MUHTESEM YUZYIL
ΠΕΡΙΛΗΨΗ 131 ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΥ
1ο ΜΕΡΟΣ
Η
Χιουρρέμ ξυπνά, πηγαίνει στη βεράντα της και κοιτάζει κάτω να καίγεται και να
καταστρέφεται το σύμπαν. Πέφτει κάτω....Φυσικά είναι μόνο ένα όνειρο και ξυπνά
αναστατωμένη. Εκείνη πηγαίνει πραγματικά στη βεράντα και βλέπει ότι επικρατεί
ηρεμία και ότι είναι όλα φυσιολογικά γύρω της και αισθάνεται κάπως
ανακούφισμένη. Μετά φαίνεται σα να νοιώθει κάποιο πόνο στο σβέρκο της.
Επιστρέφει στο δωμάτιό της και κοιτάζει τον ώμο της στον καθρέπτη.
Το
πρωί ο Σουμπούλ είναι με τη Χιουρρέμ και της λέει ότι δεν θα έπρεπε να δώσουν
σημασία σε ένα τόσο άσχημο όνειρο και αφού μετά τον θάνατο του Τζιχανγκίρ δεν
έχει ήρεμο ύπνο, της ζητά να του πει για το όνειρο. Εκείνη του λέει ότι φοβάται
ακόμα και να το αναφέρει, καθώς δεν ξέρει αν είναι εφιάλτης ή ένα σημάδι για
πράγματα που έρχονται. Τότε εκείνη προσεύχεται στον Αλλάχ να προστατεύει τον
Σουλεϊμάν και τα παιδιά της.
Εν τω μεταξύ, το σεντούκι που περιέχει το κεφάλι φθάνει. Ο Λάλα ρωτά τι συμβαίνει και ποιος έστειλε το σεντούκι. Ο Αγάς λέει ότι δεν ξέρουν τι περιέχει, αλλά ότι έρχεται για τον Πρίγκηπα Σελίμ. Ο Λάλα ζητά να δει μέσα στο σεντούκι και αηδιάζει.
Εν τω μεταξύ, το σεντούκι που περιέχει το κεφάλι φθάνει. Ο Λάλα ρωτά τι συμβαίνει και ποιος έστειλε το σεντούκι. Ο Αγάς λέει ότι δεν ξέρουν τι περιέχει, αλλά ότι έρχεται για τον Πρίγκηπα Σελίμ. Ο Λάλα ζητά να δει μέσα στο σεντούκι και αηδιάζει.
Η Νουρμπανού είναι μαζί με τον Σελίμ και ρωτά αν έχει κανένα νέο. Ο Σελίμ λέει ότι δεν υπάρχει νέο, αλλά ότι έχει στείλει τους πιο έμπιστους άνδρες του στην Κιουτάχεια και ελπίζει να μην υπάρξει κάποιο πρόβλημα. Ένα χτύπημα στην πόρτα και ένας Αγάς φέρνει μέσα το σεντούκι και ο Αγάς λέει στον Σελίμ ότι είναι για κείνον. Νομίζουν ότι είναι ένα σεντούκι γεμάτο χρυσάφι. Νουρμπανού: «Τι μυρίζει έτσι;!» Όταν βλέπουν το κεφάλι, αηδιάζουν. Νουρμπανού: «Ποιανού κεφάλι είναι αυτό;» Σελίμ: «Του Αγά που έστειλα να πάρει το χρυσάφι.» Ο Σελίμ αρπάζει το γράμμα και εξοργισμένος το ξεδιπλώνει. Νουρμπανού: «Ποιος το έχει γράψει;» Σελίμ: «Ο Μπεγιαζίτ.» Νουρμπανού: «Τι γράφει;» Εκείνη διαβάζει το γράμμα του Μπεγιαζίτ: «Ένας αδερφός δεν θα το έκανε αυτό στον αδερφό του. Δεν θα έκανε πράγματα πίσω από την πλάτη του. Δεν θα έβαζε στο μάτι την περιουσία του. Δεν θα ντυνόταν κακοποιός και θα δημιουργούσε προβλήματα. Αν λέω εσένα αδερφό, τότε πώς θα πω τον Μουσταφά και τον Τζιχανγκίρ; Έχεις σπάσει τα αδελφικά δεσμά. Από δω και πέρα, δεν είσαι πια αδερφός μου. Οφθαλμόν αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος.»
Εν τω μεταξύ, ο Μπεγιαζίτ κάθεται και μιλά με τον Ατματζά: «Από τότε που είμαστε παιδιά, ο Σελίμ κι εγώ πάντα κονταροχτυπιόμαστε (δεν κάναμε μαζί), πάντα ανταλλάσαμε βαριές κουβέντες ο ένας στον άλλον, και πάντα ζηλεύαμε ο ένας τον άλλον. Αλλά ποτέ, ποτέ δεν ξεχνούσαμε ότι είμαστε αδέρφια.» Ατματζά: « Πρίγκηπά μου, ο Πρίγκηπας Σελίμ ήταν κι’αυτός πίσω από το ζήτημα του απατεώνα Μουσταφά. Δεν ήθελα να το πω αυτό, αλλά έριξε την αδελφική σας σχέση εδώ και πάρα πολύ καιρό.» Μπεγιαζίτ: «Αλλά υπήρχαν κι’αλλοι παράγοντες Ατματζά, ήταν ο Καρά Αχμέτ, ο οποίος του έδειξε το λάθος δρόμο. Είπα εκείνη τη στιγμή ότι ο αδερφός μου είχε παίξει και δεν θα το έκανε ξανά Αλλά αυτή τη φορά είναι διαφορετικά. Αυτή τη φορά έστησε ο ίδιος παγίδα σε μένα.» Ατματζά: « Και τι θα γίνει από δω και πέρα;» Μπεγιαζίτ: «Θα πρέπει να περιμένουμε, είναι στο χέρι του Σελίμ. Ελπίζω ο Σελίμ να πάρει ένα μάθημα από αυτό. Αλλιώς θα πρέπει να το πληρώσει με τον πιο βαρύ τρόπο. Η πραγματική μου έγνοια είναι πώς ο Σελίμ ήξερε για το χρυσό που μου έστελνε η Μιχριμά. Εμπιστεύομαι τους πάντες στο παλάτι. Αλλά στην Πρωτεύουσα, πάντα υπάρχει κάποιος που δεν μπορεί να ελέγξει τις γλώσσες τους.»
Τότε η μικρή κόρη του Μπεγιαζίτ φθάνει και εκείνος τη χαιρετά. Φθάνει η Ντεφνέ: «Πρίγκηπά μου, ήθελε να σας δει και δε μπορούσα να την εμποδίσω.»
Η Νουρμπανού λέει: «Με πρώτη ευκαιρία θα κάνει επίθεση.» Σελίμ: «Εσύ είσαι η αιτία για όλο αυτό. Αν δεν είχες στείλει την παλλακίδα στην Κιουτάχεια, σήμερα τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί. Δηλητηρίασες το μυαλό μου. Αναζωπύρωσες τη φωτιά των φόβων μου.» Νουρμπανού: «Θα έπρεπε να φοβάσαι για να πάρεις προφυλάξεις, τι περίμενες; Ότι ο Μπεγιαζίτ θα σου παραδώσει το θρόνο με τα ίδια του τα χέρια; Εδώ υπάρχει πόλεμος, Πρίγκηπά μου, και οι νόμοι είναι σαφείς. Μόνο ο ένας από τους δυο θα μείνει ζωντανός. Όταν ο Καίσαρας προχωρούσε στη Ρώμη, είπε “ο κύβος ερρίφθη”. Το ίδιο και σε μας. Τη μία μέρα εκτελείται ο Καρά Αχμέτ, την άλλη μέρα ο φρουρός σου. Πρίν έρθει η ώρα σου πρέπει να δράσουμε. Βάλε ένα τέλος στους φόβους σου. Η παλλακίδα στην Κιουτάχεια περιμένει τις οδηγίες μας, με μία λέξη, ο Μπεγιαζίτ θα τελειώσει και η δική σου εποχή θα αρχίσει. Μόνο με μία σου λέξη.» Σελίμ: «Τι σημαίνει αυτό;» Νουρμπανού: «Κανείς δεν μπορεί να σταματήσει τον Μπεγιαζίτ από δω και πέρα. Θα κάνει τα πάντα για να πάρει τη ζωή σου. Με μία σου λέξη μόνο, μπορούμε να κερδίσουμε τον πόλεμο πριν καν αρχισει. Πριν ο Μπεγιαζίτ πάρει τη ζωή σου, πάρε τη δική του.» Σελίμ: «Νουρμπανού! Έχασες το μυαλό σου! Πώς τολμάς να μου προτείνεις κάτι τέτοιο; Βγες έξω! Πήγαινε στο δωμάτιό σου! ΒΓΕΣ ΕΞΩ!!!
Ο Σουμπούλ περπατά με τη Χιουρρέμ και της λέει ότι θα πρέπει να νοιώθει λίγο καλύτερα τώρα που η Μιχριμά είναι λίγο καλύτερα όπως φαίνεται. Παρατηρούν την μάντισσα κάτω και η Χιουρρέμ ρωτά τι δουλειά έχει αυτή εδώ και ο Σουμπούλ απαντά ότι δεν έχει ιδέα.
Η Νουρμπανού μπαίνει στο δωμάτιό της και η Τζανφεντά ρωτά τι ήταν στο σεντούκι και ότι όλοι στο παλάτι είναι σε μία αναταραχή λέγοντας ότι υπήρχε μέσα ένα κεφάλι.
Η Τζανφεντά ρωτά τι σημαίνει αυτό και η Νουρμπανού απαντά ότι ο Μπεγιαζίτ το έστειλε και σημαίνει ότι με πρώτη ευκαιρία ο Μπεγιαζίτ θα πάρει τη ζωή του Σελίμ και ότι εκείνη προσπάθησε να του μιλήσει, αλλά ο Σελίμ δε θέλει να ακούσει γι’αυτό. Η Τζανφεντά λέει ότι πρέπει να βρουν ένα τρόπο να του ανοίξουν τα μάτια. Η Νουρμπανού λέει ότι έχει δίκιο και ότι από τη στιγμή που τα μάτια του δε βλέπουν την αλήθεια, εκείνη πρέπει να του τα ανοίξει.
Η Χιουρρέμ ρωτά τη μάντισσα, η οποία είναι τώρα μέσα στο δωμάτιό της Χιουρρέμ, τι θέλει.
Μάντισσα:
«Με καλέσατε, Σουλτάνα μου. Με καλέσατε για να βρω το νόημα του εφιάλτη σας.
Μην ξεχνάτε ότι τα όνειρα είναι ένας καθρέφτης, μερικές φορές σου δείχνουν τι
είναι μέσα και μερικές φορές σου δείχνουν το μέλλον.» Χιουρρέμ: «Πώς τα ξέρεις
όλα αυτά;» Μάντισσα: «Αισθάνομαι ό,τιδήποτε βρίσκεται στις ψυχές, Σουλτάνα μου,
τώρα πείτε μου τι ακριβώς είδατε.» Χιουρρέμ: «Άκουσα ένα ενοχλητικό θόρυβο
αρχικά. Βγήκα στη βεράντα και κοίταξα. Η Κωνσταντινούπολη, το παλάτι, ο κόσμος όλος,
καιγόταν και καταστρεφόταν. Υπήρχαν μαύρα σύννεφα στον ουρανό. Θα συμβεί κάτι
στους Πρίγκηπές μου ή στον Μεγαλειότατό μας; Αυτό σημαίνει;» Μάντισσα: «Ημέρα
της Κρίσης, Σουλτάνα μου....» Χιουρρέμ: «Μόνο ο Θεός ξέρει γι’αυτό και πότε θα
συμβεί.» Μάντισσα: «Ο θάνατος του καθενός είναι η δική του μέρα της Κρίσης. Αν
κάτι συμβεί σε σας, η μέρα της κρίσης θα έρθει και ο Σουλτάνος Σουλεϊμάν Χαν θα
θαφτεί στο σκοτάδι και τότε οι ασπίδες των Πριγκήπων σας θα βγουν. Εσείς
κυβερνάτε τον κόσμο, αν καταρεύσετε, όλος ο κόσμος θα καταρεύσει.» Ο Σουμπούλ
ρωτά τη γυναίκα αν έχει έρθει για να αναστατώσει τη Χιουρρέμ Σουλτάνα και λέει
στους Αγάδες να τη διώξουν και να μην την αφήσουν ξανά να μπει στο παλάτι. Η Χιουρρέμ είναι ανήσυχη από αυτά τα λόγια.
Ο Ρουστέμ λέει στη Μιχριμά ότι ο Πέδρο έχει ετοιμάσει την αλοιφή, ότι δεν πιστεύει ότι θα είναι αποτελεσματική, αλλά ότι μοιάζει περισσότερο για ταχυδακτυλουργός παρά για γιατρός. Η Μιχριμά λέει ότι «λες και οι γυναίκες γιατροί μπόρεσαν να βρουν θεραπεία και δεν της άρεσε!» «Δεν με νοιάζει ποιος είναι, ο Πέδρο ή κάποιος άλλος, αφού το φάρμακο είναι αποτελεσματικό....Φωνάξτε τον.» (λέει στις παλλακίδες) Ο Ρουστέμ τον καλέι ο ίδιος. Ο Πέδρο φθάνει με δεμένα μάτια και η Μιχριμά ρωτά γιατί είναι σ’αυτή την κατάσταση και ο Πέδρο εξηγεί ότι ο Ρουστέμ Πασάς έδωσε διαταγή γι’αυτό και ο Ρουστέμ λέει: «Είναι καλύτερα έτσι.» Τότε λέει στη γυναίκα να ετοιμάσει την αλοιφή καθώς ο Πέδρο γονατίζει. Ο Ρουστέμ τον σταματά και ο Πέδρο ρωτά πώς αλλιώς να το κάνει αν δεν χρησιμοποιήσει τα χέρια του. Αλλά ο Ρουστέμ του λέει ότι πρέπει να βρει άλλο τρόπο. Έτσι ο Πέδρο βρίσκει ένα πινέλο! Και όταν το χέρι του αρχίζει να κινείται προς τα κάτω επειδή δεν μπορεί να πάρει τα μάτια του από το πρόσωπό της, ο Ρουστέμ του λέει να προχωρήσει προς τα πάνω.
Ο Ρουστέμ ρωτά ιδιαιτέρως τον Πέδρο αν είναι σίγουρος ότι οι πληγές δεν είναι σημάδια κάποιας άλλης αρρώστειας. Ο Πέδρο απαντά ότι η αρρώστεια της Μιχριμά έχει ραγδαία εξάπλωση λόγω της λανθασμένης διάγνωσης των άλλων γιατρών και εξ αιτίας αυτού χάθηκε πολύτιμος χρόνος, και ότι με τη δική του αλοιφή εκείνη θα ανακάμψει. Ο Ρουστέμ λέει ότι οι γιατροί που αναφέρεται ο Πέδρο έχουν εμπειρία τόσων χρόνων όσο η ηλικία του Πέδρο. Ο Πέδρο λέει ότι την εμπειρία δεν την κάνουν τα χρόνια και ότι μπορεί να την αποκτήσει κανείς με το διάβασμα και με τα πειράματα, αλλιώς ακόμα και τα γαϊδρούρια που σέρνουν το μύλο θα είναι πιο έμπειρα από τους γιατρούς. Ο Ρουστέμ απαντά ότι ο Πέδρο θα πρέπει να προσεύχεται η αλοιφή του να είναι αποτελεσματική αλλιώς θα τον ρίξουν στα μπουντρούμια με την κατηγορία του τσαρλατάνου. Τότε, η Χιουρρέμ φθάνει και ρωτά πώς είναι η Μιχριμά και ο Ρουστέμ λέει ότι το φάρμακο έχει χορηγηθεί και θα περιμένουν να δουν το αποτέλεσμα. Η Χιουρρέμ λέει ότι ελπίζει να ανακάμψει σύντομα. Ο Πέδρο λέει ότι θα κάνει τα πάντα και να μην ανησυχεί.
Η Χιουρρέμ ρωτά τον Ρουστέμ αν υπάρχουν νέα από τον Σουλεϊμάν. Ο Ρουστέμ απαντά ότι ξεκουράζεται στην Αδριανούπολη. Αλλά από ό,τι έχει ακούσει, έχει καλέσει μία Εβραία εκεί. Η Χιουρρέμ ρωτά ποια είναι αυτή η γυναίκα και γιατί θα έρθει. Ο Ρουστέμ απαντά ότι είναι η Γκρατσία Μεντεζ και ότι είναι μία έμπορος που κρατιόταν όμηρος στην Βενετία: «Είναι δυνατή γυναίκα, πιστή φίλη βασιλέων και την οποία κάλεσε ο Μεγαλειότατός μας."
Εν τω μεταξύ, η υπηρέτρια της Γκρατσία ονόματι Σάρα λέει: «Δεν σας έχω δει ξανά έτσι, Σινιόρα, ούτε οι βασιλείς σας έχουν αναστατώσει έτσι.» Γκρατσία: «Ο Σουλτάνος Σουλεϊμάν δεν είναι βασιλιάς, Σάρα. Είναι ο Βασιλιάς των Βασιλέων!»
Η Χιουρρέμ επισκέπτεται τη Μιχριμά και τη ρωτά πώς είναι. Η Μιχριμά λέει ότι ελπίζει η αλοιφή του Πέδρο να ενεργήσει και τότε εκείνη ρωτά πώς είναι η μητέρα της: «Μετά το τελευταίο συμβάν, γιατί βγήκατε από το παλάτι, θα ερχόμουν εγώ σε σας.» Χιουρρέμ: «Μη φοβάσαι, κόρη μου, το άτομο που το κανόνισε αυτό ήταν η Φατμά Σουλτάνα και αυτή έχει φύγει. Μετά από αυτό, κανείς δεν μπορεί να μου κάνει τίποτα. Όλες μου οι ανησυχίες είναι για όλους εσάς.»
Στην Αδριανούπολη, ο Σοκολλού ενημερώνει τον Σουλεϊμάν ότι η Γκρατσία έχει φτάσει και περιμένει να του παρουσιαστεί. Ο Σουλεϊμάν γνέφει να του παρουσιαστεί. Εκείνη μπαίνει και λέει: «Αξιότιμε Σουλτάνε Σουλεϊμάν,» και σκύβει και φιλά το καφτάνι του, «δεν ξέρετε πόσο ευτυχισμένη είμαι που κατάφερα να σας συναντήσω.» Εκείνος διορθώνει μία λέξη που εκείνη είπε λάθος. «Έχω βρεθεί στο ίδιο τραπέζι με βασιλείς από όλη την Ευρώπη. Αλλά ποτέ δεν ήμουν τόσο αγχωμένη στη ζωή μου. Συγχωρήστε με, Αυτοκράτορα των Αυτοκρατόρων.» Σουλεϊμάν: «Πώς ήταν το ταξίδι σας; Πάντα τα θαλάσσια ταξίδια είναι κουραστικά.» Γκρατσία: «Χάρη σε σας, όλες μου οι δυσκολίες έχουν πετάξει μακριά. Με μία και μόνο δική σας λέξη με γλιτώσατε από τα μπουντρούμια. Με σώσατε. Σας είμαι υποχρεωμένη.» Σουλεϊμάν: «Δεν αισθανόμουν ακριβώς ότι έχουν μία τόσο πολύτιμη έμπορο σας κι εσάς στη φυλακή.»
Η Χιουρρέμ κοιτάζει τα ρούχα της και ρωτά τον Σουμπούλ πού είναι το μπλε και το κόκκινο φόρεμά της. Ο Σουμπούλ λέει ότι δεν ξέρει, καθώς χρόνια τώρα εκείνη δε φορά τίποτ’ άλλο εκτός από σκούρα φορέματα. Ο Σουμπούλ τη ρωτά γιατί κάνει όλη αυτή την προετοιμασία. Η Χιουρρέμ λέει ότι η Μιχριμά καλυτερεύει και ο Σελίμ και ο Μπεγιαζίτ ευτυχώς είναι επίσης καλά και ότι ο Σουμπούλ θα πρέπει να γράψει στον Λοκμάν και στην Φαριγέ, να στέλνουν γράμματα κάθε βδομάδα και λέει στον Σουμπούλ να ετοιμαστεί γιατί θα πάνε στην Αδριανούπολη: «Πρέπει να πάω κοντά στον Μεγαλειότατό μας. Κανένας δεν θα μπει ανάμεσά μας. Ποτέ δεν μπήκε. Η αγάπη μας έχει περάσει από εξετάσεις πολλές φορές. Κάθε φορά νικάμε και το ίδιο θα γίνει και αυτή τη φορά.» Ο Σουμπούλ λέει: «Ευτυχώς, θυμάστε πόσο γρήγορα ήρθε εκείνη την ημέρα (όταν της επιτέθηκαν) και σας έσωσε; Μα τω Θεώ, εκείνος είχε φοβηθεί τόσο ότι θα σας έχανε. Το είδα στα μάτια του.»
Στην Αδριανούπολη, η Γκρατσία λέει στον Σουλεϊμάν: «Είναι πολύ δύσκολο να σας προσφέρω ένα δώρο. Όλα τα είδη των κοσμημάτων, ακόμα και τα ασημένια ποτάμια του νέου κόσμου θα είναι τόσο βαρετά όσο μία ελιά δίπλα σε όλο σας τον πλούτο, Μεγαλειότατέ μου.» Του προσφέρει ένα βιβλίο. Είναι η “Θεία Κωμωδία”. Ο Σουλεϊμάν λέει: «Το έχω διαβάσει χρόνια πριν, αλλά έχω να το αγγίξω εδώ και πάρα πολύ καιρό. Το βιβλίο ήρθε και με βρήκε, επειδή σαφώς θα έπρεπε να το διαβάσω ξανά από την αρχή. Σινιόρα, άκουσα ότι έχετε δύο ονόματα. Το ένα Βεατρίκη και το άλλο Γκρατσία....πώς μπορώ να σας φωνάζω;» Γκρατσία: «Έπρεπε για χρόνια να κρατάω κρυφά τα θρησκευτικά μου πιστεύω, και το όνομα που συνήθιζα να χρησιμοποιώ είναι Βεατρίκη. Με πληγώνει. Αν με φωνάζετε Γκρατσία θα ήμουν πολύ χαρούμενη.» Σουλεϊμάν: «Όλοι είναι ελεύθεροι στη χώρα μου να πιστεύουν αυτό που θέλουν, Γκρατσία Μέντεζ, να μην έχετε καμία αμφιβολία πάνω σ’αυτό.» Γκρατσία: «Ελπίζω να μπορώ να επωφελούμαι πάντα από αυτούς τους κανόνες (στη χώρα σας).»
Η Χιουρρέμ ντύνεται με το κόκκινο φόρεμά της και ο Σουμπούλ της λέει ότι τα ρούχα της δείχνουν τόσο ωραία πάνω της και την επαινεί, αλλά τότε εκείνη ταράσσεται από ένα πόνο στον ώμο της. Ο Σουμπούλ τη ρωτά τι συμβαίνει και εκείνη λέει ότι δεν είναι σημαντικό, ότι ένα έλκος εμφανίστηκε μάλλον από τη στενοχώρια. Εκείνος λέει ότι μπορεί να καλέσει γιατρό αμέσως. Αλλά η Χιουρρέμ λέει όχι, θέλει να φύγει αμέσως και να πάει κοντά στον Σουλτάνο.
Στη Μάνισα, η Φαριγέ μιλά με τον Λάλα σχετικά με το σεντούκι με το κεφάλι μέσα σ’αυτό. Εκείνη λέει: «Είναι φανερό ότι ο Πρίγκηπας Σελίμ είναι κάπως υπεύθυνος γι’ αυτό, αλλιώς θα το είχε ήδη κάνει μεγάλο θέμα. Δεν βγαίνει από το δωμάτιό του. Η Νουρμπανού τριγυρίζει συνέχεια κρυφά και σιωπηλά κάνει πράγματα. Η κατάσταση βράζει, Λάλα.» Λάλα: «Είμαι ενήμερος για τα πάντα. Τα κακά γεγονότα είναι στον ορίζοντα και θα ήταν κανείς τυφλός για να μην τα δει.» Φαριγέ: «Τι πρέπει να κάνουμε, πείτε κάτι.» Λάλα: «Ό,τι και να κάνουμε θα είναι άστοχο. Μόνο η Χιουρρέμ Σουλτάνα μπορεί να μπει ανάμεσα στους δύο Πρίγκηπες και να τους σταματήσει. Μόνο εκείνη μπορεί να τους σταματήσει.»
Μετά βλέπουμε τον Λάλα να γράφει ένα γράμμα: «Αξιότιμη Χιουρρέμ Σουλτάνα, δυστυχώς δεν σας στέλνω καλά νέα. Μπορεί να μη γνωρίζω λεπτομέρειες της κατάστασης, αλλά γνωρίζω ότι είναι σοβαρή. Τόσο πολύ, ώστε να έρθει εδώ το κεφάλι του φρουρού του Πρίγκηπα Σελίμ. Η διαμάχη των Πριγκήπων μας έχει πάρει ένα δρόμο χωρίς επιστροφή. Είναι φανερό ότι δεν μπορώ να χειριστώ αυτό το πρόβλημα μόνος μου.» Το φλασμπακ τελειώνει και η Φαριγέ λέει: «Κάνατε πολύ καλά, αξιότιμε Λάλα.» Λάλα: «Αν η Χιουρρέμ Σουλτάνα δεν μεσολαβήσει, αυτό το ζήτημα θα οδηγήσει σε μεγάλα λάθη. Θεού θέλοντος, σήμερα αύριο θα λάβει αυτό το γράμμα και θα το κανονίσει πριν φτάσει στο σημείο να χυθεί αίμα."
Ο Γκαζανφέρ είναι μαζί με τη Νουρμπανού: «Η σκέψη μου είναι πάντα μαζί σας, Σουλτάνα μου. Όταν σκέφτομαι όλα αυτά που συμβαίνουν, χάνω την ηρεμία μου.» Νουρμπανού: «Του είχα δώσει μία ιδέα. Ο Μπεγιαζίτ είναι πιο δυνατός από τον Πρίγκηπά μου. Ήθελα να του δημεύσει το χρυσό έτσι ώστε ο Μπεγιαζίτ να βρεθεί σε δύσκολη κατάσταση. Αλλά οι άνεμοι δεν φύσηξαν προς όφελός μας. Πληγώσαμε το κοιμισμένο λιοντάρι, από δω και πέρα με πρώτη ευκαιρία θα θελήσει να πάρει τη ζωή του Πρίγκηπά μας. Φοβάμαι, Γκαζανφέρ. Αυτό το κεφάλι που έστειλε έρχεται στα όνειρά μου. Βλέπω το πρόσωπο του Σελίμ. Τον Μουράτ και τις κόρες μου και το μέλλον τους. Αλλάχ, σε παρακαλώ, σώσε μας.» Γκαζανφέρ: «Από δω και πέρα, θα είμαι πάντα κοντά σας.» Νουρμπανού: «Αν δεν ήσουν κοντά μου, δεν θα μπορούσα να το χειριστώ έτσι κι’αλλιώς. Ένας δύσκολος πόλεμος ανοίγεται μπροστά μας. Ο Πρίγκηπάς μας πρέπει να γνωρίζει τον κίνδυνο που τον περιμένει. Θα του υπενθυμίζουμε ότι η ζωή του κινδυνεύει.» Γκαζανφέρ: «Τι έχετε στο μυαλό σας, Σουλτάνα μου;» Νουρμπανού: «Θα μου βρεις ένα δηλητήριο.»
Ο Μπεγιαζίτ, εν τω μεταξύ, είναι στο χαμάμ με τη Ντεφνέ λέγοντά της ότι την αγαπά πραγματικά πολύ. Η Ντεφνέ απαντά ότι είναι τιμή της και ότι είναι επιτυχία γι’αυτή να αξίζει την αγάπη του. Την βάζει να καθίσει και λέει ότι έχει ζήσει πολύ δύσκολες μέρες και η θλίψη για τον Μουσταφά και τον Τζιχανγκίρ τον ακολουθούσαν σαν σκιά. Κι εκεί που πήγαινε να το ξεπεράσει, η μητέρα των παιδιών του πέθανε. Λέει: «Τότε ήρθες εσύ στο δρόμο μου και με έκανες να χαμογελώ. Νόμιζα πως ποτέ δεν θα ξανανθίσει λουλούδι. Η μητέρα μου έκανε πολύ καλά που σε έστειλε.» Ντεφνέ: «Είναι μεγάλη ευτυχία για μένα, το να γιατρέψω τις πληγές σας.»
Η Μιχριμά είναι με τον Ρουστέμ λέγοντάς του ότι τα εξανθήματα της φαίνονται καλύτερα …έτσι δεν είναι; Ο Ρουστέμ λέει:«Ευτυχώς θεραπεύονται και ο επικεφαλής γιατρός είπε ότι θα περάσουν και ότι ήταν από τις καιρικές συνθήκες.» Μιχριμά: «Ποιες καιρικές συνθήκες; Η αλοιφή του κυρίου Πέδρο έφερε αποτελέσματα και το ξέρεις πολύ καλά.» Ρουστέμ: «Οπότε στην περίπτωση αυτή δεν χρειάζεται να ξαναέρθει.» Μιχριμά: «Δεν μπορούμε να αφήσουμε τη θεραπεία στη μέση. Ο κύριος Πέδρο θα έρθει, μέχρι να αναρρώσω πλήρως.» Ρουστέμ: «Δεν θα το επιτρέψω, Μιχριμά. Οι πληγές σου επουλώνονται, τι άλλο θέλεις;»
Η Χιουρρέμ είναι στην άμαξα της με τον Σουμπούλ, αναπολώντας την Αδριανούπολη, την οποία αποκαλεί το παλάτι της εξορίας της. Ο Σουμπούλ λέει ότι έχει εξοριστεί τόσες πολλές φορές, αλλά πάντα επέστρεφε ισχυρότερη, που ακόμα κι ίδιος ξεχνάει πόσες φορές συνέβη. Χιουρρέμ: «Ξέρεις για τον Zümrüdü Anka, Σουμπούλ; Εμείς το ονομάζουμε Φοίνικα στα μέρη από όπου κατάγομαι.» Σουμπούλ: «Μιλάτε για τον Σιμουργκ... Φυσικά ξέρω, τα μάτια του είναι τόσο φωτεινά όπως τα αστέρια, το χρώμα του είναι το χρώμα του χρυσού και των σμαραγδιών... Είστε Σιμουργκ, Σουλτάνα μου... Συνεχώς καίγεστε και αναγεννιέστε από τις στάχτες σας.» Χιουρρέμ: «Κάθε φορά πέθαινα , και ξαναγεννιόμουν ισχυρότερη και πιο φωτεινή... Ίσως το όνειρό μου αναφερόταν σε αυτό... Θα πρέπει να δημιουργήσω μια νέα ζωή για τον εαυτό μου και να ξανακερδίσω την καρδιά του Σουλτάνου Σουλεϊμάν.»
Ο Μπεγιαζίτ ρωτά τον Άτματζα ποια είναι η κατάσταση με το συσσίτιο. Άτματζα: «Όλα πάνε καλά, οι άνθρωποι προσεύχονται για σας ...» Δύο έμποροι μαλώνουν σχετικά με το πόσο χώρο χρειάζεται ο καθένας για την παρουσίαση των προϊόντων τους. Ο Μπεγιαζίτ λέει στον πιο γεροντότερο να αφήσει τον άλλον. Ο γεροντότερος λέει ότι ο νέος πουλά βότανα στην τύχη και ίσως να είναι μάγος. Ο νεότερος ορκίζεται ότι τα βότανα έχουν θεραπευτικές ιδιότητες και ότι έχει θεραπείες από τον γιατρό Λοκμαν και από την Άπω Ανατολή, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας. Ο νεότερος λέει ότι αν ο παλαιότερος είχε πάρει βότανο από αυτόν για την τόνωση της μνήμης, τότε δεν θα είχαν προβλήματα. Ο Μπεγιαζίτ λέει ότι αν ο νεότερος έμπορος δεν ενοχλεί κανέναν, τότε ο γεροντότερος δεν έχει το δικαίωμα να εμποδίσει τα κέρδη κανενός. Ο γεροντότερος έμπορος τους βρίζει και ο Άτματζα τον πληροφορεί ότι στέκεται μπροστά του ο Πρίγκηπας Μπεγιαζίτ και ο Μπεγιαζίτ λέει ότι και οι δύο θα πουλάνε σε αυτή τη θέση. Ο νεότερος τους ευχαριστεί και προσφέρει στον Άτματζα ένα ελιξίριο που υπόσχεται να του δώσει τη δύναμη 10 βοδιών. Ο Άτματζα λέει ότι δεν χρειάζεται κάτι τέτοιο. Ο νεότερος του λέει πως αν χρειαστεί ποτέ κάτι, να έρθει ψάχνοντας γι 'αυτόν στην ταβέρνα Αϊναλί.
Στην επόμενη σκηνή, η Χιουρρέμ ρωτά πώς είναι ο Μεγαλειότατος
και ο Σοκολλού λέει ότι η Αδριανούπολη του κάνει καλό και ότι ο ίδιος είναι
βέβαιος ότι θα είναι καλύτερα μόλις την δει. H Χιουρρέμ ρωτά για την Γκρατσια
και αν αυτή είναι ακόμα εκεί. Στη συνέχεια βλέπουμε την Γκρατσια να εξηγεί στον
Σουλεϊμάν ότι τα ανάκτορα του βασιλιά Φερδινάνδου είναι παντού γεμάτα με
λουλούδια και μέσα στο παλάτι και ρώτησε έναν από τους υπηρέτες γιατί, και της
είπε ότι δεν έχουν τουαλέτες στο παλάτι και για να αποφεύγουν να εξαπλωθεί η
μυρωδιά, έπρεπε να βάλουν τα λουλούδια παντού και όταν αξιωματούχοι έρχονται
στο παλάτι, πρέπει να κλείνουν τη μύτη τους. Τότε φτάνει η Χιουρρέμ, ο
Σουλεϊμάν την καλωσορίζει και η Γκρατσια της συστήνεται και λέει ότι είναι πολύ
χαρούμενη που γνωρίζει την εξαιρετική γυναίκα, για την οποία μιλά όλη η Ευρώπη.
Σουλεϊμάν: «Γιατί ήρθες χωρίς να με ενημερώσεις, μήπως συνέβη κάτι στην
Μιχριμά; ...» Χιουρρέμ: «Ευτυχώς πάει καλύτερα.. ο γιατρός του Μεχμέτ Πασά
άρχισε να την θεραπεύει.» Σουλεϊμάν:«Εξαιρετικά.» Χιουρέμ: «Αναρωτιόμουν για
την υγεία σας και πως περνάτε, αλλά βλέπω ότι είστε καλά ... Με την άδειά σας,
θα ήθελα να ξεκουραστώ, όπως γνωρίζετε, ήρθα από ένα μακρύ ταξίδι.» Στη
συνέχεια, φεύγει και γυρνά και κοιτάζει τον Σουλεϊμάν.
Στη συνέχεια βλέπουμε τη Nουρμπανού να ζητά συγχώρεση από τον Σελίμ, ότι η ίδια
ανησυχεί για το μέλλον το δικό του και των παιδιών τους, και ότι αμφιβάλλει για
όλους, και φοβάται τα πάντα. Λέει ότι τον τελευταίο καιρό πίνει πολύ και ο
Σελίμ λέει: «Αυτός είναι ο μόνος τρόπος που μπορώ να αποστασιοποιηθώ από τη
μυρωδιά του θανάτου …» Η Nουρμπανού σταματά τον Σελίμ πριν δοκιμάσει το ποτό του
και λέει ότι η παλλακίδα πρέπει να πιει πρώτα, γιατί φαίνεται ύποπτη. Σελίμ: «Τι
είναι αυτά που λες;» Nουρμπανού: «Πιες από αυτό!» Πίνει μια γουλιά και στη
συνέχεια της λένε να φύγει, αλλά πέφτει στο έδαφος, νεκρή. Βλέπουμε την Nουρμπανού σε φλασμπακ να ρίχνει
δηλητήριο μέσα στο ποτό και να λέει: «Ελπίζω ότι αυτό θα δουλέψει και ελπίζω να
καταλάβει τη βαρύτητα της κατάστασης.» Γκαζανφέρ: «Σουλτάνα μου, τι θα συμβεί
στην παλλακίδα;» Nουρμπανού: "Πρέπει να το κάνω αυτό ... Αν δεν πάρω
μια ζωή, τότε θα χαθούν οι δικές μας ζωές!» Πίσω στην Nουρμπανού και τον Σελίμ. Η Nουρμπανού λέει: «Ω Θεέ μου ! Τι
θα είχε γίνει αν είχες πιει; Ο πριγκηπας Μπεγιαζίτ είναι πίσω από αυτό! Θέλει
να σε σκοτώσει!!»
Σελίμ: «Φτάνει! Μην μιλάς!»
2ο ΜΕΡΟΣ
Ο Σουλεϊμάν είναι στο δωμάτιό του διαβάζοντας το Κοράνι,
ενώ το δείπνο του είναι έτοιμο στο τραπέζι. Ο Φερχάτ ρωτα τον Σουλτάνο αν θα
ήθελε να καλεσουν και την Χιουρρεμ. Ο Σουλεϊμάν απαντά: «Όχι τώρα.» Φερχάτ:
«Μεγαλειότατε μου, θα είναι καλό για σας, θα σας κάνει καλό, όμως αρνείστε να
την δεχτείτε.»
Στο δικό της δωμάτιο, η Χιουρρεμ κάθεται μόνη, όταν φτάνει ο Σουμπουλ, ενημερώνοντας την ότι η Σινιόρα Μεντεζ επιθυμεί να την συναντήσει. H Χιουρρεμ επιτρέπει και η Σινιόρα μπαίνει. Χιουρρεμ: «Ελάτε Σινιόρα». Γκρατσια: «Σουλτανα μου, μου έχετε χαρίσει τον κοσμο, με την αποδοχή να σας παρουσιαστώ.» Χιουρρεμ: «Έχω ακούσει ότι ο Μεγαλειότατος μας συμμετείχε στην απελευθέρωση σας.» Γκρατσια: «Ο Σουλτάνος Σουλεϊμάν με έχει βοηθήσει πολύ. Τα καλά πράγματα που λένε γι 'αυτόν δεν είναι αρκετά, κανένας από τους Βασιλιάδες που ξέρω δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτόν, στην πραγματικότητα, το να είμαι μπροστά σας μου δίνει τόσο πολύ ενθουσιασμό, όπως όταν βρίσκομαι μπροστά του.» Χιουρρεμ: «Αλήθεια;» Γκρατσια: «Για χρόνια στα ματια του κόσμου, είστε το προσωπο πίσω από τον Σουλτάνο Σουλεϊμάν. Ξέρετε τι λένε, οι άνδρες κυβερνούν τον κόσμο, αλλά οι γυναίκες κυβερνούν τους άνδρες.» Χιουρρεμ: «Είχα ακούσει ότι ειστε πολυ έμπειρη στον τομέα σας, του εμπορίου, αλλά δεν γνώριζα ότι είστε τοσο πνευματώδης, Σινιόρα Μεντεζ,»
Στο δικό της δωμάτιο, η Χιουρρεμ κάθεται μόνη, όταν φτάνει ο Σουμπουλ, ενημερώνοντας την ότι η Σινιόρα Μεντεζ επιθυμεί να την συναντήσει. H Χιουρρεμ επιτρέπει και η Σινιόρα μπαίνει. Χιουρρεμ: «Ελάτε Σινιόρα». Γκρατσια: «Σουλτανα μου, μου έχετε χαρίσει τον κοσμο, με την αποδοχή να σας παρουσιαστώ.» Χιουρρεμ: «Έχω ακούσει ότι ο Μεγαλειότατος μας συμμετείχε στην απελευθέρωση σας.» Γκρατσια: «Ο Σουλτάνος Σουλεϊμάν με έχει βοηθήσει πολύ. Τα καλά πράγματα που λένε γι 'αυτόν δεν είναι αρκετά, κανένας από τους Βασιλιάδες που ξέρω δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτόν, στην πραγματικότητα, το να είμαι μπροστά σας μου δίνει τόσο πολύ ενθουσιασμό, όπως όταν βρίσκομαι μπροστά του.» Χιουρρεμ: «Αλήθεια;» Γκρατσια: «Για χρόνια στα ματια του κόσμου, είστε το προσωπο πίσω από τον Σουλτάνο Σουλεϊμάν. Ξέρετε τι λένε, οι άνδρες κυβερνούν τον κόσμο, αλλά οι γυναίκες κυβερνούν τους άνδρες.» Χιουρρεμ: «Είχα ακούσει ότι ειστε πολυ έμπειρη στον τομέα σας, του εμπορίου, αλλά δεν γνώριζα ότι είστε τοσο πνευματώδης, Σινιόρα Μεντεζ,»
Ο Σελίμ εχει ξεμείνει από ποτό και ζητά από τους Αγάδες. Στη συνέχεια, θυμαται την επιστολή του Μπεγιαζίτ, στην οποία λέει: «Έχεις σπάσει τους δεσμούς της αδελφικής σχέσης Σελίμ, από τώρα και στο εξής δεν είσαι πλέον αδελφός μου. Οφθαλμόν αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος.» Η Νουρμπανου εισέρχεται και δοκιμάζει το ποτό. Μετα κάθεται δίπλα του και λέει στον Αγά να φυγει. Ο Σελιμ λέει ότι θα ζει ετσι από τώρα και στο εξής, περιμένοντας το θάνατο από κάθε γωνιά. Η Νουρμπανου απαντά ότι φοβάται πολύ μηπως χάσει τον ίδιο και τα παιδιά της. Ο Σελιμ λέει ότι θα προστατεψει αυτην και τα παιδιά του. Η Νουρμπανου λέει ότι αν δεν είχε παρατηρήσει την υπηρετρια τότε θα ήταν νεκρός από το δηλητήριο. Στη συνέχεια, όπως λέει, «θα δούμε τι θα προσπαθήσει να κανει ο Μπεγιαζίτ. -Εξακολουθεί να μυρίζει τη βρώμα της κεφαλής ( από το παράθυρο )- Άνοιξε τα μάτια σου Σελίμ, όπως είναι γραμμένο στην επιστολή -. Εσείς οι δύο δεν είστε πλέον αδέλφια. Αυτός ο κόσμος είναι πάρα πολύ μικρός για τους δυο σας. Εάν θέλεις να κερδίσεις και να παραμείνεις ζωντανος, πρέπει να δράσουμε.» Σελιμ: «Δεν θα ζήσω με αυτό το φόβο ... με το φόβο του θανάτου. Θα στείλω μηνυμα στην Κιουτάχεια. Αυτή η υπηρετρια εκανε ό, τι χρειαζόταν να γίνει για την σχεση μου με τον Μπεγιαζίτ». Nουρμπανου: «Θα κάνουμε το σωστό Σελίμ, δεν μας έχουν αφήσει κανένα άλλο περιθώριο.»
Η Ντεφνε μιλάει στον
Μπεγιαζίτ: «Είδα τα τελευταία πιάτα πορσελάνης που ζωγραφίσατε ... είναι τόσο
ζωντανά και όμορφα.» Μπεγιαζίτ: «Λες ότι έχω κάνει μεγάλα βήματα. Αλλά αν
δουλέψουμε λίγο περισσοτερο θα είναι καλύτερα.» Ντεφνε: «Όχι ... όχι δεν ήταν
αυτό που ήθελα να πω, απλά λέω ό, τι αισθάνομαι.» Μπεγιαζίτ: «Από πού έρχεσαι;»
Ντεφνε: «Είμαι από τη Βενετία και το όνομά μου ειναι Λουΐζα. Πειρατές επιτέθηκαν
στο πλοίο μας. Τα υπόλοιπα είναι προφανή. Συνελήφθηκα και πουλήθηκα ως σκλάβος
και βρέθηκα εδώ.» Μπεγιαζίτ: «Και η μητέρα μου, η Χιουρρεμ Σουλτάνα ήρθε εδώ ως
σκλάβα. Είχε ένα αγαπημένο ρητό: “Μερικές φορές τις μεγαλύτερες καταστροφές τις
αισθανεσαι μετά από μια μεγάλη χαρά”. Εχει μετατρέψει το άτυχο παρελθόν της σε
τυχη και όλος ο κόσμος ζηλεύει τη δύναμή της. Τι σε κάνει να είσαι λυπημένη;»
Ντεφνε: «Τίποτα, τι θλίψη; Είμαι πολύ ευχαριστημένη κοντα σας.» Μπεγιαζιτ:
«Ακόμα κι αν είναι έτσι, κρύβεται κατι πίσω από το χαμόγελό σου. Μπορώ να δω τη
θλίψη σου, πες μου, τι είναι αυτό.» Ντεφνε: «Όταν μας επιτέθηκαν στο πλοίο είχα
και την αδελφή μου μαζί μου, το όνομα της είναι Άννα. Οι πειρατές την πήραν
μακριά από μένα.» Μπέγιαζιτ: «Μήπως την σκότωσαν;» Η Ντεφνε γνέφει και ο
Μπεγιαζίτ προσπαθεί να την παρηγορήσει. Μπεγιαζιτ: «Ξέρω τον πόνο της απώλειας
ενός αδερφού πολύ καλά. Τίποτα δεν μπορεί να γεμίσει το κενό που άφησε. Τίποτα
…. Αλλά υπάρχει και ένας άλλος πόνος …να χάνειςτον αδελφό σου,ενώ είναι ακόμα
ζωντανος.»
Στη Μανισα
ο Σελίμ ξυπνά με δυνατό πονοκέφαλο και θυμάται τι είπε στη Νουρμπανου ενώ ήταν
σε κατάσταση μέθης. Σελιμ: «Ω Αλλάχ, τι έκανα;» Πηγαίνει στο δωμάτιο της
Νουρμπανου και λέει στο γιο του να πάει στο δωμάτιό του. Στη συνέχεια λέει: «Δεν
έλαβες στα σοβαρά οσα είπα χθες το βραδυ έτσι; Δεν έχεις στείλει μηνυμα σε αυτή
την παλλακιδα, το έκανες; Απάντησέ μου, Nουρμπανου, δεν έχεις
στείλει μηνυμα, σωστα;» Nουρμπανου: «Όχι δεν έχω, όμως, δεν
είναι η ώρα να λυπάστε. Κάνατε τη σωστή επιλογή. Δώστε μας την άδεια ώστε να
μπορέσουμε να κάνουμε ό, τι είναι απαραίτητο.» Σελιμ: «ΠΟΤΕ! Ο Βαγιαζίτ είναι
αδερφός μου. Δεν έχει σημασία τι εγινε, δεν θα διατάξω το θάνατό του!»
Ο Γκαζανφερ είναι έξω από το
δωματιο και η Νουρμπανου τον συναντά. «Έστειλες τον αγγελιοφόρο στην
Κιουτάχεια;» Γκαζανφερ: «Έστειλα μηνυμα πριν από λίγο. Υπάρχει κάτι λάθος;» Νουρμπανου:
«Ο πρίγκιπας άλλαξε γνωμη και είπε ότι δεν μπορεί να τον σκοτώσει.» Γκαζανφερ:
«Τοτε πρεπει να στείλουμε μηνυμα για να σταματήσουμε τον Αγα.» Νουρμπανου: «Δεν
χρειάζεται. Είπα ψέματα. Για τα παιδιά μου και για τον ιδιο, του είπα ψέματα.»
Η Ντεφνε εν τω μεταξύ
αισθανεται ναυτία όταν η καλφα λέει στα άλλα κορίτσια να βιαστούν να καθαρίσουν
το δωμάτιο του πρίγκιπα τωρα που δεν είναι εκει και τότε παρατηρεί την Ντεφνε
και ρωτά τι συμβαίνει και η Ντεφνε απαντά ότι αισθάνεται ναυτία. Η καλφα ρωτά
αν είναι έγκυος και η Ντεφνε φαίνεται έκπληκτη και η Κάλφα προτείνει να
ενημερώσει το γιατρό, αλλά η Ντεφνε λεει ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος, επειδή
δεν υπάρχει πιθανότητα εγκυμοσύνης.
Η Μιχριμα εν τω μεταξύ κοιτάζει τα σημάδια της και στη συνέχεια λέει: «Κοίτα την κατάστασή μου! Δεν μπορώ να απαλλαγώ από αυτή την ασθένεια, εκει που πηγαινε καλύτερα, άρχισε και πάλι.» Καλφα: «Η ιατρική του Πεδρο είχε πραγματικά βοηθήσει.» Mιχριμα: «Ναι είχε, τα μέρη που έβαλε αλοιφή εχουν επουλωθεί, αλλά τωρα εχει φουντώσει σε άλλα σημεία. Καλέστε τον σινιόρ Πεδρο και πάλι.» Καλφα: «Χρειάζεται να ειδοποιήσουμε τον Ρουστεμ πασά πρώτα;» Μιχριμα: «Κάνε ό, τι σου λέω να κάνεις "
Στην Αδριανούπολη, ο Σουλεϊμάν διαβάζει το βιβλίο που του έκαναν δώρο, όταν η Χιουρρεμ πλησιαζει. Πλησιάζει προσεκτικά από μακριά και ο Σουλεϊμάν γνέφει ότι εχει την έγκρισή του να πάει πιο κοντά. Πηγαίνει και την χαιρετά και αυτός. Της προτεινει να καθίσει. Χιουρρεμ: «Ήρθα εδώ για να αφήσω τα πάντα πίσω, Σουλεϊμάν.» Σουλεϊμάν: «Μεγάλοι πόνοι έχουν έρθει μεταξύ μας, Χιουρρεμ. Θρήνοι, πληγές.» Χιουρρεμ: «Κάθε σκοτάδι φέρει μέσα του τους σπόρους του φωτός που θα λαμπρύνουν ξανα. Δεν είναι αυτό που λέει ο Δαντε;» Ο Σουλευμαν χαμόγελα. Χιουρρεμ: «Ο λόγος της ζωής μου, η ζωή μου, ο ουρανός μου, το ποτό μου, η άνοιξη μου, η χαρά μου, ο λόγος της ημέρας μου, το φως μου, η αγάπη μου, η οποία έχει αποτυπωθεί στην καρδιά μου, τριαντάφυλλο μου χαμογελο ... θυμάσαι; Εσύ τα έγραψες αυτά.» Σουλεϊμάν: «Πριν από πολλά χρόνια.» Χιουρρεμ: «Είτε πρόκειται για τριάντα χρόνια πριν ειτε σήμερα, είναι η αγάπη που προκαλεί ένα άτομο να γράψει ποιήματα όπως αυτό, Σουλεϊμάν, μπορει ποτε να παλιώσει; Ακόμη και αν μια καρδιά σταματά, η αγάπη θα συνεχίσει με το ποίημα. Για πάντα. Ας περνούν τα χρόνια, ακόμη και αν πόνοι μπήκαν μεταξύ μας, όσο η αγάπη μένει διαρκή τότε ποιος μπορεί να μας χωρίσει;» Ενας Αγάς φτάνει και ενημερώνει τον Σουλεϊμάν ότι η Σινιόρα Γκαρσια έχει έρθει και ο Σουλεϊμάν επιτρέπει να πλησιάσει.
Εκείνη τους χαιρετά και λέει: «Βλέπω το δώρο μου στα χέρια σας, τι όμορφα. Μήπως σας ενοχλώ; Παρακαλώ, συγχωρέστε με.» Σουλεϊμάν: «Εγώ σας προσκάλεσα Σινιόρα, είστε ευπρόσδεκτη.» Η παλλακίδα δίνει στον Πέδρο το μαντήλι να καλύψει τα μάτια του, αυτός το φοράει και εκείνη τον αφήνει να περάσει και τον καθοδηγεί. Η Μιχριμά του φωνάζει: «Σινιόρ Πέντρο ελάτε πιο κοντά. Ανοίξτε τα μάτια σας. Πέδρο: «Πώς είναι δυνατόν... ο Ρουστέμ πασάς...» Μιχριμά: «Δεν είναι εδώ, αν ακολουθήσω όσα λέει, τότε θα πεθάνω από την αρρώστια. Βγάλτε αυτό το άσκοπο κάλυμμα από τα μάτια σας.» Ο Πέδρο το βγάζει και φυσικά την κοιτάζει επίμονα. Στη συνέχεια υποκλίνεται μπρος της και η Μιχριμά λέει ότι οι πληγές στο στήθος της και το λαιμό της έχουν περάσει, όμως, τώρα έχουν πάει στους καρπούς της. Εκείνος λέει: «Αυτό σημαίνει ότι η αλοιφή έχει όφελος. Εάν τρίψετε με αυτήν και τα υπόλοιπα σημεία θα έχει αποτέλεσμα.» Μιχριμά: «Θα τελειώσει ποτέ αυτή η ασθένεια; θα συνεχίσει να μεταφέρεται από το ένα μέρος του σώματός μου σε άλλο;» Πέδρο: «Θα περάσει ... Θα μπορούσε να είναι κάτι που φάγατε και σας πείραξε, ή κάτι που ήπιατε, ή κάτι που μυρίσατε, ή ένα αιθέριο έλαιο.» Εκείνη λέει ότι και οι άλλοι γιατροί είπαν το ίδιο πράγμα, όμως, δεν μπόρεσε να καταλάβει τι. Ο Πέδρο λέει ότι θα φτιάξει μια ακόμα μεγάλη ποσότητα της αλοιφής και ότι, δυστυχώς, ο ίδιος δεν γνωρίζει οποιοδήποτε άλλο τρόπο θεραπείας. Η Μιχριμά του λέει να ξεκινήσει. Αρχίζει χρησιμοποιώντας το πινέλο για να τοποθετήσει το φάρμακο.
Eν τω μεταξύ, η Γκρατσια, λέει στον Σουλεϊμάν: «Μαθαίνω ότι η κατάσταση του βασιλιά Καρόλου του 5ου χειροτερεύει. Αν πάρουμε αυτό που λένε, η πρόθεση του είναι να αφήσει το θρόνο του στο Φερδινάνδο και τον γιο του.» Σουλεϊμάν: «Το γνωρίζω. Ελέγχει ένα μεγάλο μέρος των χριστιανικών εδαφών. Με εξέπληξε που άκουσα ότι σκοπεύει να αφήσει το θρόνο του με αυτόν τον τρόπο.» Γκρατσια: «Πρέπει να είναι δύσκολο να διαχειριστεί κανείς ένα μεγάλο έθνος, δεν είναι όλοι τόσο ισχυροί όσο εσείς, επιπλέον, είναι άρρωστος. Έχει ουρική αρθρίτιδα(ποδάγρα). Τα χέρια και τα πόδια του έχουν πρηστεί και λένε ότι δεν μπορεί να κάτσει άνετα, ή να ανέβει σε άλογο.» Σουλεϊμάν: «Μετά τον Κάρολο, είναι σαφές ότι η μοίρα της Ευρώπης θα αλλάξει.» Γκρατσια: «Ναι, αν συνεχίσει έτσι η κατάσταση, τότε τα εδάφη της αυτοκρατορίας των Αψβούργων θα διαιρεθούν.Το θρησκευτικό κίνημα που άρχισε ο Λούθηρος έχει αλλάξει τα πάντα. Η δύναμή σας θα αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία στα χριστιανική εδάφη.» Χιουρρέμ: «Σινιόρα Μεντεζ, φαίνεται ότι έχετε μεγάλο ενδιαφέρον για την πολιτική.» Γκρατσια: «Αυτός είναι ο πρώτος κανόνας του κόσμου των ανδρών, Σουλτάνα μου. Ξεκινώντας από την πολιτική πρέπει να είμαστε ενήμεροι για κάθε θέμα.» Χιουρρέμ: «Αν εμείς οι γυναίκες πρόκειται να μιλάμε για την πολιτική όπως και οι άνδρες και να καθόμαστε με τον ίδιο τρόπο, τότε δεν υπάρχει και πολύ νόημα σε αυτό. Κι εμείς επίσης μιλάμε για την πολιτική με τον Μεγαλειότατο, αλλά ποτέ δεν το κάνουμε στο τραπέζι. Γκρατσια: «Συγχωρέστε με , τότε. Έχετε αποφασίσει για μένα, Σουλτάνε μου; Η μόνη μου επιθυμία είναι να είμαι κάτω από την προστασία ενός μεγάλου αυτοκράτορα σαν εσάς.»
Ο Ζαλ λέει στον Ρουστέμ ότι ο Λάλα Μουσταφά έχει
γράψει ένα γράμμα στη Χιουρρέμ Σουλτάνα και ότι τα πράγματα μπορεί να πηγαίνουν
άσχημα στη Μάνισα. Ρουστέμ: «Γράμμα; Και γιατί το μαθαίνω τώρα;» Ζαλ: «Είσαστε
απασχολημένος με την κατάσταση της Μιχριμά Σουλτάνας. Διέταξα να σταλεί το
γράμμα αμέσως στην Αδριανούπολη.» Ρουστέμ: «Πώς είναι η Μιχριμά Σουλτάνα;»
Αγάς: «Είναι μέσα και την εξετάζει ο Σενιόρ Πέδρο.»
Ο Σουλεϊμάν, εν τω μεταξύ λέει στην Γκρατσία: «Όσο εσείς συμμορφώνεστε με τους νόμους μας, μπορείτε να μείνετε όσο θέλετε στην Πρωτεύουσα και να κάνετε εμπόριο. Επί πλέον θα σας παραχωρηθεί ένας χώρος να μείνετε στο Γαλατά και εύχομαι αυτό να είναι για το καλύτερο.» Γκρατσία: «Είμαι τόσο ευγνώμων, είμαι στην υπηρεσία σας με όλο μου τον πλούτο και την περιουσία.» Ο Σουμπούλ φθάνει και γνέφει στη Χιουρρέμ που την παίρνει να φύγουν και διαβάζει το γράμμα. Ο Σουμπούλ ρωτά τι συμβαίνει. Χιουρρέμ: «Οι Πρίγκηπές μου είναι έτοιμοι να επιτεθούν ο ένας στον άλλον. Πρέπει να κάνω κάτι.»
Εν τω μεταξύ, ο Ρουστέμ μπαίνει και βλέπει τον
Πέδρο εκεί που δεν έπρεπε να είναι. Ρουστέμ: «Τι δουλειά έχεις εδώ; Δεν σε
προειδοποίησα να με ειδοποιείς πριν έρθεις;» Μιχριμά: «Αξιότιμε, Πασά.» Πέδρο:
«Η Μιχριμά Σουλτάνα με κάλεσε επειγόντως, δεν είχα χρόνο να σας ενημερώσω.»
Μιχριμά: «Ναι, αλήθεια λέει, όταν αυτές οι πληγές εμφανίστηκαν στα χέρια μου
δεν ήξερα τι να κάνω.» Ρουστέμ: «Γιατί δεν είναι τα μάτια σου δεμένα;» Μιχριμά:
«Εγώ το διέταξα. Αυτές είναι πληγές, Ρουστέμ. Αν δεν τις δει πώς θα τις
γιατρέψει; Σενιόρ Πέδρο, σας ευχαριστώ, μπορείτε να φύγετε τώρα.» Όταν ο Πέδρο
και η παλλακίδα φεύγουν, ο Ρουστέμ γυρνά σύζυγό του. Μιχριμά: «Όταν το θέμα
αφορά την υγεία μου, γίνεσαι ζηλιάρης χωρίς λόγο. Αν η μητέρα μου και ο
Μεγαλειότατός μας ήταν εδώ, θα σου έδιναν την απάντηση που αξίζεις.»
Ο Σουλεϊμάν είναι με τον Σοκολλού και τον Φερχάτ: «Η Σινιόρα Μεντεζ είπε επίσης ότι η υγεία του Κάρολου του Ε΄ δεν είναι καλή. Αυτό σημαίνει ότι αυτά που ακούσαμε είναι σωστά. Θέλω να το ερευνήσετε, να έρθετε σε επαφή με τους πράκτορές μας στα Χριστιανικά εδάφη και αυτοί θα πρέπει να μας κάνουν γνωστές τυχόν εξελίξεις.» Σοκολλού: «Στις διαταγές σας, Μεγαλειότατέ μου.» Η Χιουρρέμ φθάνει και ο Σοκολλού φεύγει. Χιουρρέμ: «Πήρα νέα από τη Μάνισα, ο εγγονός μου ο Μουράντ δεν είναι καλά και σύμφωνα με τις αναφορές είναι σοβαρό. Αν δεν πάω να το δω η ίδια, δεν θα είμαι σίγουρη. Άλλωστε, δεν υπάρχει νόημα να βρίσκομαι εδώ. Είναι φανερό ότι και που βρίσκομαι εδώ, δεν είναι αρκετό ώστε να λιώσει ο πάγος ανάμεσά μας.» Σουλεϊμάν: «Δεν υπάρχει πρόβλημα που πηγαίνεις στη Μάνισα, καθώς ξέρεις τι περάσαμε.»
Στην Κιουτάχεια, η Ντεφνέ ρωτά έναν Αγά αν
υπάρχουν νέα από τη Μάνισα. Ο Αγάς της λέει ότι η Νουρμπανού τον έχει στείλει και
της δίνει το δηλητήριο. Εκείνη ρωτά τι είναι αυτό και εκείνος της απαντά ότι
ξέρει τι είναι. Θα το βάλει στο φαγητό του Πρίγκηπα. Εκείνη λέει ότι δεν μπορεί
και ότι το μόνο που συμφώνησε είναι να τους στέλνει νέα, και όχι να κάνει κάτι
τέτοιο. Ο Αγάς της λέει ότι θα ακούσει και θα τελειώσει το θέμα απόψε και ότι η
Νουρμπανού έδωσε το λόγο της ότι αν τα καταφέρει, θα στείλει την ίδια και την
αδερφή της στη χώρα τους, και αν όχι, η αδερφή της θα πιει από το ίδιο
δηλητήριο. Ο Αγάς λέει ότι μετά τη βραδινή προσευχή θα έρθει να την πάρει και
να είναι προσεκτική.
Η Ντεφνέ παίρνει το δηλητήριο και αναπολεί αυτά που έλεγε στη Νουρμπανού, ότι θα κάνει ό,τι θέλει αρκεί να μην πάθει κακό η αδερφή της.
Η Ντεφνέ περνά δίπλα από τον Ατματζά στο διάδρομο
και μετά λέει στην Κάλφα ότι θα ετοιμάσει η ίδια το δείπνο του Πρίγκηπα και η
Κάλφα ρωτά γιατί και η Ντεφνέ λέει ότι έχει καλά νέα που θα κάνουν τον
Μπεγιαζίτ χαρούμενο και ότι θέλει να του πει τα καλά νέα. Η Κάλφα ρωτά αν είναι
έγκυος και η Ντεφνέ γνέφει και η Κάλφα λέει ότι βασικά της το είπε και της
δίνει συγχαρητήρια λέγοντάς της ότι μόλις πάρει αγκαλιά το παιδί της θα είναι
σε καλύτερη κατάσταση.
Η Μιχριμά βρίσκει ότι τα σημάδια έχουν χειροτερέψει και φωνάζει την παλλακίδα να καλέσει τον Πέδρο και η παλλακίδα ρωτάει αν είναι σωστό να τον καλέσει τέτοια ώρα και τι θα πει ο Ρουστέμ και η Μιχριμά της λέει να κάνει αυτό που της είπε. Ο Πέδρο φτάνει και η Μιχριμά του επιτρέπει να μπει, εκείνος μπαίνει και χαιρετούν ο ένας τον άλλον και η παλλακίδα πηγαίνει να σταθεί πίσω από την πόρτα. Η Μιχριμά του λέει να πλησιάσει και εκείνος λέει ότι πρέπει να αρχίσει ξανά την θεραπεία με την αλοιφή. Του λέει να το κάνει με τον κατάλληλο τρόπο, όχι με το πινέλο. Κι έτσι το κάνει με τα χέρια του. Του λέει να καθίσει δίπλα της. Όλο αυτό είναι ένα όνειρο, εκείνη ξυπνά και ο Ρουστέμ τη ρωτά αν είναι καλά και ότι πρέπει να είδε ένα κακό όνειρο.
Η Ντεφνέ ανακαλεί τα λόγια του Αγά, κλαίει.
Πηγαίνει προς το δωμάτιο του Μπεγιαζίτ, κοιτάζει τριγύρω και μετά συνεχίζει
μέχρι που μπαίνει στο δωμάτιό του και τοποθετεί το δίσκο πάνω στο τραπέζι. Μετά
ανακαλεί τις απειλές της Νουρμπανού και μετά ξανά τα λόγια του Αγά ότι η αδερφή
της θα πάρει το ίδιο δηλητήριο αν δεν κάνει αυτό που της είπαν. Ο Μπεγιαζίτ εν
τω μεταξύ, μιλώντας με τον Λοκμάν τον ρωτά αν έχει ακούσει τίποτα για τη μητέρα
του, επειδή εδώ και καιρό δεν έχει πάρει νέα της. Ο Λοκμάν απαντά ότι πρέπει να
είναι καλά και ότι θα στείλει γράμμα σύντομα αλλά ότι εκείνη σίγουρα λαμβάνει
τα γράμματά του (του Μπεγιαζίτ). Η Ντεφνέ ρίχνει μια ματιά στο πιάτο. Ο Μπεγιαζίτ
μπαίνει στο δωμάτιο και εκείνη είναι έτοιμη να φύγει μακριά και εκείνος λέει:
«Πού πας; Θα φάμε μαζί.» Ντεφνέ: «Με την άδειά σας, πηγαίνω να δω την Αϊσέ
Σουλτάνα και μετά θα επιστρέψω.» Ο Μπεγιαζίτ λέει ότι η κόρη του είναι καλά και
ότι το δικό της καθήκον είναι να τον κάνει ευτυχισμένο.
Ο Γιοσεφ Νασι εν τω μεταξύ είναι με τον Σελίμ και του λέει: «Με τη βοήθειά σας, η Γκρατσία σώθηκε από την αιχμαλωσία, Πρίγκηπά μου. Μας κάνατε μία τεράστια χάρη. Από δω και στο εξής, και οι δύο θα είμαστε οι πιο πιστοί σας υπηρέτες στο δρόμο για το θρόνο.» Σελίμ: «Πρώτα ο Θεός.» Νασι: «Το αγαπημένο σας Κυπριακό κρασί....μόλις έφτασε στο λιμάνι της Σμύρνης.» Σελίμ: «Δεν το θέλω, την τελευταία φορά που ήπια από αυτό, έχασα το μυαλό μου.» Ο Νασι προσπαθεί να τον κάνει να πιει λέγοντάς του ότι το κρασί βγάζει τις αληθινές επιθυμίες του ανθρώπου και ο Σελίμ συμφωνεί να πιει.
Ο Μπεγιαζίτ εν τω
μεταξύ τρωει την μια κουταλια μετα την άλλη από το πιλάφι και λέει: «Εχω παραγγείλει
νέα χρώματα από την Κίνα. Θα πρέπει να φτάσουν σύντομα. Ίσως μπορέσεις να με
βοηθήσεις αυτή τη φορά. Θα δεις τις ικανότητές σου.» Ντεφνε:
«Όπως επιθυμείτε.» Μπέγιαζιτ: «Ο αδερφός μου Τζιχαγκιρ μου δίδαξε τα μυστικά του πώς να κάνω κινέζικη τεχνική. Ο αγαπημένος μου αδελφός θα μπορούσε να κάνει πολλά όμορφα πράγματα. Είθε ο Αλλάχ να του δώσει τον Παράδεισο.»Η Ντεφνε κλαίει και ο Βαγιαζίτ λέει: «Όταν μιλώ για τον Τζιχαγκιρ θυμάσαι την αδερφή σου, σωστά;» Η Ντεφνε γνέφει και λέει: « Επιτρέψτε μου να φύγω.» Μπεγιαζίτ: «Όχι, προτού να γίνεις χαρουμενη... είναι πολύ νόστιμο.» Μετά παίρνει μια μεγάλη μπουκιά από το κρέας. Η Ντεφνε κλαίει.
Ο Ατματζα είναι εν τω μεταξύ με
τον Χουσειν και λέει: «Ό, τι και να συμβαίνει, ένας από εμάς πρέπει να είναι πάντα
δίπλα στον Πριγκιπα μας.» Χουσεΐν: «Έχετε δίκιο.» Βλέπουν ενα Αγά να περιμένει
και ο Ατματζα ρωτά ποιος είναι και ο Χουσεΐν απαντά ότι δεν γνωρίζει, αλλά δεν
του φαίνεται καλο. Ο Χουσεΐν τρέχει προς τον άνθρωπο και ο Ατματζα τρέχει να
πάει στο Μπεγιαζίτ.
Ο Μπεγιαζίτ δεν νιώθει καλά και
λέει: «Δεν έχεις αγγίξει κάποιο από τα φαγητα ακόμα.» Σηκώνει την κούπα του και
στη συνέχεια ρωτάει την Νταφνε τι συμβαίνει. Η Ντεφνε σηκώνεται και λέει:
«Συγνώμη, δεν ήθελα να γίνει με αυτόν τον τρόπο.» Ο Ατματζα ορμά μέσα και η
Ντεφνε τρέχει έξω και ο Ατματζα φωνάζει τους Αγάδες να την πιάσουν. Στη συνέχεια,
ο ίδιος καλεί για ένα γιατρό. Ο Λοκμαν διατάζει τους Αγάδες να την ρίξουν στη
φυλακή.
Ο Ατματζά λέει στον Μπεγιαζίτ να κρατηθεί και ο Ατματζά προσεύχεται ο Θεός να τον σώσει και λέει στον Λοκμάν ότι πρέπει να βοηθήσει, ότι ο Μπεγιαζίτ πρέπει να κάνει εμετό και να βγάλει το δηλητήριο από μέσα του. Έρχεται ο γιατρός ρωτώντας πόσο διάστημα είναι το δηλητήριο μέσα του και ο Ατματζά λέει όχι πολύ και ότι πρέπει να κάνει κάτι. Έρχεται ο αρχίατρος και ρωτά με τι δηλητηριάστηκε. Ο Ατματζά σκέφτεται γρήγορα και ρωτά πού είναι η Ντεφνέ. Ο Λοκμάν απαντά ότι είναι στο μπουντρούμι. Ο Ατματζά ρωτά τον Χουσεΐν αν έπιασε τον άνδρα που καθυστερούσε και τότε ο Χουσεΐν είπε ότι έχασε τα ίχνη του και ρωτά τι συνέβη. Ο Ατματζά του λέει ότι ο Μπεγιαζίτ δηλητηριάστηκε και ότι πρέπει να μείνει και τρέχει κάτω στο μπουντρούμι. Ο Ατματζά ρωτά τη Ντεφνέ με τι δηλητηρίασε τον Μπεγιαζίτ. Ντεφνέ: «Θα σας πω.» Του δείχνει το δηλητήριο. Ατματζά: «Αυτή η φυλακή θα γίνει ο τάφος σου.»
Ο Λοκμάν λέει στον Μπεγιαζίτ να κρατηθεί και λέει στους γιατρούς ότι δεν κάνει εμετό. Ο Ατματζά δείχνει το δηλητήριο και ο γιατρός το ελέγχει και λέει ότι είναι “δηλητήριο μαύρου βατράχου.” Ο Ατματζά ρωτά ποιο είναι το αντίδοτό του. Λοκμάν: «Σφραγισμένο χώμα. (ένα χώμα που προέρχεται από τη Limni και το χρησιμοποιούσαν στη Οθωμαντική Αυτοκρατορία για να καταπολεμούν πολλές αρρώστειες.) Πάντα είχαμε λίγο στο Τοπ Καπί.» Γιατρός: «Δεν έχουμε εδώ.» Γυναίκα γιατρός: «Προέρχεται από τη Limni και παρασκευάζεται ειδικά για τον Μεγαλειότατο στο παλάτι του, αλλά μέχρι να πάτε και να το φέρετε ο Πρίγκηπάς μας δεν θα ζει.
Βλέπουμε μία σκηνή όπου ο Σελίμ λέει Μπεγιαζίτ και λέει «είμαστε αδέρφια, μην το ξεχνάς αυτό» και τον αγκαλιάζει και τότε τον μαχαιρώνει στην πλάτη. (αυτό είναι μεταφορικο) Μπεγιαζίτ: «Αδερφέ μου;» Ο Μπεγιαζίτ ξυπνά και κάνει εμετό. Μπεγιαζίτ: «Σελίμ; Αδερφέ μου;» Όλοι ευγνωμονούν το Θεό. Ο γιατρός αναρωτιέται που βρήκε ο Ατματζά το χώμα από τη Limni και ο Ατματζά χαμογελά. Ο Ατματζά πήγε στην αγορά και ρώτησε τον έμπορο στην αγορά νωρίτερα αν είχε καθόλου χώμα και ο έμπορος λέει όχι, αλλά μετά του λέει «περίμενε, μήπως εννοείς τη θεραπεία για όλες τις αρρώστειες;» Ο Ατματζά χαμογελά. Ο Λοκμάν ευχαριστεί τον Ατματζά. Ο Μπεγιαζίτ λέει: «Σελίμ;»
3ο ΜΕΡΟΣ
H Χιουρρέμ ξυπνάει στην άμαξα και ο Σουμπούλ την ρωτά:
«Σουλτάνα μου, είστε καλά; Είδατε πάλι εφιάλτη; Δεν κοιμηθήκατε το βράδυ, θα
έπρεπε τουλάχιστον να προσπαθούσατε να ξεκουραστείτε.» Χιουρρέμ: «Όχι, δεν γινόταν,
είναι απαραίτητο να πάω αμέσως στην Μανίσα.» Παραπονιέται για τον ώμο της και ο
Σουμπούλ ρωτά αν την ενοχλεί και είναι άκαμπτος. Η Χιουρρέμ λέει όχι και ότι
έχει κάτι στον ώμο της και ας ελπίζουμε ότι δεν θα κρατήσει πολύ. Ο Σουμπούλ
λέει ότι είναι μαζί τους μια γυναίκα γιατρός και ότι θα πρέπει να το κοιτάξει. Η
Χιουρρέμ λέει ότι δεν θέλει, πρέπει πρώτα να πάει στην Μανισα. Ο Σουμπούλ
ανησυχεί.
Στην Κιουτάχεια ο γιατρός λέει πως ευτυχώς ο Μπεγιαζίτ
είναι εκτός κινδύνου, αλλά πρέπει να ξεκουραστεί για λίγο. Η Ντέφνε είναι στο μπουντρούμι.
Ο Άτματζα μπαίνει: «Ποιος σε έστειλε εδώ; Ποιος σε διέταξε να δηλητηριάσεις τον
πρίγκηπα Μπεγιαζίτ;» Την χαστουκίζει και βγάζει έξω το στιλέτο του. Εκείνη
λέει: «Η Nουρμπανού Σουλτάνα.» Ο Άτματζα ρωτά αν είναι κι ο Σελίμ μέσα σε
αυτό, και η Ντέφνε γνέφει. Ο Άτματζα είναι έτοιμος να την σκοτώσει, αλλά εκείνη
λέει: «Περίμενε, περίμενε είμαι έγκυος, έχω το παιδί του πρίγκηπα μέσα μου,περίμενε
! » Ο Άτματζα θυμάται το δικό του παιδί και τη γυναίκα του και στη συνέχεια την
Μιχρουνισσα όταν επρόκειτο να την σκοτώσει και εκείνη του είχε πει ότι ήταν
έγκυος. Ο Άτματζα λέει σε έναν αγά να πάρει την Ντέφνε σε ένα δωμάτιο και να
την εξετάσει μία από τις γυναίκες γιατρούς.
Στην Mανισα, ο Γκαζανφέρ διατάζει κάποιες παλλακίδες τριγύρω
όταν η Φαριγέ εμφανίζεται: «Γκαζανφέρ Αγά, ώστε αναλάβατε τα καθήκοντά σας, μόλις
αναρρώσατε;» Γκαζανφέρ: «Ναι, όπως γνωρίζετε η Σουλτάνα μας είναι περικυκλωμένη
από ύαινες ... αλλά από τώρα και στο εξής θα είμαι πάντα μαζί της. Όποιος
τολμήσει να επιχειρήσει κάτι εναντίον της, θα με βρει μπροστά του.» Φαριγε: «Με
απειλείς αγά;» Φτάνει η Νουρμπανού: «Τι συμβαίνει εδώ;» Φαριγέ: «Ο Γκαζανφέρ
έχει ξεχάσει ποια στέκεται δίπλα του ...ο ξεδιάντροπος.» Νουρμπανού: «Αυτός που
πραγματικά δεν ξέρει τα όριά του είσαι εσύ, Φαριγε.» Ο Γκαζανφέρ Αγάς είναι ο
επικεφαλής Αγάς μου. Από τώρα και στο εξής η ασέβεια προς το πρόσωπό του λαμβάνεται
ως ασέβεια προς εμένα. Τώρα επέστρεψε στα καθήκοντά σου! Και εσύ ( στον
Γκαζανφέρ ) έλα μαζί μου.»
Η Μιχριμά φαίνεται
πολύ καλύτερα και ο Ρουστέμ πλησιάζει. «Δόξα τω Θεώ οι κακές μέρες πέρασαν.»
Μιχριμά: «Η θαυματουργή αλοιφή του Σενιόρ Πέδρο.» Ρουστέμ: «Από τώρα και στο
εξής δεν θέλω να δω αυτόν τον άνθρωπο εδώ.» Μιχριμά: «Υπάρχει κάποιο νέο από τη
μητέρα μου Ρουστέμ;» Ρουστέμ: «Αποφάσισε να πάει κατ' ευθείαν στη Mανισα από την Αδριανούπολη. Είναι προφανές ότι κάτι
συνέβη και χρειάζεται να επιπλήξει τον πρίγκηπα Σελίμ.» Μιχριμά: «Τι θα
μπορούσε να είναι; Γιατί δεν έμαθες για το θέμα;» Ρουστέμ: «Μην αγχώνεσαι, δεν
είναι σημαντικό, ίσως να διογκώθηκε.» Εκείνη κοιτάζει ένα μπουκαλάκι πάνω στην
τουαλέτα της.
Η Νουρμπανού είναι με
τον Γκαζανφέρ. «Δεν υπάρχει κανένα νέο από την Ντεφνέ ακόμα;» Ο Γκαζανφέρ της
λέει ότι εμπιστεύεται πλήρως την Ντεφνέ και ελπίζει ότι θα έρθει η είδηση για
τον θάνατο του Μπεγιαζίτ και θα ανακουφιστούν. Η Νουρμπανού ρωτά τι θα γίνει αν
η Ντεφνέ δεν τα καταφέρει και τους τα πει ...και λέει «κανείς σε αυτή την
περίπτωση δεν μπορεί να σώσει τον Σελίμ από τον Μπεγιαζίτ και θα έχω βάλει το Πρίγκηπα
μου στη φωτιά με τα ίδια μου τα χέρια!» Γκαζανφέρ: «Κρατήστε ήρεμη την καρδιά
σας και ας ελπίσουμε ότι θα είμαστε νικητές. Τι θα γίνει με την αδελφή της
Ντεφνέ χατουν την Άννα;» Νουρμπανού: «Δεν ξέρω.»
Ο Άτματζα επιστρέφει
στον Μπεγιαζίτ που είναι ξύπνιος. «Δόξα τω Θεώ, μετά από ημέρες τελικά
συνήλθατε.» Μπεγιαζίτ: «Ποιος ήταν πίσω από αυτό, μάθατε τίποτα;» Άτματζα: «Δυστυχώς,
ο πρίγκηπας Σελίμ, η γκιοσδε σας Ντεφνέ χατουν μας τα είπε όλα. Έστειλαν τον Αγά
και η εντολή ήρθε από την Νουρμπανού Σουλτάνα. Ο πρίγκηπας Σελίμ ήξερε τι
συνέβαινε.» Μπεγιαζίτ: «Η γυναίκα εκτελέστηκε;» Ο Άτματζα κουνά το κεφάλι του:
«Η γυναίκα είναι έγκυος.» Μπεγιαζίτ: «Είναι αλήθεια;» Άτματζα: «Την στείλαμε
στο γιατρό και, δυστυχώς, από τη γυναίκα που στάλθηκε για να σας σκοτώσει, θα
έχετε ένα παιδί.»
Η Μιχριμά περπατά
στους κήπους ονειροπολώντας τότε που ο Πέδρο την είδε. Η παλλακίδα της, της
λέει να μην μένει πολύ, γιατί θα μπορούσε να ήταν λόγω του ήλιου που αρρώστησε.
Ο Πέδρο, εν τω μεταξύ, όλη μέρα ονειρεύεται τη
Μιχριμά.
Ο Μπεγιαζίτ επισκέπτεται τη Ντεφνέ. Μπεγιαζίτ:
«Αφού γεννήσεις το παιδί μου, μετά θα εκτελεστείς.» Ντεφνέ: «Ο σβέρκος μου
είναι στη διάθεσή σας, Πρίγκηπά μου. Είμαι διατεθημένη να υποστώ την τιμωρία
που μου αρμόζει.» Μπεγιαζίτ: «Γιατί το έκανες αυτό, γιατί;» Ντεφνέ: «Ήμουν αναγκασμένη,
για την αδερφή μου.» Μπεγιαζίτ: «Ποια αδερφή; μου είπες ότι έχει πεθάνει.» Ντεφνέ:
«Η αδερφή μου κι εγώ πουληθήκαμε στο παλάτι στη Μάνισα. Η Νουρμπανού Σουλτάνα χρησιμοποίησε
την αγάπη που της είχα (της αδερφής μου). Είναι πολύ μικρή ακόμα...είναι πολύ νέα.»
Μπεγιαζίτ: «Αν αυτό είναι ψέμα, χάτουν...» Ντεφνέ: «Δεν έχω πια τίποτα να χάσω.» Μπεγιαζίτ: «Μίλα!» Ντεφνέ:
«Η Νουρμπανού Σουλτάνα είπε ότι αν δεν σας έδινα αυτό το δηλητήριο, θα σκότωνε την
αδερφή μου.» Μπεγιαζίτ: «Αν είναι έτσι, γιατί δεν το έλεγες απλά, ή να ζητούσες
βοήθεια όλο αυτό τον καιρό;» Ντεφνέ: «Όσο η αδερφή μου απειλούνταν με ένα μαχαίρι
στο λαιμό της, δεν μπορούσα να πάρω αυτή την ευκαιρία.» Μπεγιαζίτ: «Και πώς ήσουν
σίγουρη ότι μπορούσες να εμπιστευθείς τη Νουρμπανού; Αυτή και ο Πρίγκηπας Σελίμ
είναι δύο βρώμικα φίδια!» Ντεφνέ: «Ξέρετε την αδερφική αγάπη πάρα πολύ, Πρίγκηπά
μου, αν είχατε την παραμικρή ελπίδα/πιθανότητα να σώσετε τη ζωή των αδερφών σας,
τι θα κάνατε;»
Η Μιχριμά κάνει μπάνιο στο χαμάμ και η παλλακίδα της
σχολιάζει πώς επανήλθε η ομορφιά της (πριν τα σημάδια) και προσεύχεται για κείνην
και η Μιχριμά της λέει πως ναι, ευτυχώς όλα
πέρασαν και μετά της λέει να φύγει. Μόλις εκείνη φεύγει, η Μιχριμά παίρνει ένα φιαλίδιο
και το ρίχνει όλο πάνω στο σώμα της.
Ο Μπεγιαζίτ
εξακολουθεί να πόνα κάπως καθώς περπατά με τον Άτματζα και τότε σταματά και
λέει: «Ο αδελφός μου έχει φτάσει στο σημείο που χρησιμοποιεί τη ζωή ενός αθώου
παιδιού για να απειλήσει μια γυναίκα. Ντροπή του.» Άτματζα: «Στην
πραγματικότητα, είναι μια πολύ σοβαρή κατάσταση.» Μπεγιαζίτ: «Κάνε τις προετοιμασίες
Άτματζα, ετοίμασε τους στρατιώτες, η υπομονή μου εξαντλήθηκε, θα πάμε να
κάνουμε τον Σελίμ να λογοδοτήσει γι 'αυτό.» Άτματζα: «Μην το κάνετε Πρίγκηπά
μου, δεν μπορεί να είναι σωστό κάτι τέτοιο.» Μπεγιαζίτ: «Η σιωπή μου τους έκανε
να νομίζουν ότι είμαι αδύναμος. Κάνε ό,τι λέω χωρίς αντιρρήσεις.» Ο Άτματζα
ακολουθεί τον Μπεγιαζίτ στο δωμάτιό του και στη συνέχεια λέει: «Φυσικά θα
εκτελέσω τις διαταγές σας, αλλά πρώτα θα πρέπει να ανακτήσετε τη δυνάμεις σας .
Στη συνέχεια μπορούμε να δράσουμε.» Λοκμαν: «Να δράσουμε; Για ποια δράση μιλάς,
Άτματζα, τι συμβαίνει;» «Ετοίμασε χαρτί και μελάνι Λοκμαν, ξεκίνα να γράφεις: “Μεγαλειότατε,
ο γιος που είναι το κόσμημα του στέμματος σας, το πρόσωπο που βλέπετε σαν
κατάλληλο για το θρόνο σας, ο Πρίγκηπας Σελίμ, ο τιποτένιος.” -Λοκμαν: «αλλά Πρίγκηπα
μου, με συγχωρείτε.» Μπεγιαζίτ: «μην κάνεις ερωτήσεις, απλά γράψε άνθρωπε μου!»
“Έστειλε έναν κατάσκοπο στο παλάτι μου, προσπάθησε να με σκοτώσει ...
προσπάθησε να με χτυπήσει πισώπλατα. Αλλά δεν τα κατάφερε. Να ξέρετε ότι στην
αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής, δεν θα μείνω σιωπηλός και άπραγος ούτε καν
θα ζητήσω τη βοήθειά σας, για αυτή την ύπουλη πισώπλατη μαχαιριά. Θα δώσω την
καλύτερη απάντηση. Ήθελα να μάθετε τα νέα από μένα.»
Στην Αδριανούπολη, ο Σοκολλού λέει στον Σουλεϊμάν
ότι έχει διερευνήσει το ζήτημα όσον αναφορά τις εντολές του και ότι τα νέα
είναι σωστά και ότι ο Κάρολος ο Ε΄έχει αφήσει το θρόνο στο Φερδινάνδο και
πρόκειται να μονάσει. Ο γιος του θα πάρει τον έλεγχο της Ισπανίας, του Βελγίου,
της Σικελίας και του Μιλάνου και ο Φερδινάνδος θα πάρει τον έλεγχο της
Αυστρίας, της Γερμανίας και της Βοημίας.» Σουλεϊμάν: «Πόσα χρόνια κυβερνά;»
Σοκολλού: «Περίπου σαράντα χρόνια. Ανέβηκε στο θρόνο της Ισπανίας πριν από τη
δική σας ενθρόνιση.» Σουλεϊμάν: «Μπορείς να αποσυρθείς, Σοκολλού.» Ο Σοκολλού φεύγει
και ο Φερχάτ σερβίρει στον Σουλεϊμάν λίγο νερό: «Μεγαλειότατέ μου, εδώ και
καιρό είστε προβληματισμένος. Χαμογελάτε, ενώ η καρδιά σας όχι. Δεν είναι δύσκολο να το
καταλάβω. Κοιτάξτε, πώς περνά ο καιρός, οι εποχές έρχονται και φεύγουν. Κάθε μία
ανάσα που παίρνουμε είναι πολύτιμη. Και η αξία της είναι γραμμένη στο Θείο Πίνακα. Δεν υπάρχει τρόπος να το παρακάμψουμε.
Μεγαλειότατέ μου, η
θεραπεία σας είναι η Χιουρρέμ Σουλτάνα. Με το να είστε απόμακρος, δεν πληγώνετε
εκείνη, πληγώνετε τον εαυτό σας. Δεν ήρθε η ώρα να βάλετε τέλος σ’αυτό τον πόνο;»
Η Χιουρρέμ συνεχίζει την πορεία της και η άμαξα
σταματά. Ο Σουμπούλ βγάζει τη Χιουρρέμ έξω να πάρει μία ανάσα, επειδή δεν
αισθάνεται καλά. Εκείνη λέει ότι δεν μπορεί να το αντέξει και ο Σουμπούλ λέει
ότι πρέπει να καλέσουν γιατρό.
Ο Γκαζανφέρ μπαίνει στο δωμάτιο του Σελίμ και λέει:
«Πρίγκηπά μου, πώς να το πω....Πρίγκηπά μου, μόλις έφθασαν νέα. Ο Πρίγκηπας Μπεγιαζίτ πλησιάζει στο παλάτι με πέντε χιλιάδες στρατιώτες.» Σελίμ: «Πώς είναι δυνατόν;»
«Πρίγκηπά μου, πώς να το πω....Πρίγκηπά μου, μόλις έφθασαν νέα. Ο Πρίγκηπας Μπεγιαζίτ πλησιάζει στο παλάτι με πέντε χιλιάδες στρατιώτες.» Σελίμ: «Πώς είναι δυνατόν;»
Ο Μπεγιαζίτ προχωρά με τους άνδρες του και
φτάνουν κοντά στο παλάτι της Μάνισα. Ο Ατματζά λέει: «Δεν υπάρχει πια
επιστροφή, Πρίγκηπά μου.» Μπεγιαζίτ: «Ό,τι είναι να γίνει, ας γίνει, Ατματζά,
τα έχω υπολογίσει όλα.» Προχωρούν και ο Σελίμ μπορεί να δει τον Μπεγιαζίτ και
τους άνδρες του να πλησιάζουν από τον ορίζοντα. Και πίσω από αυτούς οι χιλιάδες στρατιώτες.....
Η Χιουρρέμ και η ακολουθία της έχουν στρατοπεδεύσει
για να αφήσουν τη γιατρό να εξετάσει τη Χιουρρέμ. Ρωτά τη Χιουρρέμ πότε εκδηλώθηκε
το εξάνθημα ή το σημάδι. Η Χιουρρέμ λέει ότι δεν ξέρει, αλλά μάλλον περίπου ένα
μήνα πριν. Η γιατρός ρωτά αν έχει άλλες ενοχλήσεις, αλλά η
Χιουρρέμ απαντά ότι
εκτός από τον
πόνο, δεν έχει άλλη ενόχληση. Η γιατρός σοβαρεύει και όταν
η Χιουρρέμ τη ρωτά να πει κάτι, η γιατρός λέει ότι δεν θα ήταν σωστό να της έλεγε
κάτι τώρα: «Αν ο πόνος σας μεγαλώσει, θα το καυτηριάσουμε.» Η Χιουρρέμ συμφωνεί
και η γιατρός φαίνεται προβληματισμένη. Ο Σουμπούλ αργότερα την πηγαίνει απόμερα
και τη ρωτά τι συμβαίνει με τη Χιουρρέμ και της λέει να μιλήσει! Η γιατρός λέει:
«Η κατάσταση της Σουλτάνας μας είναι τρομερή. Έχει μία ανίατη ασθένεια. Είναι τέτοια η ασθένεια που δεν έχω δει
ούτε έχω ακούσει κανέναν να συνήλθε από αυτήν. Οι ώρες της Σουλτάνας μας είναι
λίγες, Σουμπούλ Αγά.» Σουμπούλ: «Θεός φυλάξει, ο θάνατος πλησιάζει.»
Η Χιουρρέμ κοιτάζει από τη σκηνή της.
Υπάρχει μόνο το πρώτο μέρος !!!!!!!!!
ReplyDeleteΤα άλλα 2 μέρη ??????????
Το δεύτερο μέρος μόλις το βάλαμε.....το τρίτο μέρος θα μπει μέχρι αύριο το βράδυ.
Delete