζιχάν, τι συνέβη;» Η Χιουριτζιχάν σωριάζεται στο έδαφος. Η Φαχριγε δείχνει ότι υπάρχει αίμα στο κεφάλι της και η Χιουρρέμ γυρνά προς την Nουρμπανού.
Εν τω μεταξύ, ο Σουλεϊμάν είναι με τους γιους του. Λέει: «Είναι καιρός να επιστρέψετε στην σαντζάκια σας. Θα πρέπει να αρχίσετε τις προετοιμασίες αμέσως.» Σελίμ: «Όπως διατάζετε , Μεγαλειότατε.» Ο Σουλεϊμάν γυρίζει στον Μπεγιαζίτ που γνέφει συγκαταβατικά. Ο Ρουστέμ λέει: «Μεγαλειότατε, σύμφωνα με το διάταγμα, το φορολογικό ζήτημα που προέκυψε από την Αίγυπτο έχει ρυθμιστεί. Το επιπλέον ποσό δεν θα εισπραχθεί το επόμενο έτος και με αυτόν τον τρόπο, θα έχει λυθεί το θέμα της αδικίας που έγινε.» Σουλεϊμάν: «Έξοχα. Οι άνθρωποι είναι μια παρακαταθήκη σε μας από τον Αλλάχ. Αν δεν ασχοληθούμε πώς μπορούμε να απαντήσουμε στον Θεό;» Σοκολλού: «Ένας αγγελιοφόρος έχει σταλεί στην Προύσα, οι διαταγές σας για την Μαχιντεβραν Σουλτάνα θα εκτελεστούν σύντομα.» Σουλεϊμάν: «Έξοχα.» Μπεγιαζίτ: «Συγχωρήστε μου την περιέργεια, Μεγαλειότατε , τι απόφαση πήρατε για την Σουλτάνα μας;» Σουλεϊμάν: «Η Μαχιντεβραν Σουλτάνα χρησιμοποίησε την περιουσία που της είχα παραχωρήσει για την υποστήριξη των ανταρτών. Ό, τι έχει στην κατοχή της, θα επιστραφεί και δεν θα πάρει ούτε ένα νόμισμα από δω και πέρα από το θησαυροφυλάκιο.» Μπεγιαζίτ: «Πώς ξέρετε ότι ήταν αλήθεια, Μεγαλειότατε; Ίσως εκείνοι που με κατηγόρησαν ήθελαν να ρίξουν τις ευθύνες σε εκείνη.» Ρουστέμ: «Είναι βέβαιο, έχουμε αδιάσειστες αποδείξεις στην κατοχή μας, Πρίγκηπά μου. Κι εκείνη, όπως ο Αχμέτ Πασάς, υποστήριξε, δυστυχώς, τους αντάρτες.» Ο Λοκμαν φτάνει και λέει: «Μεγαλειότατε, η Χουριτζιχάν Σουλτάνα έχει πέσει στη μέση της σάλας του χαρεμιού και έχει μεταφερθεί για νοσηλεία.» Σουλεϊμάν: «Τι της συνέβη;» Λοκμαν: «Δεν ξέρω, αλλά είναι προφανές ότι η κατάστασή της δεν είναι καθόλου καλή.» Ο Σουλεϊμάν γνέφει στον Μπεγιαζίτ να πάει.
Οι γιατροί είναι με τη Χουριτζιχαν, ενώ οι γυναίκες, συμπεριλαμβανομένης της Νουρμπανου, περιμένουν έξω. Η Χιουρρεμ αντιλαμβανεται ότι η Νουρμπανου ειναι εξαιρετικά νευρική και της γνέφει να πλησιάσει. Χιουρρεμ: «Τι συνέβη Nουρμπανου; Τι άγχος είναι αυτό;" Nουρμπανου: «Δεν εχω κατι, είμαι απλά ανησυχη για την κατάσταση της Χουριτζιχαν.» Ο Μπεγιαζίτ ανακοινώνεται και έρχεται κατ 'ευθείαν στη μητέρα του. Μπεγιαζίτ: «Μητέρα, πού είναι η Χουριτζιχαν, τι της συνέβη;» Χιουρρεμ: «Μην ανησυχείς, Πρίγκιπά μου, οι γιατροί είναι μαζί της και κάνουν ό, τι χρειάζεται.» Μπεγιαζίτ: «Τότε τι συνέβη;» Χιουρρεμ: «Εμείς δεν ξέρουμε τι συνέβη, κατέρρευσε στο πάτωμα και έτρεχε αίμα από το κεφάλι της. Πιθανότατα έχει χτυπήσει το κεφάλι κάπου.» Ο Μπεγιαζίτ πηγαινει κοντα στην Χουριτζιχαν και η μητέρα του τον ακολουθεί. Μπεγιαζίτ: «Χουριτζιχαν !! Πώς είναι η κατάσταση της;» Γιατρός: «Έχει τραυματιστεί στο κεφάλι αρκετά άσχημα, Πρίγκιπα μου.» Χιουρρεμ: «Θα ανακάμψει ;» Γιατρός: «Είναι δύσκολο να πω ακομα, θα προσευχόμαστε και ο Θεός είναι μεγάλος.» Μπεγιαζίτ: «Πώς θα μπορούσε να έχει συμβεί το περιστατικό, γιατρέ; Πώς θα μπορούσε να έχει χτυπήσει το κεφάλι της;» Γιατρός: «Δεν ξέρω πώς συνέβη Πρίγκιπα μου, μόνο που αυτό δεν είναι ατύχημα.»
Η Νουρμπανου ορμά εν τω μεταξύ στο δωμάτιό της και η Τζανφεντα ακολουθεί λέγοντας: «Σουλτανα μου , είναι προφανές ότι κάτι συνέβη. Σας παρακαλώ μην το κρύβετε από μένα, πείτε μου ίσως θα μπορούσα να βοηθήσω.» Νουρμπανου: «Είναι λόγω του Γκαζανφερ! « Τζανφεντα: «Τι σας έκανε;» Nουρμπανου: «Διακήρυξε την αγάπη του για μένα και ακριβώς τη στιγμή που ήμουν έτοιμη να φωνάξω όπως του άξιζε, είδα την Χουριτζιχαν Σουλτανα ...Με είχε ακολουθήσει και μας είδε ... Την ακολούθησα, με απείλησε. Επρόκειτο να με συκοφαντήσει. Ηθελε να πει ότι υπήρχε σχέση μεταξύ μου και του Γκαζανφερ. Αλλάχ, τι κακό έχω κάνει!» Μια υπηρετρια ενημερώνει τη Νουρμπανου ότι έχει έρθει ο Σελιμ. Η Νουρμπανου προσπαθεί να στεγνώσει τα δάκρυά της και στη συνέχεια παρατηρεί ότι της λείπει το ένα από τα σκουλαρίκια της. Βγαζει το άλλο. Ο Σελιμ μπαίνει στο δωμάτιο και οταν κάθεται τον ρωτά : «Σελίμ, πώς είναι η κατάσταση της Χουριτζιχαν Σουλτάνας;» Σελιμ: «Είναι αναίσθητη, όμως, λέγεται ότι κάποιος προσπάθησε να την στραγγαλίσει.» Νουρμπανου: «Πως;’» Σελιμ: «Έχει σημάδια πάλης στο σώμα της ... και στραγγαλισμού. Θεού θέλοντας όταν συνελθει, το συντομότερο δυνατό, θα επιλυθεί αυτό το ζήτημα. Ας μην μιλαμε γι 'αυτό τώρα.» Nουρμπανου: «Πρέπει να δώσουμε τα συλλυπητήριά προς τον Μπεγιαζίτ ... Νομίζω ότι πρέπει να τον επισκεφτείς. Θα ευχαριστήσει αυτό τον Μεγαλειότατο μας.» Ο Σελίμ γνέφει.
Η Χιουρρεμ πλένει τα χέρια της στο δωμάτιό της και η Mιχριμα λέει: «Καθως όλα μας τα προβλήματα τελείωναν, επρεπε να συμβεί αυτο; Ποιος νομίζετε ότι το έχει κάνει, έχετε καποιες εικασίες;» Χιουρρεμ: «Δεν ξέρω, δεν θέλω να κατηγορήσω κανέναν άδικα.» Η Φατμα μπαίνει. Φατμα: «Ακριβώς όπως ειχες κάνει τον κόσμο ένα δυσβάσταχτο μερος για τη μητέρα και τον πατέρα της, δεν έδειξες επίσης κανένα έλεος σε αυτήν χωρίς να διστάσεις. θέλησες να την σκοτώσεις ετσι;» Mιχριμα: «Σουλτανα μου, προσέξτε τα λόγια σας. Χωρίς να γνωρίζετε...» Η Χιουρρεμ την διακόπτει: «Μιχριμα...» Χιουρρεμ: «Σουλτανα μου, ακόμη και αν μια πέτρα χτυπήσει το πόδι σας, θα με κατηγορήσετε. Και κατά τη γνώμη σας, εγω ευθύνομαι για όλους τους θανάτους και τα κακά πράγματα, ενώ όλοι θυσίαστηκαν για τις δικές τους φιλοδοξίες και εχουν καταστραφεί. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία καμια, αυτό θα είναι το τέλος σας.» Φατμα: «Έχετε χάσει πραγματικά τον εαυτό σας, Χιουρρεμ ... παίζετε με τη φωτιά.» Χιουρρεμ: «Ακόμα δεν εχεις καταλάβει; ΕΓΩ είμαι ότι η φωτιά.»
Βλέπουμε τη Φαριγιε που λέει στους αγάδες να ανακρίνουν κάθε μεμονωμένο άτομο και ότι θα υπάρχει σίγουρα κάποιος που θα έχει ακούσει ή δει κάτι. Ο Σουμπουλ της λέει ότι αν ξέρει κάτι που δεν ξέρει αυτος να του το πει (υπονοώντας ανάμιξη της Χιουρρεμ), αλλά η Φαριγιε λέει ότι δεν εχει να κάνει με «αυτούς» και η Χιουρρεμ σουλτανα είναι έκπληκτη και σοκαρισμένη για το όλο θέμα . Ο Σουμπουλ ρωτα τότε για την περίπτωση που θα μπορούσε να τολμήσει να κάνει ένα τέτοιο πράγμα. Η Φαριγιε κουνάει το κεφάλι της,πως δεν ξέρει. Ενας αγάς λέει ότι δεν έχει βρει κατι στη σκηνή του συμβάντος. Τους δείχνει το δάπεδο της αίθουσας και επισημαίνουν οτι «δεν υπάρχει πάρα πολύ αίμα.» Ο Σουμπουλ λέει στην Φαριγιε να ενημερώσει τον Μπεγιαζίτ.
Η Τζανφεντα περιμένει. Εν τω μεταξύ, έξω από το δωμάτιό του Σελίμ, η Νουρμπανου βγαίνει και την πλησιάζει: «Ένα από τα σκουλαρίκια μου λείπει. Έπεσε όταν πάλευα με την Χουριτζιχαν. Πρέπει να το βρεις και να μου το φέρεις πίσω, Τζανφεντα, θα πρέπει να το κανεις.» Τζιανφεντα: «Πού είναι, Σουλτάνα μου;» Εν τω μεταξύ ο Μπεγιαζίτ έχει φτάσει στον χωρο που είχε πέσει η Χουριτζιχαν. Βλέπει το αίμα. Σουμπουλ: «Πρίγκιπα μου, οι Αγάδες βρήκαν αυτο ( εχει ενα πέπλο στα χέρια ) και σύμφωνα με τη Φαριγιε, ανήκει στην Χουριτζιχαν σουλτανα.» Μπεγιαζίτ: «Κοίταξες προσεκτικά;Υπαρχει κάτι άλλο;» Σουμπουλ: «Ψάχνουμε, ήθελα να σας ενημερώσουμε.»
Η Τζανφεντα πλησιαζει τον χωρο και βλέπει τους Αγάδες, κοιταει γύρω και βρίσκει την Φαριγιε η οποία λέει: «Τι κάνεις εδώ;» Τζανφεντα: «Είχα κάτι να κάνω στο πλυσταριό , ήμουν επικεφαλής σχετικά με την Νουρμπανου Σουλτανα.» Φαριγιε: «Μην κατασκοπεύεις τριγυρω, αλλιώς θα εχεις πρόβλημα.» Μόλις η Φαριγιε πάει στον Μπεγιαζίτ, η Τζανφεντα γυρναει πίσω και κρύβεται στη γωνία. Ο Μπεγιαζίτ στην Φαριγιε: «Να μάθετε για κάθε άτομο που περπάτησε εδώ σήμερα.» Φαριγιε: «Όπως επιθυμείτε, θα αρχίσουμε ακόμη και με τους Αγάδες.» Μπεγιαζίτ: «Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο η Χουριτζιχαν ήταν εδώ. Γιατί να έρθουν εδώ;» Σουμπουλ: «Ίσως ήρθε από τον κυρίως κηπο, Πρίγκιπα μου, ή πήγαινε εκεί, όμως, γιατί να πάει την ωρα των εορτασμών;» Ο Μπεγιαζίτ βλέπει το σκουλαρίκι. Η Τζανφεντα κρυφοκοιτάζει από τη γωνία.
Η Νουρμπανου είναι με το γιο της, ο οποίος λέει: «Μητέρα …», αλλα αντιλαμβανεται πόσο νευρική είναι. «Τι έπαθες; Φαίνεσαι τόσο λυπημένη.» Nουρμπανου: «Είμαι καλά , γιε μου, δεν υπάρχει τίποτα να ανησυχείς. Υπήρξαν κάποια θλιβερά επεισόδια στο χαρέμι, το μυαλό μου είναι σε αυτά.» Η Τζανφεντα φτάνει. Nουρμπανου: «Τι συνέβη Τζανφεντα, το βρήκες;» Τζανφεντα: «Δυστυχώς δεν μπόρεσα να φτάσω εκεί έγκαιρα. Ο πρίγκιπας Μπεγιαζίτ βρήκε το σκουλαρίκι» Nουρμπανου: «Τι είναι αυτά που λες, Τζανφεντα; Αν βρουν την αλήθεια, δεν θα με αφήσουν να ζήσω!!!!»
Η Χιουρρέμ στέκεται πάνω από την Χουριτζιχαν η οποία εξακολουθεί να είναι αναίσθητη. Χιουρρεμ: «Δυστυχώς, η κατάσταση συνεχίζει να είναι σοβαρή και η ζωή της Σουλτανας μας κρέμεται από μια λεπτή κλωστή. Από τη μια πλευρά ο θάνατος, από την άλλη η ζωή. Οι γιατροί έχουν κληθεί και ελπίζουμε ότι θα κερδίσουν αυτή τη μάχη και θα μας κάνουν να χαμογελάσουμε και πάλι.» Σουλεϊμάν: «Ποιος θα τολμούσε να το κάνει αυτό;’’ Χιουρρεμ: ‘ «Η έρευνα συνεχίζεται, Μεγαλειότατε και όποιος και αν είναι , θα τον τιμωρήσω με τα χέρια μου.» Σελιμ: «Σε τι κατάσταση βρίσκεται το φτωχό κορίτσι.» Μπαίνει ο Μπεγιαζίτ. «Μεγαλειότατε, μητέρα , βρήκα αυτό το σκουλαρίκι, ήταν εκεί που βρεθηκε η Χουριτζιχαν.» Χιουρρεμ: «Είναι δικό της;» Μπεγιαζίτ: «Όχι, δεν είναι δικό της, μητέρα. Όποιος είναι ο ιδιοκτήτης αυτού του σκουλαρικιού, είναι αυτός που έφερε την Χουριτζιχαν σε αυτή την κατάσταση.» Ο Σουλεϊμάν πλησιάζει και παίρνει το σκουλαρίκι και στη συνέχεια λέει: «Σουμπουλ, να διερευνήσεις, θα κοιτάξεις κάτω από κάθε πέτρα και θα βρεις ποιος είναι ο προδότης, ποιος έφερε την ανιψιά μου σε αυτή την κατάσταση.» Σουμπουλ: «Όπως διατάξετε, Μεγαλειότατε.» Σουλεϊμάν: «Μπεγιαζίτ, οι γιατροί θα κάνουν ό, τι είναι απαραίτητο, θα πρέπει να προσεύχεστε και με την βοηθεια του Αλλάχ , θα αναρρώσει.» Μπεγιαζίτ: «Θεού θέλοντος, Μεγαλειότατε.» Σελίμ: «Εύχομαι να είναι περαστικά , Μπεγιαζίτ.»
Στην Προύσα η Νεργκισαχ λέει στον Γιουσουφ να βαλει μερικά λουλούδια Νάρκισσους: «Ο πατέρας μου τα αγαπούσε πολυ. Και, επίσης, βολβούς τουλίπας. Όλα θα πρέπει να φυτευτούν γύρω από το συγκρότημα, στον κήπο του τάφου του πατέρα μου.» Γιουσουφ: «Μην ανησυχείτε, Σουλτανα μου , όπως εσείς το θέλετε, ετσι θα γίνει.» Nεργκισαχ: «Ποιοι είναι αυτοί οι άντρες, Γιουσουφ;» Γιουσουφ: «Θα μάθω αμεσως.» Γιουσουφ: «Αγάδες , τι συμβαίνει , ποιοι είστε; Για ποιο λόγο έχετε έρθει;» Αντρας: «Είμαι ο Λοχίας Νουμαν. Έρχομαι με εντολη του Μεγαλειοτάτου μας από την πρωτεύουσα . Πρέπει να δω την Μαχιντεβραν Σουλτανα.»
Εν τω μεταξύ, βλέπουμε την Μαχιντεβραν να κάθεται και η Φινταν να λέει ότι δεν έχει φάει και αν συνεχίσει ετσι θα αρρωστήσει . Η Μαχιντεβραν λέει ότι εφαγε αρκετά και να ενημερώσει να τα μαζέψουν. Η Νεργκισαχ φτάνει : «Βαλιδέ, Σουλτανα μου, ένας λοχίας έχει έρθει από την Πρωτεύουσα, θέλει να σας δει και λέει ότι έχει σημαντικές ειδήσεις.» Μαχιντεβράν: «Ας έρθει.» Λοχίας Νουμαν: "Εξοχότατη Μαχιντεβραν Σουλτανα, είμαι ο προσωπικός αγγελιοφόρος του Ρουστεμ Πασά.» Mαχιντεβραν: «Μην λέτε το όνομά αυτου του άνδρα στο παλάτι μου. Δεν απομακρύνθηκε από τη θέση του; Γιατί ακόμα τον αποκαλούν Μεγάλο Βεζίρη;" Νουμαν: «Ο Καρά Αχμέτ Πασάς έχει εκτελεστεί για εγκλήματα δωροδοκίας και αποστολή χρημάτων στους αντάρτες. Ο Μεγαλειότατός μας έχει διορίσει εκ νέου τον Ρουστεμ Πασά, σε αυτή τη θεση.» Μάχιντεβραν: «Τον είχε παύσει μόνο για το φόβο των στρατιωτών ούτως ή άλλως - ειχε ‘’θυσιαστεί’’ - και , το συντομότερο δυνατό , τον έφεραν και πάλι πίσω.» Nουμαν: "Εγώ δεν γνωρίζω για όλα αυτά, Σουλτανα μου, ήρθα εδώ για να εκτελέσω τις διαταγές του Μεγαλειοτάτου μας.» Μαχιντεβραν: «Λες και δεν είναι αρκετό που πηρε τον γιο και τον εγγονό μου, θέλει και τη ζωή μου τώρα;" Nουμαν: «Εχει μαθευτει ότι έχετε υποστηρίξει τους αντάρτες του ψευδο- Μουσταφά στην Αδριανούπολη και τη γύρω περιοχή. Για το λόγο αυτό , όλο τον πλούτο σας, εκτός από το παλάτι που μένετε, θα πρέπει να επιστραφεί στο δημόσιο ταμείο. Επίσης , το μηνιαίο εισόδημά σας από το ταμείο έχει καταργηθεί. Από τώρα και στο εξής δεν θα λαμβάνετε ουτε μια δεκάρα από το ταμείο.» Φινταν: «Πώς μπορεί να γινει αυτό;» Nεργκισαχ: «Σουλτανα μου...» Mαχιντεβραν: «Πήγαινε πες στον Βασιλιά σου και ο πλούτος και το παλάτι του ας θαφτούν στο χώμα. Τι καλό έχουμε δει από το παλάτι του μέχρι σήμερα; Εμείς δεν το χρειαζόμαστε. Μηπως δεν είναι αυτός ο λογος που σκότωσε τον γιο μου; Για τον πλούτο και το κράτος , για τη γη; Σκέφτεται ότι αυτός ο κόσμος θα είναι δικός του για πάντα. Να είναι η κάθε του μπουκιά δηλητήριο. Τώρα πηγαινε να του τα πεις όλα αυτά , αν δεν τα λάβει υπόψη του από εσάς, θα τα πω εγω. Τώρα χάσου από μπροστά μου.» Nουμαν: «Συγχωρέστε με, Σουλτανα μου, αλλά υπάρχει άλλο ένα σημαντικό θεμα. Ο Μεγαλειότατος μας θα παντρέψει τη Νεργκισαχ σουλτανα με τον Μπεηλέρμπεη της Ανατολίας. Πρέπει να πάει αμέσως στην Άγκυρα.» Nεργκισαχ: «Όχι, όχι Σουλτανα μου, δεν θέλω να παντρευτώ.» Μάχιντεβραν: «Χαθείτε…. Πηγαίνετε στην κόλαση…. Γιουσουφ πάρτον από εδώ.» Ο Γιουσουφ παίρνει τον λοχία έξω και η Nεργκισαχ πέφτει στην αγκαλιά της γιαγιάς της ... Η Μαχιντεβραν προσεύχεται στο Θεό για δικαιοσύνη…. τιμωρώντας αυτούς που έκαναν όλο αυτό το κακο σε εκείνη και την οικογένειά της.
Εν τω μεταξύ η Τζανφεντα είναι με τη Nουρμπανού και ρωτάει τι πρέπει να γίνει. Η Nουρμπανού της λέει ότι δεν ξέρει και ότι αν ήξερε, δεν θα ήταν σιωπηλή όπως τώρα. Ακούγεται ένα χτύπημα και μπαίνει η Φαριγέ. «Συγχωρέστε με, Σουλτάνα μου, αλλά πρέπει να ψάξουμε το δωμάτιο.» Nουρμπανού: «Είσαι στο δωμάτιο μιας Σουλτάνας! Ποια είσαι εσύ; Με ποιο δικαίωμα το κάνεις αυτό;» Φαριγε: «Είναι εντολή του Μεγαλειοτάτου μας, Σουλτάνα μου. Γι’ αυτό το λόγο, μην κάνετε τα πράγματα δύσκολα.» Nουρμπανού: «Έχει να κάνει με την Χουριτζιχάν Σουλτάνα;» Φαριγε: «Τι συμβαίνει Σουλτάνα μου; Έχετε κάτι να κρύψετε; « Nουρμπανού: «Δεν έχω τίποτα να κρύψω από κανέναν.» Φαριγε: «Ας ελπίσουμε. Κοιτάξτε παντού ! Ψάξτε σπιθαμή προς σπιθαμή !» Ψάχνονται τα πάντα και οι παλλακίδες. Nουρμπανού: «Όπως είδατε, αυτό που ψάχνετε δεν είναι εδώ. Δεν έχω καμία σχέση με την Χουριτζιχάν Σουλτάνα.» Φαριγε: «Το χαστούκι που σας έδωσε η Χουριτζιχάν είναι στο μυαλό μου, ακριβώς σαν να ήταν χθες. Ποιος μπορεί να πει ότι δεν ενεργήσατε έτσι από μίσος;» Nουρμπανού: «Ποια είσαι εσύ που θα με κατηγορήσεις; Είναι προφανές ποιος είναι ο πραγματικός εχθρός της Χουριτζιχάν Σουλτάνας. Θα έπρεπε να το γνώριζες αυτό καλύτερα από εμένα.» Φαριγε: «Το έκανε η Χιουρρέμ Σουλτάνα; Αυτό θέλετε να πείτε;» Nουρμπανού: «Δεν είπα κάτι τέτοιο, τώρα, εάν η δουλεία σας τέλειωσε, να βγείτε αμέσως έξω από το δωμάτιό μου.»
Όταν μένουν πάλι μόνες η Nουρμπανού λέει στην Τζανφεντα : «Είναι στο κατόπι μου, Τζανφεντα , είναι προφανές.» Τζανφεντα: «Πού είναι Σουλτάνα μου; θα πρέπει να απαλλαγούμε από αυτό αμέσως.» Nουρμπανού: «Είναι στο δωμάτιο του πριγκηπα Σελίμ, πάνω στο άγχος μου απλά το πέταξα κάπου. Τζανφεντα: «Το κρύψατε σε καλό μέρος, δόξα τω Θεώ, κανείς δεν θα κοιτάξει στο δωμάτιό του Πριγκηπα μας. Αλλά και πάλι, πριν πέσει στα χέρια κάποιου θα πρέπει να απαλλαγούμε από αυτό.» Η Nουρμπανού κοιτάζει γύρω στο δωμάτιο του Σελίμ και δεν μπορεί να το βρεί. Τζανφεντά: «Θεέ μου, πού είναι; Είστε σίγουρη ότι το βάλατε εδω; Ίσως πάνω στον πανικό σας να το βάλετε κάπου αλλού.» Nουρμπανού: «Θεέ μου, τι θα κάνω τώρα; Τζανφεντα, έλα ας συνεχίσουμε να ψάχνουμε.»
Ο Μπεγιαζίτ είναι με την Χουριτζιχάν όταν φτάνει η μητέρα του. Χιουρρέμ: «Πώς είναι η κατάσταση της;» Μπεγιαζίτ: «Το ίδιο. Δεν υπάρχει καμία αλλαγή.» Χιουρρέμ: «Είσαι πολύ κουρασμένος, πήγαινε στο δωμάτιο σου, ξεκουράσου. Θα την φροντίζουν.» Μπεγιαζίτ : «Ποιος το έκανε αυτό, μητέρα; Δεν μου κρύβετε κάτι έτσι;» Χιουρρέμ: «Μπεγιαζίτ , εσύ κι εγώ, είμαστε τώρα στο ίδιο μονοπάτι ... ορκίστηκα να σε προστατεύω καθώς και όλους όσους αγαπάς. Όσο είμαι ζωντανή , κανείς δεν θα σε βλάψει πάλι. Δεν θα το επιτρέψω.»
Ο Σελίμ είναι με την Nουρμπανού. Nουρμπανού: «Τι σκέφτεσαι;» Σελίμ: «Αν η Χουριτζιχάν πεθάνει, αυτό το θέμα δεν θα τελειώσει εδώ. Δεν θα αφήσουν.» Nουρμπανού: «Έψαξαν ακόμη και το δωμάτιό μου. Λες και το είχα κάνει εγώ. Δεν μπορώ να σου πω σε πόσο δύσκολη θέση βρέθηκα.» Σελίμ: «Nουρμπανού, πες μου την αλήθεια , δεν έχεις καμία σχέση με αυτό το θέμα, έτσι δεν είναι;» Nουρμπανού: «Πώς μπορείς να ρωτάς Σελίμ, φυσικά όχι. Αλλά αν θέλουν να βρουν κάποιον να κατηγορήσουν, θα ψάξουν κάποιον να θυσιάσουν, κι αν γίνω εγώ το θύμα; Ο καθένας ξέρει ότι δεν τα πήγαινα καλά με την Χουριτζιχάν Σουλτάνα.» Σελίμ: «Μην ανησυχείς, όσο είμαι μαζί σου, κανείς δεν μπορεί να αγγίξει. Δεν θα τους αφήσω.» Προσπαθεί να απομακρυνθεί από αυτόν, έτσι ώστε να μην δει τα σημάδια στο σώμα της, αλλά τα βλέπει στον καθρέφτη. «Nουρμπανού, τι είναι αυτές οι πληγές;» Nουρμπανού: «Δεν το είχα προσέξει, ίσως όταν φρόντιζα τα παιδιά.» Σελίμ: «Τι έκανες;»
Βλέπουμε τον Μπεγιαζίτ στο προσκεφάλι της Χουριτζιχάν.
Στην επόμενη σκηνή, η Nουρμπανού λέει στον Σελίμ: «Δεν είχα άλλη επιλογή, μου επιτέθηκε. Δεν μου άφησε άλλη επιλογή. Αναγκάστηκα να προστατέψω τον εαυτό μου.» Σελίμ: «Γιατί σου επιτέθηκε; Σίγουρα θα πρέπει να έκανες κάτι που την ενόχλησε.» Nουρμπανού: « Επειδή αυτή είναι μια Σουλτάνα σωστά; Οπότε αυτή δεν μπορεί να έκανε λάθος. Πόσο λυπηρό είναι που στα ματια σου δεν εχω τόση αξία όση εκείνη.» Σελίμ: «Nουρμπανού, μην το γυρίζεις σε μένα , ξέρω τι προσπαθείς να κάνεις. Θα σου επιτίθονταν η Χουριτζιχάν χωρίς λόγο; Σίγουρα κάτι συνέβη.» Νουρμπανού: «Καλά, θα σου πω την αλήθεια. Η Χουριτζιχάν Σουλτάνα με ζήλευε γιατί δεν μπορούσε να χαρίσει στον πριγκηπα ένα παιδί. Όταν της το θύμισα, μου επιτέθηκε ξανά. Έσωσα τον εαυτό μου με δυσκολία. Αν δεν προστάτευα τον εαυτό μου από εκείνη τώρα, θα ήμουν εγώ στη θέση της.» Σελίμ: «Σε Τι μπελάδες μας έβαλες! Αν η Χουριτζιχάν συνέρθει και πει ό,τι συνέβη δεν ξέρω τι θα κάνουμε τότε. Θα μου δημιουργήσεις και μένα πρόβλημα.» Nουρμπανού: «Σελίμ …Εγώ…» Σελίμ: «Μην τολμήσεις, Nουρμπανού! Μην βγάλεις λέξη. Τράβα στο δωμάτιο σου. Βγες έξω , Nουρμπανού !»
Στην επόμενη σκηνή , βλέπουμε τον Μπεγιαζίτ στο πλευρό της Χουριτζιχάν. Της λέει: «Χουριτζιχάν, Σουλτάνα μου, εδώ είμαι…» Βλέπουμε την Τζανφεντα και την Nουρμπανού στο διάδρομο. Nουρμπανού: «Ο πρίγκηπας Σελίμ ανακάλυψε τα πάντα ... Ω Θεέ μου σε παρακαλώ βοήθησε με, χρειάζομαι ένα θαύμα!» Τότε εμφανίζεται ο Σουμπούλ κοντά τους και της λέει ότι η Χιουρρέμ Σουλτάνα την περιμένει, της λέει ότι δεν ξέρει γιατί την κάλεσε, αλλά και οι δύο πρέπει να έρθουν μαζί του αμέσως. Πίσω στο δωμάτιο της Χουριτζιχάν ο Μπεγιαζίτ την ρωτάει ποιος της το έκανε αυτό... Εκείνη αρχίζει να αναπνέει πιο βαριά και της λέει να μην τον εγκαταλείψει, γιατί είναι το μόνο πρόσωπο που έχει μείνει στη ζωή του. Η Χουριτζιχάν δεν αναπνέει. Η γιατρός προσπαθεί να την σώσει , αλλά τελικά τον πληροφορεί ότι πέθανε. Τότε εκείνος την τραβά στην αγκαλιά του και βαθιά θλιμμένος ξεσπά σε κλάματα.
Η Νουρμπανού και η Τζανφεντά μπαίνουν στο δωμάτιο της Χιουρρέμ και η Χιουρρέμ λέει: «Σε επέλεξα να προσέχεις τον Πρίγκηπά μου, σου έδωσα ακόμη και το όνομά σου. Αυτή ήταν μία χειρονομία της καλής μου θέλησης. Τι έκανες; Ξεπέρασες τα όριά σου, σε μεγάλο βαθμό!» Νουρμπανού: «Αν το θέμα είναι η Φατμά Σουλτάνα, εγώ δεν σας πρόδωσα ποτέ....Όπως ξέρετε, δεν μπορώ να λάβω κάποιον από τη Δυναστεία σαν εχθρό.» Χιουρρέμ: «Τώρα έχεις εμένα μπροστά σου. Αν κατάφερες να είσαι τόσο θαρραλέα, τότε ποια είναι η Φατμά Σουλτάνα; Ας έρθουμε στο θέμα μας τώρα....Ένα από αυτά τα σκουλαρίκια βρέθηκε στο σημείο που δέχθηκε επίθεση η Χουριτζιχάν και το άλλο βρέθηκε στο δωμάτιο του Πρίγκηπα Σελίμ. Δεν σκέφτηκες ότι εγώ θα κοίταζα εκεί, σωστά; Ποια νομίζεις πως είσαι; Κανείς δεν μπορεί να πάρει ανάσα σ’αυτό το παλάτι χωρίς την άδειά μου, δεν το ξέρεις αυτό;» Νουρμπανού: «Σουλτάνα μου, ήταν ατύχημα...Σας ορκίζομαι στον Αλλάχ, ότι δεν θα κάνω πια τίποτα χωρίς την άδειά σας! Σας παρακαλώ, συγχωρήστε με, σας παρακαλώ μην με εγκαταλείπετε, για χάρη των εγγονιών σας, για χάρη του Πρίγκηπα Σελίμ!» Χιουρρέμ: «Θα έπρεπε να τα είχες σκεφτεί νωρίτερα αυτά! Ούτε και να χαστουκίσεις μία Σουλτάνα! Η τιμωρία είναι θάνατος και θα πληρώσεις με τη ζωή σου γι’αυτό, και συ επίσης, χάτουν (Τζανφεντά).» Η Τζανφεντά εξηγεί ότι δεν φταίει γι’αυτό. Η Χιουρρέμ διατάζει τον Σουμπούλ να τις πάει και τις δύο στη φυλακή. Νουρμπανού: «Θα με προστατέψετε και αυτό θα μείνει κρυφό ανάμεσά μας. Αν με εκθέσετε, θα πω όλα όσα κάνατε....Χρόνια πριν, με είχατε διατάξει να σκοτώσω μία Σουλτάνα και το έκανα. Είμαι σίγουρη ότι δεν ξεχάσατε τη Ναζενίν Σουλτάνα.» Χιουρρέμ: «Με απειλείς;» Νουρμπανού: «Δεν μου αφήσατε άλλη επιλογή...» Σουμπούλ: «Ποιος θα πιστέψει τα λόγια σας εναντίον της Χιουρρέμ Σουλτάνας;» Νουρμπανού: «Όλοι θα πιστέψουν το γράμμα της Χιουρρέμ Σουλτάνας, όλα είναι καθαρά γραμμένα εκεί. Έχω δέκα γράμματα από σας. Αν με ρωτήσουν γιατί σκότωσα τη Χουριτζιχάν, θα πω ότι εσείς με διατάξατε, καθώς όλοι ξέρουν ότι με διατάζετε, καθώς και όλοι ξέρουν ότι την μισείτε!» Η Φαριγέ μπαίνει στο διαμέρισμα και ενημερώνει την Σουλτάνα ότι η Χουριτζιχάν πέθανε και ο Μπεγιαζίτ είναι στο θεραπευτήριο και δεν είναι καλά. Η Χιουρρέμ διατάζει τη Νουρμπανού να πάει στο διαμέρισμά της και να μη βγει χωρίς την άδειά της. Η Νουρμπανού φαίνεται ανακουφισμένη.
2ο ΜΕΡΟΣ
Η Χουριτζιχαν είναι νεκρη και το πρόσωπό της καλύπτεται. Ο Μπεγιαζίτ, η Φατμα και η Γκιουλφεμ είναι εκει και η Χιουρρεμ φτανει. Ο Μπεγιαζίτ αγκαλιάζει τη μητέρα του. Όταν φεύγουν από το δωμάτιο, ο Σελίμ δίνει τα συλλυπητήριά του στον Μπεγιαζίτ και η Μιχριμα με την Ρανα κάνουν το ίδιο. Στη συνέχεια η Φατμα λέει: «Συγχαρητήρια. Ξεφορτώθηκες την Χουριτζιχαν». Mιχριμα: «Σουλτανα μου, δεν είναι το μέρος, σας παρακαλώ.» Φατμα: «Όποιος πήρε τη ζωή της, θα αποκαλυφθεί και ακόμα και αν αφήσουν το θέμα αυτό, δεν θα το αφήσω εγω.» Σελίμ: «Ο Μπεγιαζίτ αγαπούσε πολύ την Χουριτζιχαν.» Χιουρρεμ: «Αν δεν ήταν ετσι δεν θα την ειχε παντρευτεί και να πάει ενάντια τον Μεγαλειότατο; Ο Αλλάχ να οδηγήσει τα πάντα για το καλύτερο, ακόμα και την αγάπη.»
Εν τω μεταξύ, ο Σουλεϊμάν βρίσκει τον γιο του στη βεράντα και πηγαίνει κοντα του. Ο Σουλεϊμάν τον αγκαλιάζει : «Ο Αλη ( ο ξάδερφος του Προφήτη ) είπε ότι η ζωή είναι δύο ημέρες, μια που μας χαμογελά και η άλλη που είναι γεμάτη θλίψη. Μην εισαι αλαζόνας στην πρώτη και μην εγκαταλείπεις την ελπίδα στην δευτερη.» Μπεγιαζίτ: «Αν είναι ετσι, Μεγαλειότατε μου, τότε εγω έχω ξεκινήσει τη ζωή μου στην δεύτερη ημέρα, επειδή δεν ελειψε ποτε η θλίψη από τη ζωή μου.» Σουλεϊμάν: «Πάντα είναι θέλημα Θεού γιε μου. Η ζωή και ο θάνατος. Ο,τι μας συμβαίνει πρεπει να εχουμε εμπιστοσύνη σ 'Αυτόν. Ο θάνατος είναι το τέλος σε αυτή τη μεταβατική ζωή. Ο θάνατος είναι το άνοιγμα της πόρτας στην αιώνια ζωή.»
Η Ρανα είναι με τους γιους της που λένε ότι θέλουν να δουν τον πατέρα τους και η Ρανα τους λέει ότι δεν μπορουν τώρα , αλλά θα το δουν αργότερα. Καθως περπάτα η Φαριγε την πλησιάζει και η Ρανα της λέει:«Ήμουν έτοιμη να έρθω να σε δω, ήθελα να δω την Χιουρρεμ Σουλτάνα και να της δώσω τα συλλυπητήριά μου.» Φαριγε: « Πρώτα να απαντήσεις για τις πράξεις σου, χατουν.» Ρανα: «Τι εκανα;" Φαριγε: «Σκότωσες την Χουριτζιχαν Σουλτάνα!» Η Ρανα ορκίζεται ότι δεν το εχει κάνει αυτή και η Φαριγε την ρωτα τι είναι αυτό το σκουλαρίκι που βρεθηκε στο δωμάτιό της. Η Ρανα λέει ότι τα σκουλαρίκια δεν είναι δικά της . Η Φαριγε λέει στους αγάδες να την πάρουν στο δωμάτιό της και της λέει «μπορείτε να απαντήσετε στον πρίγκιπα μας !» Η Ρανα φωναζει κλαιγοντας ότι δεν το εχει κάνει αυτη.
Εν τω μεταξύ, ο Σουλεϊμάν είναι με τους γιους του και λέει: «Πόσος καιρός έχει περάσει που δεν έχουμε πάει για κυνήγι. Μπορούμε να πάμε στην Αδριανούπολη και να βγούμε για κυνήγι.» Σελίμ: «Αυτό είναι μια περίφημη ιδέα, Μεγαλειότατε, ο Μπεγιαζίτ είναι πεσμένος και ο φρέσκος αέρας θα του κάνει καλό.» Μπεγιαζίτ: «Μεγαλειότατε, αν επιτρέπετε, θα ήθελα να επιστρέψω στο σαντζάκι μου. Μπορείτε να πάτε με τον Σελίμ αν θέλετε. Δεν θέλω να δυσαρεστήσω κανένα με την μελαγχολική παρουσία μου.» Φτάνει ο Σουμπούλ: «Μεγαλειότατε , βρέθηκε τελικά ο δολοφόνος.» Σουλεϊμάν: «Ποιος είναι αυτός ο προδότης;» Σουμπούλ: «Δυστυχώς, πίσω από όλο αυτό είναι η Γκιοσδε του Πριγκηπα ...Ρανα χατούν.» Μπεγιαζίτ: «Τι είναι αυτά που λες, αυτή είναι η μητέρα των Πριγκηπων μου! Έχετε αποδείξεις;» Σουμπούλ: «Βρήκαμε το σκουλαρίκι που ψάχναμε στα υπάρχοντά της. Είναι στο δωμάτιό σας και περιμένει να την ανακρίνουμε.»
Η Nουρμπανού είναι στο δωμάτιό της και φτάνει η Τζανφεντα: «Η Ρανα Σουλτάνα βρέθηκε νεκρή στο δωμάτιό της, όλοι την θεωρούν ως δολοφόνο της Χουριτζιχάν τώρα. Σωθήκαμε.» Η Nουρμπανού απαντά ότι μπορεί να απαλλάχτηκαν από αυτό το πρόβλημα, αλλά υπάρχει ένα μεγαλύτερο πρόβλημα που τους περιμένει – η Χιουρρέμ δεν θα ξεχάσει και είναι βέβαιο ότι αυτή (Nουρμπανού)θα καταλήξει όπως η Ρανα.
Η Νεργκισαχ εν τω μεταξύ λέει στη γιαγιά της ότι δεν θέλει να πάει στην Άγκυρα και «σας παρακαλώ μην επιτρέψετε με χωρίσουν από εσάς.» Μαχιντεβραν: «Ίσως αυτό είναι καλύτερο ... μένοντας εδώ μαζί μου θα συνεχίσεις να θρηνείς και το πένθος δεν θα σε αφήσει ποτέ.» Nεργκισαχ: «Όχι, είμαι ευτυχισμένη που είμαι μαζί σας. Και εδώ είναι οι τάφοι του πατέρα μου και του αδελφού μου. Δεν θα τους αφής.» Μαχιντεβραν: «Νεργκισαχ , όμορφη μου εγγονή, στην άνοιξη της ζωής σου, μέσα στην ομορφιά της νιότης σου, δεν μπορώ επιτρέψω να μαραθείς μαζί μου. Η μόνη επιθυμία που έχω από τον Κύριο είναι να είσαι χαρούμενη στο σπίτι σου και να βρεις την ευτυχία στο σύζυγο σου και τα παιδιά σου. Ίσως κάνεις έναν γιο και τον ονομάσεις Μουσταφά. Και θα μπορούσε να είναι γενναίος και πολεμιστής σαν τον πατέρα του.» Φινταν: «Έχει δίκιο η Σουλτάνα μας, αν όχι σήμερα ή αύριο θα παντρευτείτε έτσι κι αλλιώς.» Nεργκισαχ: «Και τι θα κάνετε; Δεδομένου ότι το επίδομα σας έχει κοπεί και θα παραδώσετε ό, τι έχετε. Και ξέρω πόσο χρέος έχετε, λόγω του μνημείου του πατέρα μου.» Μαχιντεβραν: «Μην ανησυχείς για αυτά τα πράγματα, όμορφο κορίτσι μου, τι να τον κάνω εγώ τον πλούτο; Εφ 'όσον έχω μέρος για να ζω αυτό είναι αρκετό για μένα.»
Το πρωί βλέπουμε ότι ο Ατματζά έχει έρθει να δει τον Γιουσούφ που λέει: «Ατματζά, εσύ;» Ατματζά: «Όπως βλέπεις είμαι ακόμα ζωντανός. Θα σου πω τα πάντα.» Γιουσούφ: «Όχι, μή μου πεις. Δεν θέλω να ακούσω. Όλα αυτά τα χρόνια ήσουν ζωντανός και δεν ήρθες να με επισκεφθείς ούτε και τη Μαχιντεβράν Σουλτάνα. Ούτε έστειλες μία λέξη. Τώρα τι θα μπορούσα να πω;» Ατματζά: «Γιουσούφ, ηρέμησε.» Γιουσούφ: «Πώς να ηρεμήσω; Μας άφησες μόνους απροστάτευτους, πήραν μακριά τον Πρίγκηπα Μεχμέτ και η Μιχρουννισά χάτουν αυτοκτόνησε. Πληγωθήκαμε, τόσο που δεν μπορείς να φανταστείς! Δεν ήσουν εδώ τότε, γι’αυτό μην μείνεις εδώ, προχώρησε το δρόμο σου.» Ατματζά: «Γιουσούφ, άσε με να σου εξηγήσω.» Γιουσούφ (με γροθιά): «Έχασες αυτή την ευκαιρία καιρό πριν. Φύγε από δω. Όπου ήσουν όλα αυτά τα χρόνια, πήγαινε πάλι εκεί.»
Χιουρρέμ: «Πώς είναι ο Μπεγιαζίτ μου σήμερα;» Φαριγέ: «Είναι καλύτερα, είναι δυνατός, θα αντέξει.» Χιουρρέμ: «Μετά τον θάνατο του Μεχμέτ και του Τζιχανγκίρ, η καρδιά μου έχει τώρα τρία κομμάτια. Τον Σελίμ, τον Μπεγιαζίτ και τη Μιχριμά, και οι τρεις τους είναι πολύ πολύτιμοι....Αυτό το φίδι που το λένε Νουρμπανού, που είναι αυτή;» Φαριγέ: «Δεν βγαίνει από το δωμάτιό της. Προφανώς έχει φοβηθεί.» Χιουρρέμ: «Έβαλα αυτό το φίδι δίπλα στο γιο μου με τα ίδια μου τα χέρια, μεγάλωνε ήσυχα και αθόρυβα και ούτε καν το ήξερα! Πόσο λυπηρό, μπορώ μόνο να δω την κατάσταση που βρίσκεται τώρα! Αυτή ήταν που ενθάρρυνε τον Σελίμ, θα έσπερνε την έχθρα ανάμεσα στους Πρίγκηπές μου.» Φαριγέ: «Τι περιμένουμε, Σουλτάνα μου; Δώστε εντολή και ας της πάρουμε το κεφάλι.» Χιουρρέμ: «Μη βιάζεσαι, όλα στην ώρα τους.»
Ο Σελίμ παίζει σκάκι με τον γιο του και μετά λέει: «Πατέρα, η σειρά σου.» Ακουγεται ένα χτύπημα στην πόρτα και μπαίνει η Νουρμπανού: «Πρίγκηπά μου, άφησέ μας μόνους με τον πατέρα σου.» Μουράτ: «Μα δεν τελειώσαμε, μητέρα.» Νουρμπανού: «Τελειώνετε αργότερα.» Η Νουρμπανού λέει: «Μήπως σκέφτεσαι να με παραδώσεις με τα ίδια σου τα χέρια;» Σελίμ: «Δεν σκέφτομαι, αυτό που έκανες είναι απαράδεκτο. Αλλά δεν θέλω να έρθω αντιμέτωπος με τον Μπεγιαζίτ και τη μητέρα μου άλλο πια.» Νουρμπανού: «Μόνο γι’αυτό το λόγο; Η αγάπη σου για μένα δεν παίζει ρόλο στην απόφασή σου;» Σελίμ: «Νουρμπανού, αν δεν σ’αγαπούσα θα τους είχα δώσει το όνομά σου (θα σε είχα μαρτυρήσει) χωρίς καν να το σκεφτώ. Δεν θα έμενα σιωπηλός. Πρέπει να το μάθεις αυτό. Είμαι ακόμα θυμωμένος μαζί σου. Δεν ξέρω πώς θα ξεπεράσουμε αυτό το τελευταίο συμβάν.» Νουρμπανού: «Εγώ θα σε κάνω να τα ξεχάσεις όλα. Ο χρόνος θα μας βοηθήσει να γιατρευτούμε.»
Ο Σελιμ πηγαίνει να επισκεφθεί τον Μπεγιαζίτ: «Μπορώ να περάσω; Εξακολουθείς να σκέπτεσαι την Χουριτζιχαν έτσι;» Μπεγιαζίτ: «Τον τελευταιο καιρο έχω ζήσει με πολλούς νεκρούς μιλώντας τους. Με εχει κουράσει πολύ το να κουβαλώ τον αδελφό μου Μουσταφά και τον Τζιχανγκιρ στην καρδιά μου. Τώρα μαζί τους κουβαλώ και την Χουριτζιχαν.» Σελιμ: «Δεν υπάρχει τρόπος να τους αφήσεις πίσω;» Μπεγιαζίτ: «Όχι , δεν μπορώ, θέλεις να μάθεις γιατί; Επειδή άφησαν αυτόν τον κόσμο πολύ νωρίς, άφησαν πολλά πράγματα στην μεση ... μας άφησαν την έλλειψη τους και γι 'αυτό πάντα θα μας ακολουθουν.»
Στο παλάτι της Μιχριμα, ο Ρουστεμ είναι με τη σύζυγό του και την Χιουρρεμ. Ρουστεμ: «Ξέρετε όλα τα πράγματα που έχουμε περάσει πρόσφατα και όλα οσα συνέβησαν εγιναν λογω του Σελιμ. Αν δεν είχαμε αναμιχτεί, ο πρίγκιπας Μπεγιαζίτ δεν θα ειχε παθει τιποτα ουτε ο Σελίμ θα ειχε πληγεί. Από αυτό το σημείο δεν μπορούμε να αφήσουμε τιποτα στην τύχη.» Μιχριμα: "Ο Ρουστεμ είναι σωστός, μητέρα , δεν μπορούμε να εμπιστευθούμε τον Σελίμ πια , είναι απαραίτητο για εμάς να λάβουμε προληπτικά μέτρα.» Χιουρρεμ: «Είναι προφανές ότι έχετε κάτι στο μυαλό σας." Ρουστέμ: "Ναι, Σουλτανα μου. Πρέπει να στείλουμε κάποιον στην Μανισα που δεν θα κάνει πράγματα με δική του πρωτοβουλία. Χρειαζόμαστε κάποιον που να μπορεί να κουμαντάρει τον Σελιμ." Χιουρρεμ: "Συμφωνώ. Ποιον θα στείλουμε έχετε σκεφτεί αυτό;» Ρουστεμ: «Φυσικά ... Αγάδες……» Τότε βλέπουμε τον Λαλα του Μπεγιαζίτ να μπαινει.
Βλέπουμε τον Ατματζα να κοιτάζει τον τάφο του Μουσταφά που χτίζεται και την Μαχιντεβραν να εχει ερθει στον χωρο. Γιουσουφ: «Δεν σου είπα να μας αφήσεις και να φύγεις; Τι κάνεις ακόμα εδώ;» Μάχιντεβραν: «Γιουσουφ ... πηγαινε με τη Νεργκισαχ και την Φινταν να φυτέψετε τα λουλούδια που φέρατε. Πήγαινε τώρα.» Μαχιντεβραν: «Σοκαρίστηκα όταν άκουσα από τον Γιουσουφ ότι εισαι ζωντανός και ότι έχεις έρθει στην Προύσα. Τοσα χρόνια πέρασαν και ούτε ένα νεο ή μια είδηση δεν ήρθε από σένα. Πρέπει να έχεις μια εξήγηση για αυτό.»
Ο Ρουστέμ λέει εν τω μεταξύ: «Σε απολύω από την Κιουτάχεια, Μουσταφά Λάλα. Από αυτό το σημείο και μετά δεν είσαι ο Λάλα του Μπεγιαζίτ.» Λάλα: «Συγχωρήστε με, Πασά, και Σουλτάνα μου, αν έχω κάνει κάποιο λάθος, σας εκλιπαρώ να με συγχωρήσετε.» Ρουστέμ: «Περίμενε, μην ανησυχείς, σε μεταθέτω από την Κιουτάχεια στην Μάνσα. Από δω και πέρα, θα είσαι ο Λάλα του Πριγκηπα Σελίμ.» Λάλα: «Μήπως έχει παράπονο ο Πρίγκηπας Μπεγιαζίτ από μένα; Είχαμε τις διαφορές μας κάποιες στιγμές, αλλά εγώ νοιαζόμουν πάντα για την ασφάλειά του.» Χιουρρέμ: «Θα ισχύει ακόμα αυτό, Λάλα Μουσταφά. Το καθήκον σου δεν θα αλλάξει έτσι κι’αλλιώς. Ο Πρίγκηπας Σελίμ επιθυμεί το αδερφός του να τραβήξει λάθος μονοπάτι, γι’αυτό το λόγο, θα πας. Για να τον εμποδίσεις. Καταλαβαίνεις το καινούργιο σου καθήκον, Λάλα Μουσταφά;» Ο Λάλα το δέχεται και λέει ότι να μην έχουν την παραμικρή αμφιβολία ότι θα κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για όφελος του Μπεγιαζίτ. Ακούγεται ένα χτύπημα στην πόρτα και η παλλακίδα ανακοινώνει την άφιξη του Μπεγιαζίτ.
Η Μαχιντεβράν εν τω μεταξύ λέει στον Ατματζά: «Αυτό σημαίνει ότι ο Μουσταφά σε έκανε έμπιστο του Μπεγιαζίτ, σωστά;» Ο Ατματζά γνέφει:
«Όπως ξέρετε, αυτός ήταν πιστός και αγαπούσε τον Πρίγκηπά μας.» Μαχιντεβράν: « Αυτό είναι σαφές. Αλλά, όπως και να’χει, είναι γιος της Χιουρρέμ, Ατματζά.» Ατματζά: «Το σκέφτηκα κι’εγώ αυτό, αλλά γνωρίζοντας τον Πρίγκηπα Μπεγιαζίτ, είδα ότι ο Μπεγιζαίτ δεν μοιάζει στη Χιουρρέμ Σουλτάνα.» Μαχιντεβράν: « Σε ποιον μοιάζει τότε; Στον Σουλτάνο Σουλεϊμάν; Σ’αυτή την περίπτωση είναι το χειρότερο.» Ο Ατματζά γνέφει αρνητικά: «Όχι, είναι δυνατός και έξυπνος όπως ήταν και ο Πρίγκηπάς μας. Έστειλε τα σέβη του και χαιρετίσματα σε σας. Και μάλιστα, έστειλε χρυσάφι στον μνήμα του Πρίγκηπά μας.» Μαχιντεβράν: «Δεν το χρειάζομαι. Δεν χρειάζομαι κανενός τη φιλανθρωπία.» Ατματζά. «Σουλτάνα μου, αυτό είναι ένα δώρο. Ήθελε να δείξει την αγάπη του και το σεβασμό του προς τον Πρίγκηπά μας.» Μαχιντεβράν: «Γιατί δεν λες καλύτερα ότι ντρέπεται μ’αυτό που έκανε ο πατέρας του. Μου πήρε όλο τον πλούτο και τη γη μου και μου έκοψε το επίδομα.» Ατματζά: «Αυτό το ακούω πρώτη φορά από εσάς. Σ’αυτή την περίπτωση πρέπει να δεχθείτε το χρυσάφι.» Μαχιντεβράν: «Στείλ’το πίσω. Έχω ένα γερό ποσό από χρυσό που θα μου φτάσει. Έτσι κι’αλλιώς πόσο θα ζήσω ακόμα;»
Ο Μπεγιαζίτ ρωτά: «Τι συμβαίνει , γιατί είστε έτσι συγκεντρωμένοι;» Λάλα: « Πρίγκηπά μου, για όλα αυτά τα χρόνια που ήμουν κοντά σας, ξέρω ότι, ό,τι έκανα το έκανα για να σας προετοιμάσω για το θρόνο , επειδή ξέρω, ότι ο θρόνος είναι το μελλοντικό σας δικαίωμα.» Μπεγιαζίτ: «Είμαι περίεργος, τι συμβαίνει πραγματικά.» Ρουστέμ: «Διορίζω τον Λάλα Μουσταφά κοντά στον Πρίγκηπα Σελίμ. Μ’ αυτόν τον τρόπο, δεν θα τολμήσει να κάνει πράγματα πίσω από την πλάτη σας, όπως έκανε με το θέμα των επαναστατών του ψευδο-Μουσταφά.» Μπεγιαζίτ: «Καλά το σκέφτηκες. Είναι δύσκολο να ξέρω ποιο θα είναι το επόμενο βήμα του Πρίγκηπα Σελίμ. Για δικό του όφελος θα έκανε όλων των ειδών τα τεχνάσματα και ψέματα.» Χιουρρέμ: «Είμαι σίγουρη ότι ο Πρίγκηπας Σελίμ έχει ηρεμήσει και θα είναι σωστός. Η παρουσία του Λάλα Μουσταφά θα είναι απλά μία προφύλαξη.» Ρουστέμ: «Όσο ο Λάλα Μουσταφά θα είναι εκεί, ο Πρίγκηπας Σελίμ θα ξέρει ότι η σκιά μας θα τον ακολουθεί πάντα.»
Τη νύχτα, η Χιουρρέμ περιμένει μπροστά από την πόρτα του διαμερίσματος του Σουλεϊμάν και όταν βγαινει τον φωνάζει με το όνομά του: «Ήρθα από το παλάτι της Μιχριμά, ο Μπεγιαζίτ ήταν ακόμα εκεί.» Σουλεϊμάν: «Πώς είναι ο Μπεγιαζίτ;» Χιουρρέμ: «Θα χρειαστεί χρόνο να συνέλθει, αλλά είναι δυνατός όπως ξέρεις, θα συνέλθει.» Σουλεϊμάν: «Πότε θα επιστρέψουν οι Πρίγκηπές μου στα Σαντζάκια τους;» Χιουρρέμ: «Σε λίγες μέρες, πρώτα ο Θεός....Σουλεϊμάν.....ο Μπεγιαζίτ και ο Σελίμ είναι πολύτιμοι σε μας. Είναι η ελπίδα μας. Είναι και οι δύο έξυπνοι, γενναίοι, αλλά είναι ακόμα άπειροι. Μπορεί να κάνουν λάθη, αλλά είναι στο χέρι μας να τα αποτρέψουμε. Δεν πρέπει να πάρουμε τα μάτια μας από πάνω τους. Πρέπει να τους δείξουμε την υποστήριξή μας και το ενδιαφέρον μας.» Σουλεϊμάν: «Έχεις δίκιο, όποτε κάνουν κάτι μόνοι τους, έρχονται άσχημα νέα.» Χιουρρέμ: «Για να το αποτρέψουμε αυτό, σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να στέλναμε την Φαριγέ στη Μάνισα και τον Λοκμάν στην Κιουτάχεια, φυσικά αν το βρίσκεις κι εσύ σωστό.» Σουλεϊμάν: «Η Φαριγέ και ο Λοκμάν είναι έμπειροι σε θέματα σχετικά με το παλάτι και θα είναι ικανοί να διατηρήσουν τη γαλήνη στο χαρέμι των Πριγκήπων μου. Καλά το σκέφτηκες.» Μετά εκείνος απομακρύνεται.
Πίσω στο δωμάτιο του Σελίμ, η Νουρμπανού του λέει ότι είχε ετοιμάσει ορτύκια, επειδή του αρέσουν....του λέει ότι θα ήταν ωφέλιμο και για τους δυο αν πήγαιναν στη Μάνισα. Η Φαριγέ μπαίνει και τους λέει ότι σε δύο μέρες, θα φύγουν και εκείνη θα τους ακολουθήσει, κατόπιν εντολής της Χιουρρέμ Σουλτάνας και την έγκριση του Μεγαλειότατου. Αφού φεύγει, η Νουρμαπνού λέει ότι η Χιουρρέμ Σουλτάνα την βλέπει σαν εχθρό πια. Ο Σελίμ της λέει να μην το κάνει τόσο μεγάλο θέμα και ότι η μητέρα του πρέπει να έχει βάλει κάποια σοφία πίσω από την απόφασή της.
Στην επόμενη σκηνή, βλέπουμε τον Γιουσούφ να πλησιάζει τον Ατματζά και να τον ρωτά αν φεύγει. Ο Ατματζά το επιβεβαιώνει. Γιουσούφ: «Η Μαχιντεβράν Σουλτάνα μου είπε όσα πέρασες, αλλά δεν μπορώ ακόμα να σε συγχωρήσω.» Ατματζά: «Μακάρι να μπορούσα να είχα κάνει περισσότερα...» Γιουσούφ: «Θα επιστρέψεις, έτσι δεν είναι; Δεν θα με αφήσεις μόνο εδώ...» Ατματζά: «Φυσικά θα γυρίσω. Μέχρι τότε, η Σουλτάνα μας και το παλάτι είναι στα χέρια σου.» Γιουσούφ: «Δεν μπορείς να μείνεις λίγο παραπάνω;» Η Μαχιντεβράν, παρακολουθώντας αυτή τη σκηνή, έρχονται μνήμες από τον δικό της γιο και εγγονό.
Η Φιντάν λέει στη Μαχιντεβράν ότι η κατάστασή τους δεν είναι καλή, ειδικά από τότε που δεν δέχθηκε το χρυσό που της δόθηκε. Η Μαχιντεβράν την ρωτά πόσο αντέχουν ακόμα οικονομικά και η Φιντάν λέει ότι αντέχουν για ένα χρόνο περίπου ακόμα με το κεφάλαιο που τους έχει απομείνει, καθώς έχει εκατοντάδες ανθρώπους στην υπηρεσία της. Μαχιντεβράν: «Φύγε κι’εσύ. Μπορείς να προσέχεις τον εγγονό μου.» Φιντάν: «Όχι. Καλύτερα να πέθαινα παρά να σας εγκαταλείψω....»
Στην Κωνσταντινούπολη, οι δύο Πρίγκηπες παίρνουν την ευχή των γονιών τους και τους φιλούν το χέρι από σεβασμό. Η Χιουρρέμ κοιτάζει τον Σουλεϊμάν, ο οποίος δεν κοιτά πίσω.
Στο χαρέμι, ο Σουμπούλ λέει στον Λοκμάν και στη Φαριγέ ότι δεν ξέρει τι θα κάνει χωρίς αυτούς. Λοκμάν: «Δε θα σε βάλουν να σφουγγαρίσεις το πάτωμα, μη στενοχωριέσαι.» Σουμπούλ: «Να θυμάστε πάντα τις οδηγίες της Χιουρρέμ Σουλτάνας, να έχετε τα μάτια σας δεκατέσσερα, η δουλειά σας είναι σημαντική, ειδικά εσένα, Φαριγέ...αυτή η Βενετσιάνα θα σε πονοκεφαλιάσει!» Φαριγέ: «Δεν χρειάζεται ανησυχία. Ο Αλλάχ θα με βοηθήσει.»
Στη βεράντα, η Χιουρρέμ λέει στον Σουλεϊμάν ότι τώρα έχουν μείνει μόνοι και οι φωνές των Πριγκήπων τους και των εγγονών τους σιγά σιγά απομακρύνονται. Χιουρρέμ: «Αν θέλεις, μπορώ να ετοιμάσω ένα γεύμα για μας. Μπορούμε να φάμε μαζί και να μιλήσουμε....έχουμε καιρό να.....»Σουλεϊμάν: «Όχι τώρα. Άφησέ με μόνο.»
Η Χιουρρέμ βγαίνει από το δωμάτιο και λέει στον Σουμπούλ ότι ο Μεγαλειότατος έχει χτίσει τοίχους γύρω του. Ό,τι και να κάνει εκείνη, δεν μπορεί να γκρεμίσει αυτούς τους τοίχους.» Σουμπούλ: «Η απώλεια ενός παιδιού είναι μεγάλη....» Χιουρρέμ: «Όχι μόνο αυτό, αλλά οι τύψεις του μαυρίζουν την καρδιά.» Σουμπούλ: «Σουλτάνα μου, σας παρακαλώ, μην τον αφήνετε μόνο του στον πόνο του. Όπως ξέρετε, όταν ένας άνθρωπος κλείνεται στον εαυτό του, είναι πιο εύκολο γι’αυτόν να καταρρεύσει.» Χιουρρέμ: «Θεός φυλάξοι. Είναι πολύ δυνατός, αλλά εγώ σίγουρα θα είμαι στο πλευρό του. Δεν υπάρχει άλλη γιατρειά εκτός ο ένας τον άλλον....»
3ο ΜΕΡΟΣ
O Μπεγιαζίτ και o Σελίμ είναι έτοιμοι να φύγουν. Σελίμ: «Ποιος ξέρει πότε θα συναντηθούμε και πάλι. Ας ελπίσουμε ότι όλα τα άσχημα μεταξύ μας να μείνουν στο παρελθόν, δεν θέλω να αποχωριστώ μαζί σου έτσι.» Μπεγιαζίτ: «Αυτό έπρεπε να το έχεις σκεφτεί πριν με μαχαιρώσεις πισώπλατα. Πώς μπορώ να ξεχάσω ότι συνωμοτούσες για το τέλος μου;» Σελίμ: «Εσύ είσαι τόσο αθώος;» Μπεγιαζίτ: «Προφανώς δεν έκανα ενέργειες προδότη σαν κι εσένα!» Σελίμ: «Σε αυτή την περίπτωση γιατί στέλνεις τον Λάλα Μουσταφά ξωπίσω μου; Αν είσαι αθώος και χωρίς αμαρτία, για ποιο λόγο το κάνεις;» Μπεγιαζίτ: «Αυτό δεν έχει καμία σχέση με μένα.» Σελίμ: «Είμαι βέβαιος πως είναι έτσι. Τα μάτια σου είναι συννεφιασμένα από τη φιλοδοξία και την εκδίκηση. Ποιος ξέρει τι είδους προδοσία ετοιμάζεις;» Λαλα: «Πρίγκιπες, παρακαλώ να σταματήσετε αυτή την διένεξη δεν είναι σωστό μπροστά στο Μεγαλειότατο και δεν θα μπορείτε να την εξηγήσετε μετά.»
Στην Μανισα η Ντιλσαχ αναρωτιέται γιατί η «πόρνη» από τη Βενετία επέστρεψε και λέει ότι όσο ήταν μακριά ήταν όλοι τόσο ευτυχισμένοι. Μια άλη παλλακίδα λέει ότι εξέφρασε ακριβώς ό,τι ένιωσε κι αυτή, ότι τώρα δεν θα τους αφήσει σε ησυχία. Η Nουρμπανού αναγγέλλεται. Μπαίνει και λέει: «Γυναίκες, πήρα δώρα από την πρωτεύουσα για σας, ελάτε να διαλέξετε.» Ντιλσαχ: «Κάνει σαν να δίνει φιλανθρωπία σε ζητιάνες.» Nουρμπανού: «Ντιλσαχ χατουν, τι δουλειά έχεις ανάμεσα στις παλλακίδες, δεν σου είπα να μην έρθεις πάλι εδώ; Τώρα είσαι μαθητευόμενη του ράφτη, δεν μπορείς να φεύγεις από την περιοχή του.» Ντιλσαχ: «Ήρθα για να πάρω τα μέτρα των παλλακίδων, αν θέλετε, μπορώ επίσης να πάρω τα δικά σας.» Φαριγε: «Μην μιλάς με θράσσος, χατουν, στέκεσαι μπροστά από μια Σουλτανα. Σωπασε και πήγαινε πίσω στη θέση σου.» Nουρμπανού: «Ενώ ήμουν μακριά ξεφύγατε. Για μαζευτείτε. Διαφορετικά δεν θα σας λυπηθώ και θα σας πετάξω έξω από την πόρτα. Από δω και στο εξής η Φαριγε χατουν είναι υπεύθυνη στο χαρέμι μου !!» Η Ντιλσαχ λέει: «Φαριγε χατουν, ποια νομίζει ότι είναι; η Χιουρέμ Σουλτάνα;» Φαριγε: «Πάρε τα πράγματα σου και πήγαινε στα καθήκοντά σου.»
Ο Λοκμαν εν τω μεταξύ μιλά σε έναν Αγά: «Είμαι εδώ από τώρα και στο εξής. Όποιος έρχεται και φεύγει, θα είμαι ο πρώτος που θα το μαθαίνει.» Πλησιάζει μια κάλφα: «Από πού έρχονται αυτές οι χατουν;»Κάλφα: «Έχουν έρθει από το παλάτι, η Χιουρέμ Σουλτάνα τις επέλεξε προσωπικά για τον πριγκηπα Μπεγιαζίτ.» Ο Λοκμαν πλησιάζει μια από αυτές και ρωτά το όνομά της. Αυτή λεει: «Ντεφνε.» Λοκμαν: «Η Χιουρέμ Σουλτάνα πρέπει να θέλει να ξεχάσει ο Πρίγκηπας Μπεγιαζίτ τη θλίψη του. Πάρτε τες στο χαμάμ να τις καθαρίσετε.»
Εν τω μεταξύ, ο Μπεγιαζίτ είναι με τον Ατματζα που του δίνει τα συλλυπητήριά του για το θάνατο της Χουριτζιχαν και ο Μπεγιαζίτ του λέει ότι ο ένας μετα τον άλλο, οι ανθρωποι που αγαπά πεθαίνουν και ότι αυτό πρέπει να είναι δοκιμασία για αυτόν από τον Θεό. Στη συνέχεια ρωτάει για την Μαχιντεβραν και ο Ατματζα του λέει ότι είναι μια χαρά, αλλά εξηγεί ότι δεν δεχτηκε τον χρυσό και ο Μπεγιαζίτ λέει ότι το περιμενε αυτο. Στη συνέχεια, ο ίδιος προσθέτει ότι είναι ανθρωπος του αδελφό του Μουσταφά και ότι πρέπει να αναλάβει τη φροντίδα της και ότι θα πρέπει να υπάρχει επαφή μεταξύ τους.
Εν τω μεταξύ, ο Σελίμ είναι με το Λάλα και του λέει να μην τον μπερδευει με τον Μπεγιαζίτ. «Αν κάνεις πράγματα πίσω από την πλάτη μου, θα πληρώσεις για αυτό.» Ο Λαλα απαντά ότι δεν έχει καμία πρόθεση να κάνει κάτι τέτοιο και ότι «Αυτό εχει ανατεθεί σε μένα από την Χιουρρεμ Σουλτάνα και τον Μεγαλειότατο μας. Η μόνο επιθυμία μου είναι να σας υπηρετήσω με άξιο τρόπο.» Σελιμ: « Γι 'αυτό ακριβώς είπα ό, τι είχα να πω στην αρχή, έτσι δεν θα έχουμε πονοκέφαλο αργότερα.» Μόλις ο Λαλα φευγει, η Νουρμπανου λέει: «Δεν μου αρέσει αυτός ο άνθρωπος πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Μην ακούς τα λόγια του, με την πρωτη φορά που θα κάνεις λάθος, θα σου σκάψει τον λάκκο.» Σελίμ: «Το ξέρω, γνωρίζω τα πάντα ... αλλά δεν είμαι έτοιμος να ασχοληθώ σοβαρά μαζί του και δεν θέλω να αναστατώσω την Πρωτεύουσα. Αυτός είναι ο τρόπος που ο Μπεγιαζίτ ενεργεί. Ας ελπίσουμε ότι (ο Λάλα) θα ενεργήσει έξυπνα.»
Βλέπουμε το νέο κορίτσι που ονομάζεται Ντεφνε στο χαμάμ και την Καλφα να εξηγεί πόση θλίψη έχει περάσει ο Μπεγιαζίτ, χάνοντας δύο αδελφούς του, καθως και την Χουριτζιχαν και στη συνέχεια την Ρανα και ότι οι μικροί Πρίγκιπες έμειναν χωρίς μητέρα. Η Ντεφνε λέει: «Ας ελπίσουμε ότι μπορώ να είμαι η θεραπεία για τις πληγές του.» Η Καλφα είναι χαρούμενη και λέει: «Αμήν, μακάρι ο πρίγκιπας μας να βρει το χαμόγελό του ξανα!»
Η Nουρμπανού είναι στον διάδρομο και συναντά τον Γκαζανφερ: «Δόξα τω Θεώ που γυρίσαμε, τώρα όλες οι ανησυχίες του παλατιού είναι πίσω μας.» Εκείνος έρχεται πιο κοντά και αυτή λέει: «Μείνε εκεί, μην έρχεσαι κοντά μου. Αν είσαι ακόμα ζωντανός, υπάρχει μόνο ένας ένα λόγος – ο πρίγκιπας Σελίμ. Δεν θέλω να τον κάνω δυστυχισμένο χωρίς λόγο. Θα προσεχεις τις ενέργειες σου, το παραμικρό λάθος να κάνεις δεν θα σε λυπηθώ, θα σε εξαφανίσω!»
Πίσω στην Κιουτάχεια, η Ντεφνε είναι πολύ ενθουσιασμένη και ο Λοκμαν της λέει: «Να είσαι προσεκτική, δεν έχεις καν συναντήσει τον Πριγκηπα, αν τον δεις, τι θα συμβεί;» Ο Λοκμαν μπαίνει μέσα και λέει στον Μπεγιαζίτ: «Η Χιουρέμ Σουλτάνα έχει στείλει παλλακίδες από το παλάτι και η πιο όμορφη περιμένει πίσω από την πόρτα, αν θέλετε, μπορεί να εισέλθει.» Το κορίτσι περιμένει να μπει αλλά ο Λοκμαν βγαίνει και λέει ότι ο πρίγκιπας δεν επιθυμεί να δει κανέναν.Υστέρα λέει στην Κάλφα να επιστρέψει στην αίθουσα του χαρεμιού. Η Κάλφα λέει: «Μην ανησυχείς Ντεφνε, μην βιάζεσαι, θα είσαι εδώ από τώρα και στο εξής οπότε, αν όχι σήμερα υπάρχουν και άλλες ημέρες. Τώρα έλα μαζί μο.»
Η Φαριγε, εν τω μεταξύ, οδηγεί την Ντιλσαχ στο δωμάτιό του Σελίμ. Η Ντιλσαχ λέει ότι αν η Nουρμπανού το μάθει θα μπει σε μπελάδες καθώς δεν επιτρέπεται καν να είναι κοντά στο δωμάτιο.» Η Φαριγε της λέει ότι θα κανονίσει εκείνη μαζί της. Ακριβώς τότε η Nουρμπανού έρχεται από πίσω. Nουρμπανού: «Φαριγε χατουν, τι νομίζεις ότι κάνεις; Σκοπεύεις να την στείλεις στο δωμάτιό του Πριγκηπα μας; Φαριγε: «Νόμιζα ότι θα φτιάξει το κέφι του Πριγκηπα μας και θα αισθανθεί καλύτερα.Υπάρχει κάποιο πρόβλημα με αυτό;» Nουρμπανού: «Δεν είναι πια η Γκιοσδε του Πριγκηπα. Ακόμη και αν ήταν, εγώ δεν το επιτρέπω. Ξέρω γιατί ήρθες εδώ. Αυτό είναι το παλάτι μου. Τα λόγια μου είναι διαταγές εδώ. Αν διαταράξεις την ηρεμία θα αντιμετωπίσεις τις συνέπειες.» Φαριγε: «Ήρθα με διαταγές τις Χιουρρέμ Σουλτάνας. Μην νομίζετε ότι είμαι μια συνηθισμένη Κάλφα. Τι πάει να πει να σταματήσουν οι παλλακίδες να πηγαίνουν για χαλβετ.» Nουρμπανου: «Δεν είμαι υπόλογη σε σένα. Πήγαινε τώρα, πάρε αυτήν την χατουν και φύγε.» Φαριγε:» Εσείς ξέρετε, αλλά αυτό δεν θα ευχαριστήσει τον Πριγκηπα μας.» Ντιλσαχ: «Σας το είπα Φαριγε χατουν, ούτε εσείς δεν μπορείτε να την ελέγξετε.» Φαριγε: «Μόνη μου ίσως δεν μπορώ, αλλά αν συνεργαστούμε, τα πράγματα θα αλλάξουν.» Ντιλσαχ: «Τι εννοείτε;» Φαριγε: «Η ώρα της Nουρμπανού τελειώνει. Η Χιουρέμ Σουλτάνα θέλει να την ξεφορτωθεί. Εάν συμβεί αυτό, το άστρο σου θα λάμψει, αν έχεις το θάρρος φυσικά να πολεμήσεις για το μέλλον σου.»
Στην Κωνσταντινούπολη, ο γιατρός λέει στο Σουλεϊμάν, που είναι έξω μεταμφιεσμένος, ότι έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε που βγήκε από το παλάτι και ότι αυτό θα είναι καλό γι 'αυτόν.
Ο Σουλεϊμάν πηγαίνει στο μαγαζί του Σουμπούλ και περιεργάζεται τους κόκκους του καφέ και μυρίζει το άρωμα τους. Στη συνέχεια, πηγαίνει να καθίσει. Ο Γιακούπ φτάνει και καλωσορίζει έναν άντρα ο οποίος είναι με το παιδί του στην αγκαλιά του, με το όνομά Κουντρέτ Αγάς ο οποίος λέει: «Μπορείτε σας παρακαλώ να φέρετε ένα καφέ και γάλα για τον εγγονό μου;» Γιακούπ: «Αμέσως, και καλώς ήρθατε επίσης Μπέη μου.» (λέει στο Σουλεϊμάν) Σουλεϊμάν: «Σας ευχαριστώ, παρακαλώ, φέρτε μας και εμάς επίσης δύο φλιτζάνια καφέ.»
Ο Σουλεϊμάν άρχισε να μιλάει στον Κουντρέτ και ο Κουντρέτ λέει ότι ένας γονιός αγαπάει το παιδί του, αλλά δεν υπάρχει τίποτα σαν τα εγγόνια. Ο Σουλεϊμάν ρωτά ποιο είναι το όνομά του και εκείνος λέει: «Το όνομά του είναι Μουσταφά, αγαπούσαμε τον Πριγκηπα Μουσταφά πολύ. Για να κρατήσουμε την μνήμη του ζωντανή του δώσαμε αυτό το όνομα.» Ένας άλλος άνδρας λέει: «Μακάρι να γίνει ένας γενναίος πολεμιστής σαν κι αυτόν.» Κάποιος άλλος: «Τι κρίμα για τον Πριγκηπα μας, ήταν ένα σχέδιο αυτής της ρωσίδας μάγισσας της Χιουρρέμ, με τα ψέματά της και τις κατηγόριες της, ο Πρίγκηπας μας δεν θα πρόδιδε πότε τον Μεγαλειότατο μας.» Γιακούπ: «Μη μιλάτε χωρίς να ξέρετε και διαδίδετε κουτσομπολιά . Θα σκότωνε ποτέ ο Παντοδύναμος Σουλτάνος Σουλεϊμάν το γιο του από το πουθενά; Πρέπει να υπήρχε κάποιος λόγος.»
Εν τω μεταξύ, ο Λάλα είναι με τον Σελίμ και λέει ότι είναι κάποιος που θέλει να το συναντήσει, ένας υπήκοος του κράτους, ένας πολύ αξιόπιστος έμπορος και ζητά να τον συναντήσει εδώ και πολύ καιρό. Ο Σελίμ ρωτά ποιος είναι και ο Λάλα λέει: «Ο Γιασσίφ Νασίχ. Πηγαινοερχόταν στην Πρωτεύουσα για κάποιο διάστημα.» Σελίμ: «Έχω ακούσει το όνομά του.» Λάλα: «Σας έχει στείλει ακριβά δώρα.....Αγάδες!» Ένας Αγάς δείχνει ένα Περσικό χαλί και Ινδικά υφάσματα, καθώς και ποτά από την Κύπρο που είναι πολύ σπάνια και πολύτιμα όπως ακριβώς τα σμαράγδια. Ο Σελίμ ρωτά γιατί ήταν απαραίτητα τα δώρα, αν το θέμα είναι κρατικά θέμα θα έπρεπε να έρθει να τον συναντήσει σε μία πιο κατάλληλη στιγμή. Ο Λάλα γνέφει στους Αγάδες να βάλουν το ποτό στο τραπέζι.
Εν τω μεταξύ, ο Γιακούπ λέει στον Σουλεϊμάν ότι μπορεί να του φέρει καφέ με γάλα, κάτι που ο ίδιος ανακάλυψε ώστε να γίνεται ο καφές πιο ελαφρύς και ο Σουλεϊμάν του λέει ότι δεν χρειάζεται και αν πρέπει να φέρει κάτι, να φέρει νερό.
Τότε, ένας Δερβίσης σχολιάζει: «Ω, άνθρωποι, το πίνετε και ούτε καν σκέφτεστε αν επιτρέπεται και αν είναι αμαρτία να το πίνεις;» Γιακούπ: «Τι αμαρτία; Καφές είναι, σε ξυπνάει, τι άλλο θέλεις;» Δερβίσης: «Ναι, αλλά κάνει τον κόσμο να χάνει τον ύπνο του. Αυτή η μόδα έχει επεκταθεί τόσο πολύ και κάθε λίγα μέτρα υπάρχει ένα καφενείο. Όποιος τον πίνει το καντήλι στο σπίτι του μένει αναμμένο μέχρι το πρωί.» Γιακούπ: «Εσύ είσαι εδώ όλη μέρα, πώς το λές αυτό; Αυτά είναι δικαιολογίες, δικαιολογίες!» Ο Δερβίσης γυρνά στον Σουλεϊμάν: «Εσύ φαίνεσαι έμπειρος άνθρωπος, Μπέη μου, νομίζεις ότι αυτό το ποτό επιτρέπεται ή όχι;» Σουλεϊμάν: «Είναι γευστικό, επιδρά επίσης στον να κρατά τον άνθρωπο σε διέγερση, αλλά για παραπάνω, πρέπει να ρωτήσετε τον Εμπου Σουουντ Εφέντι, τον Σεϊχουλισλάμ.» Άνδρας: «Ει, μην ακούτε, δεν με ενδιαφέρουν τα λόγια του!» Γιακούπ: «Α, ησυχία άνθρωπε! Θα μας βάλεις όλους σε μπελάδες.» Σουλεϊμάν: «Γιατί δεν εμπιστεύεσαι τα λόγια του Εμπού Σουουντ Εφέντι, είναι μεγάλος δάσκαλος.» Άνδρας: «Ω, ποτέ, ειναι πολύ μορφωμένος, αλλά λένε ότι είναι κοντά με τη Χιουρρέμ Σουλτάνα και τον Ρουστέμ Πασά και έδωσε γραπτή απόφαση θανάτου για τον Πρίγκηπα Μουσταφά.» Ο φίλος γιατρός: «Πώς το ξέρετε πως ήταν αθώος; Αν δεν είχε κάνει φανερή προδοσία, πιστεύετε ότι ο Μεγαλειότατός μας θα έπαιρνε μία τόσο σκληρή απόφαση;» Ανδρας: «Ήταν 38 χρονών και δεν πρόδωσε ούτε μία φορά, εγώ ποτέ δεν άκουσα ή είδα, θα μπορούσε ένας Πρίγκηπας να περίμενε τόσο πολύ να επαναστατήσει; Με όλους αυτούς τους Γενίτσαρους πίσω του;» Ο Σουλεϊμάν κοιτάζει πέρα και φαντάζεται εκεί τον μικρό Μουσταφά.
Η Νουρμπανού παίρνει το μπάνιο της και ζητά από την παλλακίδα να της φέρει φρούτα, καθώς θέλει να φάει μερικά. Η Νουρμπανού ενημερώνεται ότι η Φαριγέ έχει καλέσει τη Τζανφεντά. Η Νουρμπανού της λέει να πάει. Η Τζανφεντά λέει ότι υποπτεύεται τη Φαριγέ, καθώς έχει δει τον τρόπο που την κοιτάζει. Η Νουρμπανού λέει: «Δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Παρακολούθα και δες πώς θα την κάψω σαν καντήλι.» Φεύγουν, αφήνοντας τη Νουμπανού μόνη στη μπανιέρα της.
Ο Λοκμάν λέει στις παλλακίδες να βιαστούν καθώς στρώνουν το τραπέζι.
Ο Σουμπούλ πηγαίνει να δει τη Χιουρρέμ και λέει ότι ο Σουλεϊμάν την κάλεσε να του παρουσιαστεί.
Ο Σουλεϊμάν είναι στην βεράντα του και ξαναθυμάται τα πράγματα που άκουσε στην αγορά. Ανοίγει ένα κουτί και μέσα σ αυτό ένα άλλο κουτί και πιάνει το δαχτυλίδι του Μουσταφά και μετά το βάζει πίσω στη θέση του και βγάζει το γράμμα και το ξαναδιαβάζει. Κτυπά η πόρτα και η Χιουρρέμ μπαίνει. Εκείνη λέει: «Με ζήτησες;» Ο Σουλεϊμάν την πλησιάζει. Χιουρρέμ: «Ει, μάτια, μη χρησιμοποιείτε τα δάκρυά σας να σβήσετε τη φωτιά στην καρδιά σας. Το νερό δεν θα βοηθήσει τη φωτιά που καίει τόσο πολύ.»
Εν τω μεταξύ, ο Λοκμάν εξακολουθεί να λέει στις παλλακίδες να βιαστούν, αλλά η Ντεφνέ παραμένει πίσω, παίρνει το Κοράνι και βάζει ένα γράμμα μέσα. Και φέρνει στη μνήμη της τη Νουρμπανού να της λέει: «Οι ηλίθιες χάτουν νομίζουν ότι τα ζητήματα λύνονται στο κρεβάτι, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό, πρέπει να μπεις στο μυαλό ενός άνδρα και στην καρδιά του επίσης.» Ντεφνέ: «Θα κάνω ό,τι επιθυμείτε, Σουλτάνα μου, όσο δεν πρόκειται να πάθει τίποτα η αδερφή μου.» Νουρμπανού: «Η αδερφή σου είναι μαζί μου, όσο εσύ κάνεις ό,τι θέλω, δεν θα πάθει τίποτα. Θα σας ελευθερώσω, αλλά πρόσεχε, χάτουν, οι πληγές του Πρίγκηπά μας είναι νωπές. Κάνε υπομονή, γιατί η καρδιά των ανδρών είναι δύσκολη και θα τους πάρει χρόνο μέχρι τα σηκώσουν το κεφάλι τους και να αρχίσουν να κοιτούν τριγύρω. Όταν ο Πρίγκηπας Μπεγιαζίτ σηκώσει το κεφάλι του, θα πρέπει να δει εσένα πρώτα.»
Ο Μπεγιαζίτ μπαίνει και ρωτά τι συμβαίνει. Ντεφνέ: «Ήρθα να στρώσω το τραπέζι σας....» Μπεγιαζίτ: «Ποιο είναι το όνομά σου;» Ντεφνέ: «Ντεφνέ....ήρθα στο παλάτι σας, με έστειλε η Χιουρρέμ Σουλτάνα σε σας, για να σταματήσετε να θρηνείτε και να ξεχάσετε το παρελθόν.» Μπεγιαζίτ: «Μπορείς να αποσυρθείς.»
Εν τω μεταξύ, η Φαριγέ έχει καλέσει τη Τζανφεντά και της λέει ότι πρόκειται να κάνουν κάποια ανασκόπηση στα οικονομικά του χαρεμιού και ότι θα χρειαζόταν την βοήθειά της. Η Τζανφεντά ρωτά αν δεν είναι επείγον επειδή είναι αργά και η Φαριγέ λέει: «Δεν ζήτησα τη γνώμη σου, έλα μπροστά μου.»
Η Νουρμπανού είναι στη μπανιέρα της και λέει: «Τζανφεντά; Τι ήθελε η Φαριγέ; Ακόμα νομίζει ότι μπορεί να στείλει παλλακίδα στο Πρίγκηπά μας; Δεν θα το επιτρέψω. Ό,τι προσπαθεί η Χιουρρέμ Σουλτάνα να κάνει, είναι ανώφελο. Αυτό είναι το παλάτι μου.» Γυρνάει: «Τζανφεντά;» Είναι η Ντιλσάχ αντί της Τζανφεντά: «Εσύ;;;» Η Ντιλσάχ βουτά το κεφάλι της Νουρμπανού μέσα στο νερό.
Ο Σουλεϊμάν και η Χιουρρέμ κάθονται στην βεράντα. «Ας πάμε στην Αδριανούπολη, μπορούμε να μείνουμε μερικούς μήνες. Μπορούμε να βρούμε τους εαυτούς μας ξανά εκεί στους κήπους μακριά από αυτό το παλάτι. Όπως τον παλιό καιρό με ποιήματα και βιβλία. Τι λες, θα πάμε;» Σουλεϊμάν: «Δεν είσαι καθόλου περίεργη γιατί σε κάλεσα;» Χιουρρέμ: «Νόμιζα ότι σου έλειψα.» Σουλεϊμάν: «Έχω μία ερώτηση που μου καίει τα σωθικά για χρόνια, αλλά συνέχιζα να την αποφεύγω. Έχεις ανακατευτεί στο θάνατο του Μουσταφά; Άνοιξες δρόμο για τον θάνατό του; Συκοφάντησες το γιο μου;»
Στην Μανισα η Ντιλσαχ αναρωτιέται γιατί η «πόρνη» από τη Βενετία επέστρεψε και λέει ότι όσο ήταν μακριά ήταν όλοι τόσο ευτυχισμένοι. Μια άλη παλλακίδα λέει ότι εξέφρασε ακριβώς ό,τι ένιωσε κι αυτή, ότι τώρα δεν θα τους αφήσει σε ησυχία. Η Nουρμπανού αναγγέλλεται. Μπαίνει και λέει: «Γυναίκες, πήρα δώρα από την πρωτεύουσα για σας, ελάτε να διαλέξετε.» Ντιλσαχ: «Κάνει σαν να δίνει φιλανθρωπία σε ζητιάνες.» Nουρμπανού: «Ντιλσαχ χατουν, τι δουλειά έχεις ανάμεσα στις παλλακίδες, δεν σου είπα να μην έρθεις πάλι εδώ; Τώρα είσαι μαθητευόμενη του ράφτη, δεν μπορείς να φεύγεις από την περιοχή του.» Ντιλσαχ: «Ήρθα για να πάρω τα μέτρα των παλλακίδων, αν θέλετε, μπορώ επίσης να πάρω τα δικά σας.» Φαριγε: «Μην μιλάς με θράσσος, χατουν, στέκεσαι μπροστά από μια Σουλτανα. Σωπασε και πήγαινε πίσω στη θέση σου.» Nουρμπανού: «Ενώ ήμουν μακριά ξεφύγατε. Για μαζευτείτε. Διαφορετικά δεν θα σας λυπηθώ και θα σας πετάξω έξω από την πόρτα. Από δω και στο εξής η Φαριγε χατουν είναι υπεύθυνη στο χαρέμι μου !!» Η Ντιλσαχ λέει: «Φαριγε χατουν, ποια νομίζει ότι είναι; η Χιουρέμ Σουλτάνα;» Φαριγε: «Πάρε τα πράγματα σου και πήγαινε στα καθήκοντά σου.»
Ο Λοκμαν εν τω μεταξύ μιλά σε έναν Αγά: «Είμαι εδώ από τώρα και στο εξής. Όποιος έρχεται και φεύγει, θα είμαι ο πρώτος που θα το μαθαίνει.» Πλησιάζει μια κάλφα: «Από πού έρχονται αυτές οι χατουν;»Κάλφα: «Έχουν έρθει από το παλάτι, η Χιουρέμ Σουλτάνα τις επέλεξε προσωπικά για τον πριγκηπα Μπεγιαζίτ.» Ο Λοκμαν πλησιάζει μια από αυτές και ρωτά το όνομά της. Αυτή λεει: «Ντεφνε.» Λοκμαν: «Η Χιουρέμ Σουλτάνα πρέπει να θέλει να ξεχάσει ο Πρίγκηπας Μπεγιαζίτ τη θλίψη του. Πάρτε τες στο χαμάμ να τις καθαρίσετε.»
Εν τω μεταξύ, ο Μπεγιαζίτ είναι με τον Ατματζα που του δίνει τα συλλυπητήριά του για το θάνατο της Χουριτζιχαν και ο Μπεγιαζίτ του λέει ότι ο ένας μετα τον άλλο, οι ανθρωποι που αγαπά πεθαίνουν και ότι αυτό πρέπει να είναι δοκιμασία για αυτόν από τον Θεό. Στη συνέχεια ρωτάει για την Μαχιντεβραν και ο Ατματζα του λέει ότι είναι μια χαρά, αλλά εξηγεί ότι δεν δεχτηκε τον χρυσό και ο Μπεγιαζίτ λέει ότι το περιμενε αυτο. Στη συνέχεια, ο ίδιος προσθέτει ότι είναι ανθρωπος του αδελφό του Μουσταφά και ότι πρέπει να αναλάβει τη φροντίδα της και ότι θα πρέπει να υπάρχει επαφή μεταξύ τους.
Εν τω μεταξύ, ο Σελίμ είναι με το Λάλα και του λέει να μην τον μπερδευει με τον Μπεγιαζίτ. «Αν κάνεις πράγματα πίσω από την πλάτη μου, θα πληρώσεις για αυτό.» Ο Λαλα απαντά ότι δεν έχει καμία πρόθεση να κάνει κάτι τέτοιο και ότι «Αυτό εχει ανατεθεί σε μένα από την Χιουρρεμ Σουλτάνα και τον Μεγαλειότατο μας. Η μόνο επιθυμία μου είναι να σας υπηρετήσω με άξιο τρόπο.» Σελιμ: « Γι 'αυτό ακριβώς είπα ό, τι είχα να πω στην αρχή, έτσι δεν θα έχουμε πονοκέφαλο αργότερα.» Μόλις ο Λαλα φευγει, η Νουρμπανου λέει: «Δεν μου αρέσει αυτός ο άνθρωπος πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Μην ακούς τα λόγια του, με την πρωτη φορά που θα κάνεις λάθος, θα σου σκάψει τον λάκκο.» Σελίμ: «Το ξέρω, γνωρίζω τα πάντα ... αλλά δεν είμαι έτοιμος να ασχοληθώ σοβαρά μαζί του και δεν θέλω να αναστατώσω την Πρωτεύουσα. Αυτός είναι ο τρόπος που ο Μπεγιαζίτ ενεργεί. Ας ελπίσουμε ότι (ο Λάλα) θα ενεργήσει έξυπνα.»
Βλέπουμε το νέο κορίτσι που ονομάζεται Ντεφνε στο χαμάμ και την Καλφα να εξηγεί πόση θλίψη έχει περάσει ο Μπεγιαζίτ, χάνοντας δύο αδελφούς του, καθως και την Χουριτζιχαν και στη συνέχεια την Ρανα και ότι οι μικροί Πρίγκιπες έμειναν χωρίς μητέρα. Η Ντεφνε λέει: «Ας ελπίσουμε ότι μπορώ να είμαι η θεραπεία για τις πληγές του.» Η Καλφα είναι χαρούμενη και λέει: «Αμήν, μακάρι ο πρίγκιπας μας να βρει το χαμόγελό του ξανα!»
Η Nουρμπανού είναι στον διάδρομο και συναντά τον Γκαζανφερ: «Δόξα τω Θεώ που γυρίσαμε, τώρα όλες οι ανησυχίες του παλατιού είναι πίσω μας.» Εκείνος έρχεται πιο κοντά και αυτή λέει: «Μείνε εκεί, μην έρχεσαι κοντά μου. Αν είσαι ακόμα ζωντανός, υπάρχει μόνο ένας ένα λόγος – ο πρίγκιπας Σελίμ. Δεν θέλω να τον κάνω δυστυχισμένο χωρίς λόγο. Θα προσεχεις τις ενέργειες σου, το παραμικρό λάθος να κάνεις δεν θα σε λυπηθώ, θα σε εξαφανίσω!»
Πίσω στην Κιουτάχεια, η Ντεφνε είναι πολύ ενθουσιασμένη και ο Λοκμαν της λέει: «Να είσαι προσεκτική, δεν έχεις καν συναντήσει τον Πριγκηπα, αν τον δεις, τι θα συμβεί;» Ο Λοκμαν μπαίνει μέσα και λέει στον Μπεγιαζίτ: «Η Χιουρέμ Σουλτάνα έχει στείλει παλλακίδες από το παλάτι και η πιο όμορφη περιμένει πίσω από την πόρτα, αν θέλετε, μπορεί να εισέλθει.» Το κορίτσι περιμένει να μπει αλλά ο Λοκμαν βγαίνει και λέει ότι ο πρίγκιπας δεν επιθυμεί να δει κανέναν.Υστέρα λέει στην Κάλφα να επιστρέψει στην αίθουσα του χαρεμιού. Η Κάλφα λέει: «Μην ανησυχείς Ντεφνε, μην βιάζεσαι, θα είσαι εδώ από τώρα και στο εξής οπότε, αν όχι σήμερα υπάρχουν και άλλες ημέρες. Τώρα έλα μαζί μο.»
Η Φαριγε, εν τω μεταξύ, οδηγεί την Ντιλσαχ στο δωμάτιό του Σελίμ. Η Ντιλσαχ λέει ότι αν η Nουρμπανού το μάθει θα μπει σε μπελάδες καθώς δεν επιτρέπεται καν να είναι κοντά στο δωμάτιο.» Η Φαριγε της λέει ότι θα κανονίσει εκείνη μαζί της. Ακριβώς τότε η Nουρμπανού έρχεται από πίσω. Nουρμπανού: «Φαριγε χατουν, τι νομίζεις ότι κάνεις; Σκοπεύεις να την στείλεις στο δωμάτιό του Πριγκηπα μας; Φαριγε: «Νόμιζα ότι θα φτιάξει το κέφι του Πριγκηπα μας και θα αισθανθεί καλύτερα.Υπάρχει κάποιο πρόβλημα με αυτό;» Nουρμπανού: «Δεν είναι πια η Γκιοσδε του Πριγκηπα. Ακόμη και αν ήταν, εγώ δεν το επιτρέπω. Ξέρω γιατί ήρθες εδώ. Αυτό είναι το παλάτι μου. Τα λόγια μου είναι διαταγές εδώ. Αν διαταράξεις την ηρεμία θα αντιμετωπίσεις τις συνέπειες.» Φαριγε: «Ήρθα με διαταγές τις Χιουρρέμ Σουλτάνας. Μην νομίζετε ότι είμαι μια συνηθισμένη Κάλφα. Τι πάει να πει να σταματήσουν οι παλλακίδες να πηγαίνουν για χαλβετ.» Nουρμπανου: «Δεν είμαι υπόλογη σε σένα. Πήγαινε τώρα, πάρε αυτήν την χατουν και φύγε.» Φαριγε:» Εσείς ξέρετε, αλλά αυτό δεν θα ευχαριστήσει τον Πριγκηπα μας.» Ντιλσαχ: «Σας το είπα Φαριγε χατουν, ούτε εσείς δεν μπορείτε να την ελέγξετε.» Φαριγε: «Μόνη μου ίσως δεν μπορώ, αλλά αν συνεργαστούμε, τα πράγματα θα αλλάξουν.» Ντιλσαχ: «Τι εννοείτε;» Φαριγε: «Η ώρα της Nουρμπανού τελειώνει. Η Χιουρέμ Σουλτάνα θέλει να την ξεφορτωθεί. Εάν συμβεί αυτό, το άστρο σου θα λάμψει, αν έχεις το θάρρος φυσικά να πολεμήσεις για το μέλλον σου.»
Στην Κωνσταντινούπολη, ο γιατρός λέει στο Σουλεϊμάν, που είναι έξω μεταμφιεσμένος, ότι έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε που βγήκε από το παλάτι και ότι αυτό θα είναι καλό γι 'αυτόν.
Ο Σουλεϊμάν πηγαίνει στο μαγαζί του Σουμπούλ και περιεργάζεται τους κόκκους του καφέ και μυρίζει το άρωμα τους. Στη συνέχεια, πηγαίνει να καθίσει. Ο Γιακούπ φτάνει και καλωσορίζει έναν άντρα ο οποίος είναι με το παιδί του στην αγκαλιά του, με το όνομά Κουντρέτ Αγάς ο οποίος λέει: «Μπορείτε σας παρακαλώ να φέρετε ένα καφέ και γάλα για τον εγγονό μου;» Γιακούπ: «Αμέσως, και καλώς ήρθατε επίσης Μπέη μου.» (λέει στο Σουλεϊμάν) Σουλεϊμάν: «Σας ευχαριστώ, παρακαλώ, φέρτε μας και εμάς επίσης δύο φλιτζάνια καφέ.»
Ο Σουλεϊμάν άρχισε να μιλάει στον Κουντρέτ και ο Κουντρέτ λέει ότι ένας γονιός αγαπάει το παιδί του, αλλά δεν υπάρχει τίποτα σαν τα εγγόνια. Ο Σουλεϊμάν ρωτά ποιο είναι το όνομά του και εκείνος λέει: «Το όνομά του είναι Μουσταφά, αγαπούσαμε τον Πριγκηπα Μουσταφά πολύ. Για να κρατήσουμε την μνήμη του ζωντανή του δώσαμε αυτό το όνομα.» Ένας άλλος άνδρας λέει: «Μακάρι να γίνει ένας γενναίος πολεμιστής σαν κι αυτόν.» Κάποιος άλλος: «Τι κρίμα για τον Πριγκηπα μας, ήταν ένα σχέδιο αυτής της ρωσίδας μάγισσας της Χιουρρέμ, με τα ψέματά της και τις κατηγόριες της, ο Πρίγκηπας μας δεν θα πρόδιδε πότε τον Μεγαλειότατο μας.» Γιακούπ: «Μη μιλάτε χωρίς να ξέρετε και διαδίδετε κουτσομπολιά . Θα σκότωνε ποτέ ο Παντοδύναμος Σουλτάνος Σουλεϊμάν το γιο του από το πουθενά; Πρέπει να υπήρχε κάποιος λόγος.»
Εν τω μεταξύ, ο Λάλα είναι με τον Σελίμ και λέει ότι είναι κάποιος που θέλει να το συναντήσει, ένας υπήκοος του κράτους, ένας πολύ αξιόπιστος έμπορος και ζητά να τον συναντήσει εδώ και πολύ καιρό. Ο Σελίμ ρωτά ποιος είναι και ο Λάλα λέει: «Ο Γιασσίφ Νασίχ. Πηγαινοερχόταν στην Πρωτεύουσα για κάποιο διάστημα.» Σελίμ: «Έχω ακούσει το όνομά του.» Λάλα: «Σας έχει στείλει ακριβά δώρα.....Αγάδες!» Ένας Αγάς δείχνει ένα Περσικό χαλί και Ινδικά υφάσματα, καθώς και ποτά από την Κύπρο που είναι πολύ σπάνια και πολύτιμα όπως ακριβώς τα σμαράγδια. Ο Σελίμ ρωτά γιατί ήταν απαραίτητα τα δώρα, αν το θέμα είναι κρατικά θέμα θα έπρεπε να έρθει να τον συναντήσει σε μία πιο κατάλληλη στιγμή. Ο Λάλα γνέφει στους Αγάδες να βάλουν το ποτό στο τραπέζι.
Εν τω μεταξύ, ο Γιακούπ λέει στον Σουλεϊμάν ότι μπορεί να του φέρει καφέ με γάλα, κάτι που ο ίδιος ανακάλυψε ώστε να γίνεται ο καφές πιο ελαφρύς και ο Σουλεϊμάν του λέει ότι δεν χρειάζεται και αν πρέπει να φέρει κάτι, να φέρει νερό.
Τότε, ένας Δερβίσης σχολιάζει: «Ω, άνθρωποι, το πίνετε και ούτε καν σκέφτεστε αν επιτρέπεται και αν είναι αμαρτία να το πίνεις;» Γιακούπ: «Τι αμαρτία; Καφές είναι, σε ξυπνάει, τι άλλο θέλεις;» Δερβίσης: «Ναι, αλλά κάνει τον κόσμο να χάνει τον ύπνο του. Αυτή η μόδα έχει επεκταθεί τόσο πολύ και κάθε λίγα μέτρα υπάρχει ένα καφενείο. Όποιος τον πίνει το καντήλι στο σπίτι του μένει αναμμένο μέχρι το πρωί.» Γιακούπ: «Εσύ είσαι εδώ όλη μέρα, πώς το λές αυτό; Αυτά είναι δικαιολογίες, δικαιολογίες!» Ο Δερβίσης γυρνά στον Σουλεϊμάν: «Εσύ φαίνεσαι έμπειρος άνθρωπος, Μπέη μου, νομίζεις ότι αυτό το ποτό επιτρέπεται ή όχι;» Σουλεϊμάν: «Είναι γευστικό, επιδρά επίσης στον να κρατά τον άνθρωπο σε διέγερση, αλλά για παραπάνω, πρέπει να ρωτήσετε τον Εμπου Σουουντ Εφέντι, τον Σεϊχουλισλάμ.» Άνδρας: «Ει, μην ακούτε, δεν με ενδιαφέρουν τα λόγια του!» Γιακούπ: «Α, ησυχία άνθρωπε! Θα μας βάλεις όλους σε μπελάδες.» Σουλεϊμάν: «Γιατί δεν εμπιστεύεσαι τα λόγια του Εμπού Σουουντ Εφέντι, είναι μεγάλος δάσκαλος.» Άνδρας: «Ω, ποτέ, ειναι πολύ μορφωμένος, αλλά λένε ότι είναι κοντά με τη Χιουρρέμ Σουλτάνα και τον Ρουστέμ Πασά και έδωσε γραπτή απόφαση θανάτου για τον Πρίγκηπα Μουσταφά.» Ο φίλος γιατρός: «Πώς το ξέρετε πως ήταν αθώος; Αν δεν είχε κάνει φανερή προδοσία, πιστεύετε ότι ο Μεγαλειότατός μας θα έπαιρνε μία τόσο σκληρή απόφαση;» Ανδρας: «Ήταν 38 χρονών και δεν πρόδωσε ούτε μία φορά, εγώ ποτέ δεν άκουσα ή είδα, θα μπορούσε ένας Πρίγκηπας να περίμενε τόσο πολύ να επαναστατήσει; Με όλους αυτούς τους Γενίτσαρους πίσω του;» Ο Σουλεϊμάν κοιτάζει πέρα και φαντάζεται εκεί τον μικρό Μουσταφά.
Η Νουρμπανού παίρνει το μπάνιο της και ζητά από την παλλακίδα να της φέρει φρούτα, καθώς θέλει να φάει μερικά. Η Νουρμπανού ενημερώνεται ότι η Φαριγέ έχει καλέσει τη Τζανφεντά. Η Νουρμπανού της λέει να πάει. Η Τζανφεντά λέει ότι υποπτεύεται τη Φαριγέ, καθώς έχει δει τον τρόπο που την κοιτάζει. Η Νουρμπανού λέει: «Δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Παρακολούθα και δες πώς θα την κάψω σαν καντήλι.» Φεύγουν, αφήνοντας τη Νουμπανού μόνη στη μπανιέρα της.
Ο Λοκμάν λέει στις παλλακίδες να βιαστούν καθώς στρώνουν το τραπέζι.
Ο Σουμπούλ πηγαίνει να δει τη Χιουρρέμ και λέει ότι ο Σουλεϊμάν την κάλεσε να του παρουσιαστεί.
Ο Σουλεϊμάν είναι στην βεράντα του και ξαναθυμάται τα πράγματα που άκουσε στην αγορά. Ανοίγει ένα κουτί και μέσα σ αυτό ένα άλλο κουτί και πιάνει το δαχτυλίδι του Μουσταφά και μετά το βάζει πίσω στη θέση του και βγάζει το γράμμα και το ξαναδιαβάζει. Κτυπά η πόρτα και η Χιουρρέμ μπαίνει. Εκείνη λέει: «Με ζήτησες;» Ο Σουλεϊμάν την πλησιάζει. Χιουρρέμ: «Ει, μάτια, μη χρησιμοποιείτε τα δάκρυά σας να σβήσετε τη φωτιά στην καρδιά σας. Το νερό δεν θα βοηθήσει τη φωτιά που καίει τόσο πολύ.»
Εν τω μεταξύ, ο Λοκμάν εξακολουθεί να λέει στις παλλακίδες να βιαστούν, αλλά η Ντεφνέ παραμένει πίσω, παίρνει το Κοράνι και βάζει ένα γράμμα μέσα. Και φέρνει στη μνήμη της τη Νουρμπανού να της λέει: «Οι ηλίθιες χάτουν νομίζουν ότι τα ζητήματα λύνονται στο κρεβάτι, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό, πρέπει να μπεις στο μυαλό ενός άνδρα και στην καρδιά του επίσης.» Ντεφνέ: «Θα κάνω ό,τι επιθυμείτε, Σουλτάνα μου, όσο δεν πρόκειται να πάθει τίποτα η αδερφή μου.» Νουρμπανού: «Η αδερφή σου είναι μαζί μου, όσο εσύ κάνεις ό,τι θέλω, δεν θα πάθει τίποτα. Θα σας ελευθερώσω, αλλά πρόσεχε, χάτουν, οι πληγές του Πρίγκηπά μας είναι νωπές. Κάνε υπομονή, γιατί η καρδιά των ανδρών είναι δύσκολη και θα τους πάρει χρόνο μέχρι τα σηκώσουν το κεφάλι τους και να αρχίσουν να κοιτούν τριγύρω. Όταν ο Πρίγκηπας Μπεγιαζίτ σηκώσει το κεφάλι του, θα πρέπει να δει εσένα πρώτα.»
Ο Μπεγιαζίτ μπαίνει και ρωτά τι συμβαίνει. Ντεφνέ: «Ήρθα να στρώσω το τραπέζι σας....» Μπεγιαζίτ: «Ποιο είναι το όνομά σου;» Ντεφνέ: «Ντεφνέ....ήρθα στο παλάτι σας, με έστειλε η Χιουρρέμ Σουλτάνα σε σας, για να σταματήσετε να θρηνείτε και να ξεχάσετε το παρελθόν.» Μπεγιαζίτ: «Μπορείς να αποσυρθείς.»
Εν τω μεταξύ, η Φαριγέ έχει καλέσει τη Τζανφεντά και της λέει ότι πρόκειται να κάνουν κάποια ανασκόπηση στα οικονομικά του χαρεμιού και ότι θα χρειαζόταν την βοήθειά της. Η Τζανφεντά ρωτά αν δεν είναι επείγον επειδή είναι αργά και η Φαριγέ λέει: «Δεν ζήτησα τη γνώμη σου, έλα μπροστά μου.»
Η Νουρμπανού είναι στη μπανιέρα της και λέει: «Τζανφεντά; Τι ήθελε η Φαριγέ; Ακόμα νομίζει ότι μπορεί να στείλει παλλακίδα στο Πρίγκηπά μας; Δεν θα το επιτρέψω. Ό,τι προσπαθεί η Χιουρρέμ Σουλτάνα να κάνει, είναι ανώφελο. Αυτό είναι το παλάτι μου.» Γυρνάει: «Τζανφεντά;» Είναι η Ντιλσάχ αντί της Τζανφεντά: «Εσύ;;;» Η Ντιλσάχ βουτά το κεφάλι της Νουρμπανού μέσα στο νερό.
Ο Σουλεϊμάν και η Χιουρρέμ κάθονται στην βεράντα. «Ας πάμε στην Αδριανούπολη, μπορούμε να μείνουμε μερικούς μήνες. Μπορούμε να βρούμε τους εαυτούς μας ξανά εκεί στους κήπους μακριά από αυτό το παλάτι. Όπως τον παλιό καιρό με ποιήματα και βιβλία. Τι λες, θα πάμε;» Σουλεϊμάν: «Δεν είσαι καθόλου περίεργη γιατί σε κάλεσα;» Χιουρρέμ: «Νόμιζα ότι σου έλειψα.» Σουλεϊμάν: «Έχω μία ερώτηση που μου καίει τα σωθικά για χρόνια, αλλά συνέχιζα να την αποφεύγω. Έχεις ανακατευτεί στο θάνατο του Μουσταφά; Άνοιξες δρόμο για τον θάνατό του; Συκοφάντησες το γιο μου;»
'FOLLOW US in facebook !!!!!
A page-magazine all about Halit Ergenc - daytime and his series !!!!!!! Site for Halit Ergenc.... https://www.facebook.com/pages/Halit-Ergenc-fans-PASSIONATED/213522235343950